Ο ησυχασμός και η Δύση

Ο ησυχασμός, εστιαζόμενος στη δυνατότητα του ανθρώπου να γνωρίσει πέρα από τα πρόχειρα των συμβαινόντων, αλλά και ως πρόταση για την πρακτική σε αυτό, κατέχει, τον 13ο μ.Χ. αιώνα τον κύριο παράγοντα διαμόρφωσης των έργων που αφορούν στην πρακτική φιλοσοφία.

Ο ησυχασμός και η Δύση
Θεόληπτος Φιλαδελφείας, ένας εκ των Ησυχαστών του 13ου αιώνα

Η απάρνηση του κόσμου που είχε αρχίσει στους πρώτους αιώνες της μ.Χ. εποχής κορυφώνεται με τον ησυχασμό. Ο ησυχασμός αφορά στην ένωση του ανθρώπου με τις θείες ενέργειες. Στο πλαίσιο αυτό παρουσιάζεται μία απόκλιση από την τάση θεραπείας της κλασικής παιδείας. Ο ησυχασμός, σε μια ανθρωπολογική προσέγγιση, ορίζει τα όρια της αντίληψης μέχρι τη μέθεξη του μεταφυσικού.

Στην περιοχή του θεωρητικού η μουσική παρουσιάζει μια αυτονομία, εντοπίζεται η δράση της και στον εντοπισμό της συνάφειας της εκκλησιαστικής προς την αρχαία μουσική. Παράλληλα καλλιεργείται η θεωρητική θεμελίωση της συγγένειας των ήχων. Στο υπόλοιπο μέρος του θεωρητικού, η πρόοδος των μαθηματικών επιστημών παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Άλλωστε αυτούς τους χρόνους εντοπίζεται η χρήση του μηδενός.

Παράλληλα, δεσπόζουν τα έργα του Ευκλείδη και του Πτολεμαίου, αλλά και η αριθμητική του Νικομάχου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εστιάζεται η προσοχή των μελετητών και σε άλλα έργα. Άλλωστε συνεχίζεται ο σχολιασμός αρχαίων συγγραφέων, αλλά και η συγγραφή εγκυκλοπαιδειών. Δεν απουσιάζουν και εκείνοι, οι οποίοι γράφουν αξιόλογα έργα, χωρίς όμως και να τα υπογράφουν, με αποτέλεσμα αυτά να παρουσιάζονται ως ανώνυμα.

Σημαντική για την ανανγέννηση της δυτικής Ευρώπης είναι η κίνηση, με την οποία άρχισαν να γίνονται γνωστά στη δυτική διανόηση, με αμεσότερο τρόπο, τα ερμηνεύματα της ελληνικής φιλοσοφικής παραγωγής. Παράλληλα με τις λατινικές μεταφράσεις των αντίστοιχων αραβικών, γνώρισε μεγάλη επίδοση, είτε η άμεση γνώση των φιλοσοφημάτων, αφού πολλοί επεδίδοντο στην εκμάθηση της ελληνικής, είτε μέσω Ελλήνων διδασκάλων και των μεταφράσεων τους. Αν θεωρηθεί με πεζότερη προσέγγιση η ρήση του Ηρακλείου περί του πολέμου ως πατρός πάντων, αφετηρία για την κίνηση αυτή είναι η πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204.

Ύστερα από την άλωση πολλά χειρόγραφα έγιναν αντικείμενα διαρπαγής εκ μέρους των δυτικών. Η μεταφορά χειρογράφων στην Δύση, αλλά και η μετανάστευση λογίων εκεί, συνετέλεσε, εκτός από την αναγέννηση, σε μια προσέγγιση των δύο μερών της πάλια ποτέ ενιαίας αυτοκρατορίας. Το ότι η δυτική πλευρά, με κορυφαία την παπική αρχή, ήθελε την προσέγγιση με κατακτιτικούς σκοπούς, δεν μετριάζει την προηγούμενη διαπίστωση.

Αποτέλεσμα αυτής της μεταλαμπάδευσης των πνευματικών επιτευγμάτων ήταν να τεθούν ισχυρά στη Δύση οι απαρχές της Αναγέννησης, αφού αρκετοί είναι εκείνοι που ασχολούνται με ιδιαίτερο πάθος, όχι πλέον για τα τετριμμένα, αλλά και για τα μένοντα και ισχύοντα. Αντίθετα προς όσα ελπιδοφόρα παρουσιάζονται στη Δύση , στην περιοχή των αραβόφωνων παρουσιάζεται μια κάμψη διανόησης.

Στην καθημερινά ελαττούμενη ανατολική αυτοκρατορία, η ζέση για τα γράμματα και τις επιστήμες, δεν παραμένει απλώς σταθερή, αλλά και επαυξάνεται, έτσι ώστε να επαναληφθεί, και πάλι το παλιότερο φαινόμενο της αναντιστοιχίας χωρικού πλάτους και πνευματικής άνθισης.

Ικανός αριθμός εξαίρετων ανδρών μπορούν να περιληφθούν στην κατηγορία των μεγάλων οικουμενικών δασκάλων. Το γεγονός ότι όλοι αυτοί δεν έχουν τύχει της ανάλογης χρήσης, οφείλεται στη θέση της δυτικής εκκλησίας, η οποία απεχθάνετο ό,τι ελληνικό, αφού το θεωρούσε επειδή ήταν ανυπότακτο, ως σχισματικό. Πάντως η παπική αρχή, κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, δέχθηκε να διδάσκεται ελεύθερα, εκείνη την εποχή, ο Αριστοτέλης στα δυτικά πανδιδακτήρια.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *