Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669 πολλοί Σφακιανοί προτίμησαν να μεταναστεύσουν σε περιοχές που δεν υπήρχαν πολλοί Τούρκοι. Κάποιοι πήγαν στα Επτάνησα, κάποιοι άλλοι στα νησιά του Αιγαίοι, κάποιοι άλλοι στη Μολδοβλαχία. Με τον καιρό, όμως, γύρισαν στην Κρήτη και οι παλιννοστούντες αποκλήθηκαν με το όνομα του τόπου προέλευσης τους. Μια οικογένεια που γύρισε από τη Μολδοβλαχία πήρε το επίθετο Βλάχος. Απόγονος της οποίας ήταν και ο Ιωάννης Βλάχος, ή ο Δασκαλογιάννης.
Ο Ιωάννης Βλάχος ήταν εμποροπλοίαρχος. Γύρω στα 1770, είχε τέσσερα δικά του τρικάταρτα πλοία. Έφταναν σε όλα τα λιμάνια της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου. Είχε καλή μόρφωση και μιλούσε πολλές ξένες γλώσσες. Οι Σφακιανοί τον αποκαλούσαν Δάσκαλο: ο Δάσκαλος Γιάννης, ο Δασκαλογιάννης.
Στις αρχές του 1770, βρέθηκε στην Τεργέστη ακροατής του Αλεξέι Γκριγκόροβιτς Ορλόφ. Ο τελευταίος μιλούσε για μια Ελλάδα ελεύθερη. Ο Δασκαλογιάννης ακούγοντας τον πείστηκε ότι η Ρωσία ενδιαφερόταν για την Ελλάδα. Φόρτωσε ένα καράβι όπλα και πυρομαχικά και επέστρεψε στα Σφακιά. Προσκάλεσε τους πρόκριτους και τους οπλαρχηγούς σε σύσκεψη, όπου τους ανακοίνωσε ότι επέρχεται το τέλος της τουρκικής κυριαρχίας στο νησί. Τους επέδειξε επιστολές προς τη Μάνη, που μιλούσαν για συντονισμένη ενέργεια και τους κάλεσε να πάρουν τα όπλα.
Οι πολλοί συμφώνησαν. Λίγοι, και ανάμεσα τους ο Πρωτόπαπας, του ζήτησαν να συγκρατηθεί, ώσπου να βεβαιωθούν ότι πράγματι θα κηρυχθεί επανάσταση ταυτόχρονα σε όλη την Ελλάδα. Επειδή, αν έμεναν μόνοι κινδύνευαν να χάσουν τις ελευθερίες που απολάμβαναν.
Η πρώτη εκείνη σύσκεψη έληξε χωρίς τα μέλη της να πάρουν οριστικές αποφάσεις. Η πλάστιγγα έγειρε προς τις θέσεις του Δασκαλογιάννη, όταν έφτασε το γράμμα από Μάνη και πληροφορούσε ότι είχε ξεκινήσει εκεί η επανάσταση και ο στόλος του Ορλόφ περιέπλεε την Πελοπόννησο. Σε τουρκικό έγγραφο με ημερομηνία 31 Ιανουαρίου 1770 αναφέρεται ότι ο ρωσικός στόλος απαρτιζόταν από 28 γαλιόνια των 60 τηλεβόων το καθένα, 22 φρεγάτες και τέσσερα πλοία «μπόμπα».
Ακόμα και ο συντηρητικός Πρωτόπαπας ψήφισε υπέρ της επανάστασης στην επόμενη σύσκεψη. Ως πρώτη ενέργεια, στάλθηκε στον σουλτάνο επιστολή ζητώντας του να αποσύρει τα τουρκικά στρατεύματα από την Κρήτη για να μη χυθεί άδικα αίμα. Ο σουλτάνος παρήγγειλε στον πασά της Κρήτης να ξεθεμελιώσει τα Σφακιά.
Πριν προλάβουν οι Τούρκοι να οργανωθούν, 1.800 οπλισμένοι Σφακιανοί ξεχύθηκαν από την Ανώπολη, την πατρίδα του Δασκαλογιάννη. Μάταια προσπάθησαν οι κατακτητές να ανακόψουν την ορμή τους. Το σώμα του Δασκαλογιάννη προχωρούσε ακάθεκτο, ρημάζοντας το πάντα.
Οι Τούρκοι έσπευσαν να κλειστούν στις οχυρωμένες πόλεις. Ο Δασκαλογιάννης δημιούργησε ομάδα από εκατό ευέλικτους Σφακιανούς. Τους ονόμασε «νυχτοπολεμιστές» και τους ανέθεσε να πέφτουν νύχτα στα τούρκικα χωριά, αιφνιδιαστικά, και να καταστρέφουν ο,τιδήποτε ανήκε σε Τούρκους. Στα Χανιά συγκροτήθηκε στράτευμα από 12.000 Τούρκους που ξεκίνησαν με κατεύθυνση το Ρέθυμνο. Στη μέση της απόστασης, προστέθηκαν και άλλοι 6.000. Στους συνολικά 18.000 προστέθηκαν και 4.000 εξαναγκασμένοι Έλληνες ως κουβαλητές. Από τους Σφακιανούς 300 έμειναν στη Σαμαριά για να προστατεύσουν τα γυναικόπαιδα. Οι υπόλοιποι 1.500 περίμεναν τους Τούρκους στην περιοχή Κράπη. Το στράτευμα των 18.000 Τούρκων έπεσε πάνω στους 1.500 Σφακιανούς, αλλά πετσοκόπηκε. Τις δύο πρώτες μέρες, οι Τούρκοι είχαν πάνω από 300 νεκρούς έναντι 10 νεκρών και τραυματιών Σφακιανών.
Από την επόμενη μέρα, οι Τούρκοι έβαζαν μπροστά τους σαν ασπίδα τους Έλληνες μεταφορείς και προχωρούσαν πίσω τους. Οι Σφακιανοί δεν πτοήθηκαν. Συνέχισαν να σκοτώνουν Τούρκους και, αναγκαστικά, Έλληνες. Ο μέρες περνούσαν με το τουρκικό στράτευμα συνεχώς να χάνει άνδρες. Κι ενώ οι μάχες συνεχίζονταν, από τον Χάνδακα ξεκίνησε στρατός 8.000 Τούρκων με πορεία προς τον Νότο, στα Σφακιά.
Ο Δασκαλογιάννης και οι συμπολεμιστές του αποφάσισαν να σταλούν πεντακόσιοι από τη δύναμη τους να προασπίσουν τα Σφακιά, ενώ αντιπρόσωπος τους θα πήγαινε στην Πελοπόννησο να μάθει τι γίνεται εκεί και πότε σκόπευαν οι Ρώσοι να πάνε στην Κρήτη.
Η άμυνα συνεχιζόταν σε δύο μέτωπα σκληρή, με τον Δασκαλογιάννη να βρίσκεται πότε στη μία, πότε στην άλλη τοποθεσία. Οι Σφακιανοί αντιστέκονταν στην τεράστια τουρκική πίεση «ώσπου να έρθουν οι Ρώσοι». Αντί για Ρώσους, έφτασαν τουρκικά πλοία που αποβίβασαν νέα στρατεύματα στο νησί.
Οι 1.500 Σφακιανοί μαχητές που είχαν απομείνει έπρεπε πια να τα βγάλουν πέρα με 40.000 πάνοπλους Τούρκους. Σχεδόν ταυτόχρονα, έφτασε η είδηση ότι η επανάσταση στην Πελοπόννησο είχε σβήσει και ο στόλος του Ορλόφ είχε αποπλεύσει χωρίς να ρίξει τουφεκιά. Η Μεγάλη Αικατερίνη είχε πάρει αυτά που ήθελε και είχε ειρηνεύσει με την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Στα δύο μέτωπα όπου οι Σφακιανοί συνέχιζαν να πολεμούν, η αναλογία ήταν 1 προς 27. Και ελπίδα ενισχύσεων δεν υπήρχε πια. Ξεκίνησαν να υποχωρούν, συνεχίζοντας τον πόλεμο. Αποσύρθηκαν στις Μαδάρες, τις απάτητες κορυφές των Λευκών Ορέων. Οι Τούρκοι μπήκαν στα σφακιανά χωριά και κυριολεκτικά τα ξεθεμελίωσαν. Οι Σφακιανοί ρίχνονταν ξαφνικά πάνω τους, τους πετσόκοβαν και αποσύρονταν. Ο κλεφτοπόλεμος στοίχιζε στους Τούρκους κεφάλια και περιουσίες. Τρόπο αντίδρασης δεν είχαν. Ό,τι ήταν να κάψουν στα Σφακιά και να το ξεθεμελιώσουν, το είχαν ήδη κάνει. Οι Σφακιανοί δεν είχαν πια τίποτα να χάσουν.
Ο πασάς, που είχε χάσει 6.000 άνδρες, έστειλε επιστολή στον Δασκαλογιάννη με την οποία του υποσχόταν ότι θα εκκένωνε αμέσως τα Σφακιά αν ο ίδιος και μόνο αυτός παραδινόταν. Η επιστολή συνοδευόταν και από άλλη του αιχμάλωτου αδελφού του, που τον διαβεβαίωνε ότι πως δεν είχε τίποτα να φοβηθεί αν εμφανιζόταν μπροστά στον πασά. Μόνο που ο αδελφός του είχε βάλει και ένα σημάδι που ειδοποιούσε τον Δασκαλογιάννη ότι τον περίμενε ο θάνατος αν παρουσιαζόταν.
Ο Δασκαλογιάννης σκέφτηκε ότι ναι μεν θα τον σκότωναν, αλλά ο πόλεμος θα τελείωνε. Και ήταν αυτός που είχε παρασύρει τους συμπατριώτες του να επαναστατήσουν. Αποφάσισε να παρουσιαστεί στον πασά. Εκείνος αρχικά τον δέχτηκε καλά. Πάνω απ’ όλα ήθελε ένα χαρτί που να βεβαιώνει «κάθε ενδιαφερόμενο» ότι νίκησε. Το χρειαζόταν για να γλυτώσει το δικό του κεφάλι σε πιθανή κλήση του στην Κωνσταντινούπολη.
Για να γλυτώσουν τον αρχηγό τους οι Σφακιανοί το έστειλαν ως συνθήκη: έχασαν, στο εξής θα πληρώνουν ετήσιο φόρο 5.000 γρόσια, θα συνέχιζαν να ζουν όπως πριν την επανάσταση, αλλά ο Δασκαλογιάννης θα έμενε τρία χρόνια στον Χάνδακα φιλοξενούμενος του πασά.
Ο τουρκικός στρατός επέστρεψε στον Χάνδακα «νικητής». Ο Δασκαλογιάννης περιορίστηκε στο μέγαρο της διοίκησης συντροφιά με την κόρη του. Πήγαν να τον επισκεφτούν 7 ιερείς και 75 Σφακιανοί καπετάνιοι. Ρίχτηκαν στις φυλακές. Ο πασάς έβαλε τον Δασκαλογιάννη να γράψει στα υπόλοιπα αδέλφια του να τον επισκεφτούν. Αυτός ανταποκρίθηκε, αλλά έβαλε το γνωστό σημάδι που σήμαινε θάνατο. Τα αδέλφια του Δασκαλογιάννη ποτέ δε φάνηκαν. Πέρασαν τρεις μήνες και ο πασάς είχε πια απελπιστεί ότι θα τους πιάσει. Διέταξε να θανατωθεί ο Δασκαλογιάννης. Η εκτέλεση ήταν αντάξια του τουρκικού πολιτισμού. Τον έγδαραν ζωντανό στις 17 Ιουνίου 1771.
Ο αιχμάλωτος αδελφός του που είδε το μαρτύριο του Δασκαλογιάννη έχασε τα λογικά του. Η κόρη του, Ανθούσα, αυτοκτόνησε πέφτοντας σε πηγάδι. Η κόρη του Μαρία, που τον είχε ακολουθήσει στον Χάνδακα, δόθηκε ως σύζυγος του Αμπλού Αχμέτ πασά, διευθυντή οικονομικών υποθέσεων του νησιού, που την αγάπησε και της επέτρεψε να διατηρήσει την χριστιανική της πίστη. Ο Αμπλού Αχμέτ γύρισε στην Κωνσταντινούπολη ως υπασπιστής του σουλτάνου. Έτσι η Μαρία έζησε αρχοντικά, έχοντας μετατρέψει ένα δωμάτιο του σπιτιού της σε κρυφό εκκλησάκι. Στα 1820, χήρα πια, πήγε καλόγρια στη Τήνο. Το 1821, χρηματοδότησε την επανάσταση στην Κρήτη. Πέθανε το 1823.
Η σύζυγος του Δασκαλογιάννη, οι γιοι του και τα αδέλφια του κατέφυγαν στα Κύθηρα. Ο ένας από τους γιους του Δασκαλογιάννη έγινε ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Οι δύο έγιναν καπετάνιοι στα καράβια του Ανδρέα Κριαρά και ο τέταρτος αρχηγός σωματοφυλακής του Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη ήταν το πρώτο σκίρτημα ελευθερίας στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, αλλά και η πρώτη οδυνηρή εμπειρία για τις τραγικές συνέπειες της αποτυχίας.
Pingback: Χαΐνηδες | δρακοπουλιάδα
Pingback: Η Επανάσταση στην Κρήτη | δρακοπουλιάδα