Ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος (976-1025)

Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του άτεκνου Ιωάννη Τσιμισκή, ο θρόνος περιήλθε στα χέρια των δύο νόμιμων κληρονόμων της Μακεδονικής Δυναστείας, Βασίλειο και Κωνσταντίνο, οι οποίοι τότε ήταν έφηβοι, 18 και 16 ετών αντίστοιχα. Ο Βασίλειος Β’ υπήρξε άνθρωπος με σιδερένια θέληση, σπάνια συναίσθηση του καθήκοντος και ασύγκριτο δυναμισμό. Διέθετε εξαιρετικές ικανότητες, στρταιωτικές, πολιτικές και διοικητικές.

Ο Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος
Ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος

Οι δύο νεαροί αυτοκράτορες Βασίλειος και Κωνσταντίνος λόγω της ηλικίας και λόγω της απειρίας τους βρέθηκαν απροετοίμαστοι για την άσκηση της εξουσίας, η οποία μοιραίως παρέμεινε στον παρακοιμώμενο Βασίλειο, τον πρόεδρο της Συγκλήτου και θείο των δύο αυτοκρατόρων.

Από το 976 μέχρι το 985 κυβέρνησε την αυτοκρατορία ο πολυμήχανος ευνούχος ο οποίος διέθετε έξοχα διοικητικά προσόντα. Ο ίδιος ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος ομολογεί πως κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, πολλά πράγματα έγιναν χωρίς την θέληση του, γιατί ο πρόεδρος Βασίλειος αποφάσιζε ο ίδιος τα πάντα σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Για να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν μακρύτερο χρόνο στην εξουσία, φρόντιζε να παραμελείται η αγωγή των δύο βασιλοπαίδων, εκ των οποίων ο μεν Κωσταντίνος ήταν επιρρεπής στις ηδονές, ακόλαστος και επιπόλαιος και ενδιαφερόταν για τους αγώνες του Ιπποδρόμου περισσότερο από τις υποθέσεις του κράτους, ενώ αντίθετα ο Βασίλειος ήταν εγκρατής, σοβαρός ενεργητικός, καρτερικός, αποφασιστικός, αυστηρός, λιτός και απέρριτος.

Το έτος 985 υπήρξε πολύ σημαντικό για τον νεαρό αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, γιατί κατά την χρονιά αυτή απομάκρυνε από την αρχή και καταδίκασε σε εξορία τον παρακοιμώμενο Βασίλειο. Ο Βασίλειος Β’ δεν ήταν πια ο άπειρος νεανίας που χρειάζεται κηδεμονία και καθοδήγηση. Είχε τώρα αποκτήσει αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα, στοιχεία τα οποία συνδυαζόμενα και με την αναφαινόμενη δίψα του για εξουσία και με την αγανάκτηση για τον συνεχιζόμενο παραγκωνισμό του, γέννησαν μέσα στην ψυχή του μίσος για τον άνθρωπο που του επέβαλε μια πολιτική διαφορετική από αυτή που ο ίδιος ήθελε να εφαρμόσει. Φαίνεται ότι αντιλαμβανόμενος ο παρακοιμώμενος την επερχόμενη προς το πρόσωπό του δυσμένεια, εξύφανε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα.

Ο Βασίλειος Β’ πρόλαβε τη συνωμοσία πριν εκδηλωθεί, συνέβαλε τον παρακειμώμενο, δήμευσε την περιουσία του, που ήταν τεράστια, και τον περιόρισε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο πέθανε αναπολώντας τις παλιές ημέρες της παντοδυναμίας του.

Ο Βασίλειος Β’ υπήρξε ευαίσθητος στα κοινωνικά ζητήματα. Γι’ αυτό και η πολιτική του υπήρξε φιλολαϊκή και αντιαριστοκρατική. Το αποκορύφωμα της αντιαριστοκρατικής του πολιτικής ήταν το «Αλληλέγγυον» (1002). Αυτό υπήρξε μέτρο φορολογικής πολιτικής, με το οποίο υποχρεώνονταν οι δυνατοί να καταβάλλουν τους φόρους των πτωχών καλλιεργητών, οι οποίοι καταστραφεί οικονομικά κυρίως λόγω των μακροχρόνιων πολέμων.

Υπήρχαν και πολλές περιπτώσεις αγροτών οικογενειαρχών, οι οποίοι σκοτώθηκαν στους πολέμους και έπειτα οι οικογένειες τους δεν ήταν δυνατόν να καταβάλλουν κανονικά τους φόρους τους στο κράτος, το οποίο όμως, λόγω των πολεμικών δαπανών αδυνατούσε να παράσχει φορολογική απαλλαγή στις ορφανεμένες αυτές οικογένειες των αγροτών-στρατιωτών.

Έτσι ήταν ανάγκη όπως αναφέρει ο Καραγιαννόπουλος «να εξισορροπηθούν κάπως τα βάρη που εκαλούντο αι διάφοραι βυζαντιναί τάξεις να βαστάσουν». Η εξισορρόπηση αυτή επιτεύχθηκε με το «Αλληλέγγυον», που υπήρξε αποφασιστικό μέτρο, το οποίο είχε τις παρακάτω τρεις συνέπειες: α) κατάφερε ισχυρό χτύπημα στην απληστία και την αρπακτικότητα των δυνατών, β) ανακούφισε τους πτωχούς στρατιώτες καλλιεργητές ή τις οικογένειες τους, αν αυτοί είχαν σκοτωθεί στους πολέμους, και γ) εξασφάλιζε με τον ασφαλέστερο τρόπο έσοδα στο κράτος, το οποίο είχε ανάγκη από χρήματα, για να αντιμετωπίσει τις τεράτιες πολεμικές δαπάνες.

Ο Βασίλειος Β’ αφού, μετά από μακροχρόνιους πολέμους, νίκησε τους Βούλγαρους στην Χερσόνησο του Αίμου, τους Άραβες, τους Αρμένιους και τους Ίβηρες (Γεωργιανούς) στην Ανατολή, προετοιμαζόταν σε ηλικία 72 ετών να εκστρατεύσει εναντίον των Αράβων της Σικελίας. Έστειλε, μάλιστα, ως προπομπό στην Σικελία τον πρωτοσπαθάριο Ορέστη με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις. Όμως δεν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί αυτή η εκστρατεία, γιατί ο Βασίλειος Β’ προσβλήθηκε από αιφνίδια ασθένεια και πέθανε στις 15 Δεκεμβρίου του 1025, σε ηλικία 72 ετών, αφού αβσιλευσε 50 χρόνια (από τις 12 Ιανοαυρίου 976 έως τις 15 Δεκεμβρίου 1025).

Ο Βασίλειος Β’ έμεινε ανύπανδρος σε όλη του τη ζωή. Λίγο πριν από τον θάνατό του υπέδειξε ως διάδοχο του τον αδελφό του, ο οποίος ήταν συναυτοκράτορας του χωρίς να λαμβάνει ενεργό μέρος στη διακυβέρνηση της Αυτοκρατορίας.

Ενώ είχε ετοιμάσει μεγαλοπρεπή τάφο για τον ευατό του στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, κοντά στους τάφους των προκατόχων του, την τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη και έδωσε εντολή να ενταφιαστεί στο ναΐσκο του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, που βρισκόταν έξω από τα τείχη της Βασιλεύουσας στο Έβδομον, όπου γίνονταν συνήθως στρατιωτικές συγκεντρώσεις.

Ο Βασίλειος Β’ κληροδότησε μία Αυτοκρατορία, της οποίας το μεγαλείο, η δύναμη και η ευημερία είχαν φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η ακμή της και τα όρια της συναγωνίζονταν με την ακμή και τα όρια των εποχών του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Ιουστινιανού. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1025 εκτεινόταν προς Ανατολάς μέχρι την Κολχίδα, τις οροσειρές της Αρμενίας, τον Ευφράτη ποταμό και την Άνω Συρία, προς τα βόρεια έφτανε μέχρι τον Δούναβη, προς τα δυτικά μέχρι την Αδριατική και την Κροατία. Επίσης περιελάμβανε ένα σημαντικό τμήμα της Νότιας Ιταλίας και την Κύπρο. Ο μεγάλος αυτοκράτορας, με τους πολέμους, είχε ενσωματώσει στην Αυτοκρατορία ένα αχανές σλαβικό βασίλειο (το βουλγαρικό), ενώ ένα άλλο, ακόμη μεγαλύτερο, βρισκόταν κάτω από την πνευματική του επιρροή (το ρωσικό).

Κατά τον Γουσταύο Σλουμπερζέ «η βασιλεία του υπήρξε μακροτάτη καθ’ όλην την ύπαρξιν της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και μία των πλέον μακροχρονίων της παγκοσμίου Ιστορίας… Με το θάνατον του Βασιλείου Β’ εξέλιπεν η μεγαλυτέρα και ενδοξοτέρα φυσιογνωμία του μεσαιωνικού Ελληνισμού».