Ήδη από τα μέσα της Εποχής του Χαλκού ο ήλιος λατρευόταν από τις προϊστορικές κοινότητες μεγάλου τμήματος της Ευρώπης. Οι άνθρωποι τον απεικόνιζαν με τη μορφή ακτινωτού τροχού. Προφανώς είχαν επιλέξει τον τροχό ως σύμβολο εξαιτίας του σχήματος του και του στοιχείου της κίνησης, κοινού και στον τροχό και στον ήλιο.

Στην πρώιμη Εποχή του Σιδήρου οι πληροφορίες για τη φύση της λατρείας του ουρανού και του ήλιου είναι αναπόφευκτα έμμεσες, αλλά μια ορισμένη επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά είναι ενδεικτική του πώς οι πιστοί αντιλαμβάνονταν και αντιμετώπιζαν τη δύναμη του ήλιου. Οι πολεμιστές φορούσαν ηλιακά φυλαχτά για να προστατεύονται από τον κίνδυνο στη μάχη, οι νεκροί θάβονταν μαζί με μινιατούρες σύμβολα του ήλιου, ίσως για να φωτίσουν το σκοτεινό ταξίδι τους στον Άλλο Κόσμο. Οι πιστοί προοσέφεραν ομοιώματα τροχών σε ιερά όπως αυτό της Αλεσίας στη Βουργουνδία, και τα έριχναν σε ποτάμια όπως ο Σηκουάνας, ο Ουάζ και ο Μάρνης ως αναθηματικές προσφορές.
Κατά την ρωμαιοκελτική περίοδο στη Βρετανία και στην Ευρώπη η ηλιακή θρησκεία γνώρισε μεγάλη άνθηση. Οι μαρτυρίες φανερώνουν μια λατρεία πολύμορφη και περίπλοκη. Οι δυνάμεις του ήλιου παρουσιάζονται να έχουν πολλές λειτουργίες και επιδράσεις. Κατά την περίοδο αυτή η εικόνα του θεού-ήλιου, συνδυασμένη με τον τροχό ως έμβλημα, δείχνει ότι οι Κέλτες αντιλαμβάνονταν τη δύναμη του ήλιου με ανθρώπινη μορφή. Ίσως προηγήθηκε η κατά την ύστερη Εποχή του Σιδήρου απεικόνιση του τροχού-θεού στον λέβητα του Γκούντεστρουπ της Δανίας που χρονολογείται τον 2ο-1ο π.Χ. αιώνα.
Η πλέον επιφανής ρωμαιοκελτική εικονογραφία αναπαριστά τον ηλιακό τροχό-θεό να συγχέεται, ως ένα βαθμό, με τη εικόνα του ρωμαϊκού θεού του ουρανού Jupiter (Δία). Ένα αγαλματίδιο ενός τροχοφόρου θεού από το Λαντουζύ της Γαλλίας αφιερωμένο στον Δία εκφράζει αυτήν τη παράδοση.
Η σύνδεση ήλιου και πολέμου, γνωστή από την Εποχή του Σιδήρου, συνεχίζεται στη ρωμαιοκελτική φάση, όταν μια ξεχωριστή ομάδα εικόνων δείχνει τον θεό του ήλιου/ουρανού να παλεύει ενάντια στις δυνάμεις του σκότους και του κακού. Τα γλυπτά αυτά στεφανώνουν υψηλούς σαν δέντρα στύλους γνωστούς ως «κολόνες του Δία-Γίγαντα», γιατί είναι αφιερωμένοι στον ρωμαϊκό θεό του ουρανού.
Αν και η απεικόνιση του νικητή που καταβάλλει τον εχθρό έχει ίσως τις ρίζες της στη ρωμαϊκή τέχνη, οι παραστάσεις στην κορυφή αυτών των κιόνων εκφράζουν εντούτοις μια κελτική θρησκευτική παράδοση, όπου ο θεός του φωτός και της ζωής είναι έφιππος, κραδαίνει τον προστατευτικό ηλιακό τροχό του ως ασπίδα και τον κεραυνό του ως όπλο, και γκρεμίζει τις υποχθόνιες δυνάμεις που παρίστανται ως ένας γίγαντας με φιδίσια μέλη.
Η σχέση ήλιου και πολέμου δεν περιορίζεται στους στύλους του Δία. Το όνομα του πολεμικού θεού Μπελατονκάντρους της Β. Βρετανίας σημαίνει «Ωραίος και Λαμπρός», ο γαλατικός Άρης Λουκέτιους, που τον επικαλούνται στο Μπαθ μαζί με τη σύντροφο του Νεμετόνα, έχει και αυτός επώνυμο που παραπέμπει στο φως.
Τα άλογα συνδέονταν στενά με την ηλιακή λατρεία. Τα θεωρούσαν ζώα με επαρκή ταχύτητα και γόητρο ώστε να μεταφέρουν τον θεό του ουρανού στη μάχη, αλλά η σύνδεση τους με τον ήλιο πηγαίνει πολύ μακρύτερα. Σε πολλούς ινδοευρωπαϊκούς μύθους για τον ήλιο, ο ηλιακός δίσκος θεωρείται ότι μεταφέρεται στον ουρανό μέσα σε άρμα που το σέρνουν άλογα. Το άρμα του ελληνικού θεού Απόλλωνα ήταν το πρότυπο για την πίσω όψη πολλών κελτικών νομισμάτων: οι Κέλτες τεχνίτες συχνά περιορίζονταν στην απεικόνιση ενός μόνο αλόγου, ενός τροχού άρματος και ενός μεγάλου ακτινωτού ηλιακού δίσκου στον ουρανό.