Οι τουρκικοί λαοί στην Ανατολία

Οι προ-οθωμανικοί τουρκόφωνοι λαοί αποτέλεσαν μια μεγάλη ομοσπονδία τουρανικών φυλών κοινής κεντροασιατικής καταγωγής από τους Ογούζους των Αλταΐων ορέων. Πρωτοεμφανίστηκαν δυναμικά από τον 4ο αιώνα με τις εισβολές των Ούννων, του πρώτου τουρκικού λαού που διά μέσου των τουρκικών στεπών εισέβαλε στην Ευρώπη. Το κράτος, με το οποίο οι τουρκικοί λαοί ήρθαν σε πυκνότερη επαφή σχεδόν επί έντεκα αιώνες, ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Οι τουρκικοί λαοί στην Μικρά Ασία
Εικόνα από το Χρονικό του Ιωάννη Σκυλίτζη που απεικονίζει ανταλλαγή αλληλογραφίας μεταξύ του Βυζαντινού Αυτοκράτορα και του χαλίφη

Οι τουρκικοί λαοί

Το Βυζάντιο αντιμετώπισε αλλεπάλληλες επιθέσεις συνεχών «κυμάτων» Τούρκων στο βόρειο μέτωπο (Ούννοι, Άβαροι, Ουτίγουροι, Κουτρίγουροι, Ονόγουροι Βούλγαροι, Ούγγροι, Ούζοι, Πατζινάκοι ή Πετσενέγγοι και Κομάνοι), καθώς και στο ανατολικό μέτωπο (Σελτζούκοι, Αρτουκίδες, Ντανισμεντίδες, Τουρκομάνοι, αλλά και Μογγόλοι και Τούρκοι των μικρασιατικών εμιράτων), μέχρι ότου το ραγδαίο αναπτυσσόμενο οθωμανικό σουλτανάτο ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις, ιδρύοντας μέσα σε διάστημα τριών αιώνων μία από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες, την Οθωμανική (14ος-16ος αιώνας).

Η επιστήμη θεωρεί κοινούς εθνολογικούς και φυλετικούς προγόνους των διαφόρων τουρκικών φυλών του Μεσαίωνα τους Ογούζους Τούρκους, μια μεγάλη συνομοσπονδία νομαδικών λαών στην αχανή κεντροασιατική στέπα, αν και πρέπει να τονιστεί ότι υπήρχαν ορισμένες γλωσσικές διαφορές ανάμεσα στους λαούς αυτούς, που στα αραβικά και περσικά κείμενα αποκαλούνται «Γουζ» και στα τουρκικά «Ογούζ».

Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για τις αρχικές τους εγκαταστάσεις στη Μογγολία, νότια της Βαϊκάλης Λίμνης, προέρχονται από επιγραφές του ποταμού Ορχόν βόρεια της Κίνας, και χρονολογούνται στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες. Τον 6ο αιώνα ο πολυαριθμότερος κλάδος τους οι «Εννέα Ογούζοι», κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια εκτενή τουρανική νομαδική αυτοκρατορία, έναν εκτενή συνασπισμό που χαρακτηριζόταν από χαλαρή συνεκτικότητα καθώς και από την υιοθέτηση τουρανικών διαλέκτων του νοτιοδυτικού ασιατικού γλωσσικού κλάδου.

Κατά τον 9ο και 10ο αιώνα ο ογκώδης αυτός συνασπισμός διασπάστηκε. Το πυκνότερο τμήμα του εγκαταστάθηκε σταδιακά στις περιοχές της Υπερωξιανής, ανατολικά της Αράλης λίμνης, στις εύφορες κοιλάδες μεταξύ των ποταμών Ιαξάρτη και Ωξού. Τον 10ο αιώνα κύριο κέντρο των Ογούζων Τούρκων έγινε η πόλη Τζαντ, στον κάτω ρου του Ιαξάρτη, ενώ στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα το σημαντικότρο ανάμεσα στα ογουζικά φύλα, οι Σελτζούκοι Τούρκοι, ασπάστηκαν τη μουσουλμανική θρησκεία. Σημαντικές αναφορές στους Ογούζους των πρώτων αιώνων έκανα και τα κινεζικά χρονικά του πρώιμου Μεσαίωνα.

Οι Τούρκοι ανήκαν φυλετικά στον κεντροανατολικό ασιατικό τύπο αλλά και στον κεντροδυτικό που στην επιστήμη είναι αντίστοιχα γνωστοί ως ουραλοαλταϊκός ή φιννουγριανός ή φιννοουγγριτικός. Οι βυζαντινές πηγές παρέχουν πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία και την εξέλιξη των τουρκικών φυλών του Μεσαίωνα, ιδιαίτερα για την περίοδο 4ος-13ος αιώνας, ενώ και για τους Οθωμανούς (τέλη 13ου αιώνα και εξής) οι μαρτυρίες των βυζαντινών χρονικών είναι σημαντικότατες: οι Βυζαντινοί ιστορικοί χρησιμοποιούν αρχαιοπρεπείς επικλήσεις για τους διάφορους τουρκικούς λαούς των Βαλκανίων, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής καθώς και της κεντρικής και Άπω Ασίας, όπως «Σκύθες». «Ταυροσκύθες», «Παίονες», «Πέρσες». Οι Βούλγαροι του Α’ βασιλείου αποκαλούνταν «Μοισοί» ή και «Ούννοι», ενώ ως «Τόχαροι» ή «Μουγούλιοι» ήταν γνωστοί οι Μογγόλοι και Τάταροι. Τέλος, ιδίως για τους Τούρκους της Ανατολής χρησιμοποιούνταν και οι όροι «Σαρακηνοί» και «Μουσουλμάνοι».

Οι Σελτζούκοι Τούρκοι μέσα σε λίγες δεκαετίες κατέλαβαν μεγάλες εκτάσεις σε Περσία, Μεσοποταμία, Ινδία, Συρία, Μικρά Ασία, αλλά και στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν. Το 1040 συνέτριψαν σε μάχη τους ιρανόφωνους Γανζεβίδες και το 1055 ο μεγάλος τους κατακτητής, Τογρούλ Μπεγ. κατέλαβε τη Βαγδάτη και έγινε ο πρώτος Σελτζούκος «σουλτάνος» και επικυρίαρχος το χαλιφάτου των Αββασιδών.

Οι Σελτζούκοι Τούρκοι και το Βυζάντιο

Το Βυζάντιο αρχικά ήρθε σε πολεμικές συγκρούσεις με τους τρεις πρώτους Σελτζούκους σουλτάνους Τουγρούλ Μπεγ, Αλπ Αρσλάν, και Μαλίκ Σαχ. Το κυριότερο γεγονός των σχέσεων αυτών υπήρξε η μεγάλη ήττα της Αυτοκρατορίας στη μάχη του Μαντζικέρτ, που έβαλε τη σφραγίδα της στις απαρχές της απώλειας της ελληνικής Μικρασίας, παρά το γεγονός ότι ο νικητής της μάχης Αλπ Αρσλάν δεν είχε αρχικό στόχο το χριστιανικό Βυζάντιο, αλλά τους εχθρούς του αιρετικούς (σιίτες) μουσουλμάνους της Αιγύπτου, τους Φατιμίδες.

Στη μακρά περίοδο δύο αιώνων (11ος-13ος) οι βυζαντινοσελτζουκικές σχέσεις πέρασαν διάφορα στάδια και το σημαντικότερο γεγονός τους υπήρξε η δεύτερη μεγάλη ήττα των Βυζαντινών στη μάχη του Μυριοκέφαλου, που έθεσε τέρμα στις βυζαντινές φιλοδοξίες για πιθανή ανακατάληψη της Ανατολίας.

Το αξιολογότερο ίσως τμήμα των σχέσεων του Βυζαντίου με τους Σελτζούκους Τούρκους συνδέεται με τις συχνότατα μαρτυρούμενες πολιτιστικές τους επαφές και με ποικίλες καλλιτεχνικές ανταλλαγές και αλληλεπιδράσεις, ενώ ορισμένες πτυχές της διοίκησης των Σελτζούκων πιθανόν να επηρεάστηκαν από βυζαντινά πρότυπα.

Το Οθωμανικό εμιράτο

Η παρακμή των Σελτζούκων που εκτός από αξιόλογο διοικητικό σύστημα ανέπτυξαν και σημαντικότατο πολιτισμό με έδρα την πρωτεύουσα τους Ικόνιο, έλαβε γρήγορους ρυθμούς μετά τη μεγάλη ήττα του σουλτάνου Καϊχοσρόη Β’ από τους Μογγόλους στη μάχη των Σατάλων ή Κιοσέ Νταγ το 1243, την οποία ακολούθησε ένα καθεστώς μογγολικής επικυριαρχίας από τους Ιλχανίδες στην κεντροανατολική Μικρά Ασία.

Εκεί, άρχισαν σταδιακά να εγκαθιδρύονται διάφορα διάδοχα των Σελτζούκων τουρκομανικά εμιράτα, ένα των οποίων, το Οθωμανικό. Το τελευταίο από τις αρχές του 14ου αιώνα άρχισε να ξεχωρίζει στη περιοχή μέχρις ότου απορρόφησε τα υπόλοιπα εμιράτα ως το β’ μισό του 15ου αιώνα και να μετεξελίχθηκε σε μια ισχυρή Αυτοκρατορία.

3 Σχόλια

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *