Οι Σουλιώτες

Στην Ήπειρο εκτός από τους κατά τόπους οπλαρχηγούς υπήρχε και μια εστία στρατιωτικής αλκής, το Σούλι, η μόνη ελεύθερη περιοχή μέσα στην αναστατωμένη χώρα. Οι κάτοικοι του, οι Σουλιώτες, οχυρωμένοι πάνω στις απόκρημνες νοτιοδυτικές διακλαδώσεις του Ολύτσικα της Μολοσσαίας, συσπειρωμένοι βαθμιαία πρώτα σε μια αξιόλογη τετράκωμη στρατιωτική κοινότητα (Σούλι, Κιάφα, Σαμονίβα, Αβαρίκο) και έπειτα με άλλα 7 γύρω χωριά σε μια ανεξάρτητη στρατιωτική ομοσπονδία, αποτελούσαν μαζί με τους Παρασουλιώτες, μια ελπιδοφόρα για το μέλλον δύναμη κρούσης από 2.300 εμπειροπόλεμους άνδρες.

Οι Σουλιώτες
Σουλιώτης

Ζούσαν κατά τον πατριαρχικό τρόπο, δηλαδή κατά φάρες, από τις οποίες επισημότερες ήταν του Ζέρβα, Τζαβέλα, Δαγκλή, Κουτσονίκα, Μπότσαρη, Φωταμάρα, Μαλάμου. Όλες αυτές καθώς και άλλες έδωσαν εξαίρετους αγωνιστές της ελευθερίας. Ύστερα από ένα διάλειμμα 17-18 χρόνων εξορίας στα Επτάνησα, όπου υπηρέτησαν διαδοχικά υπό Ρώσους, Γάλλους και Άγγλους, ξαναγύρισαν στα αγαπημένα τους χώματα, μετά την επικήρυξη του Αλή πασά από τον σουλτάνο το 1820.

Σφηνωμένοι στα βουνά τους, όπου τους επισκέφθηκε και τους οργάνωσε ο απόστολος της Φιλικής Εταιρείας, Χριστόφορος Περραιβός, αποτελούσαν έναν ελληνικό προμαχώνα στα νώτα των σουλτανικών στρατευμάτων που πολεμούσαν τον Αλή. Οι Σουλιώτες ήταν οι μόνοι από τους Έλληνες που δεν αναγνώρισαν την εξουσία του Αλή πασά, και υπήρξαν οι αδυσώπητοι εχθροί του. Κυκλωμένοι μέσα στην περιοχή τους από εχθρούς ήταν επόμενο να χρησιμοποιούν κάθε δυνατό τρόπο πολεμικής τακτικής, ώστε να μην υποκύψουν. Έτσι η ανάγκη και η πείρα δεκάδων χρόνων τους είχε διδάξει ιδιότυπη στρατιωτική τακτική, άγνωστη στους άλλους Έλληνες και στους αντιπάλους τους Τούρκους και Τουρκαλβανούς.

Αντίθετα προς τους τελευταίους που συνήθιζαν να πολεμούν πάντα με το φως της ημέρας και να αρχίζουν τη μάχη το νωρίτερο τα χαράματα, οι Σουλιώτες, όπως και οι ολιγάριθμες κλέφτικες ομάδες, δεν περιφρονούσαν τις νυχτερινές επιχειρήσεις, τον «νυχτοπόλεμο». Οι Σουλιώτες ήταν εξαίρετοι και φημισμένοι νυχτομάχοι, γιατί το σκοτάδι τους προφύλαγε και δημιουργούσε στον εχθρό την εντύπωση ότι οι δυνάμεις τους ήταν πολλαπλάσιες από ό,τι ήταν στην πραγματικότητα. Έτσι επιτύγχαναν να δημιουργούν πανικό στους αντιπάλους τους και να τους κατατροπώνουν.

Άλλο χαρακτηριστικό των Σουλιωτών, που οφειλόταν ασφαλώς στην ολιγανδρία τους, είναι ότι δεν πολεμούσαν με διάταξη σε βάθος, όπως οι άλλοι Έλληνες και οι εχθροί τους, αλλά εφάρμοζαν την αραίωση μεταξύ τους σε ευθεία γραμμή ακροβολισμού. Η ολιγαριθμία τους επίσης και η φειδώ στα πυρομαχικά τους υπαγόρευε να μη ρίχνουν πυρά ομαδόν, αλλά να πυροβολούν κατά βούληση σημαδεύοντας έναν οπλισμένο εχθρό. Ομοβροντίες έρριχναν μόνο, όταν έκαναν ορμητική έφοδο και ήθελαν να τρομοκρατήσουν τους αντιπάλους τους ή για να εγκαρδιώσουν φιλικό σώμα στρατού, που κινδύνευε και σε βοήθεια του οποίου έσπευδαν, ή στο τέλος για να γιορτάσουν τη νίκη τους. Εξυπακούεται ότι οι αρχηγοί τους μάχονταν στις πρώτες γραμμές και αψηφούσαν τον κίνδυνο.

Οι Σουλιώτες αποτελούσαν πραγματικά τις επίλεκτες μονάδες του στρατού που θα πολεμούσε στον αγώνα της ανεξαρτησίας. Ο κόμης Pecchio, που τους γνώρισε σε ταξίδια που πραγματοποίησε στην επαναστατημένη Ελλάδα, τους συγκρίνει με άλλους ονομαστούς Ευρωπαίους στρατιώτες και τους χαρακτηρίζει με τα εξής -ανάμεσα στα άλλα- κολακευτικά: «Καλοκαμωμένοι καθ’ όλα, είναι γενναίοι σαν λιοντάρια και ευκίνητοι σαν τραγιά. Είδα τους περήφανους γρεναδιέρους του Ναπολέοντα και γνωρίζω τις περήφανες αγγλικές φρουρές. Μα μου φαίνεται πως οι Σουλιώτες ξεπερνούν και εκείνους και αυτούς».

Με πληροφορίες από: https://www.ekdotikeathenon.gr/istopia-toy-ellhnikoy-ethnoys-p16.html

3 Σχόλια

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *