Οι Σέρρες είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Μακεδονίας. Κτίστηκαν πριν από 3200 χρόνια. Η πόλη ιδρύθηκε στη σημερινή θέση, καθώς ο λόφος της Ακροπόλεως ήταν ο πλέον ενδεδειγμένος για την οχύρωσή της. Πρόκειται για ένα από τα πιο ταραγμένα σταυροδρόμια της Ευρώπης, πέρασμα πληθώρας στρατών και λαών. Είναι μια από τις λίγες αρχαίες πόλεις του πολύπαθου ελληνικού χώρου που κατόρθωσε να διατηρήσει αδιάλειπτη ζωή από την αυγή των ιστορικών χρόνων μέχρι σήμερα.
Ο Ηρόδοτος την αναφέρει με το όνομα Σίρις και τον εθνικό προσδιορισμό «Παιονική», τους δε κατοίκους Σιροπαίονες. Μετά τον Ηρόδοτο, τη μνημονεύει ο Θεόπεμπος ως Σίρρα, το εθνικόν Σιρραίος. Αργότερα, ο Ρωμαίος Τίτος Λίβιος την αποκαλεί Siras (= Σίραι, στον πληθυντικό) και την εντοπίζει στην Οδομαντική. Τέλος, ο Στέφανος Βυζάντιος γράφει: «Σίρις εν Παιονία» και «Σιριοπαίονες».
Το αρχαιότερο επιγραφικό μνημείο που διασώζει τη γραφή «Σιρραίων πόλις» είναι ρωμαΐκής εποχής και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών. Με το όνομα Σέρραι μνημονεύεται από τον 5ο αιώνα μ.Χ. και αργότερα με την παραλλαγή Φέρραι. Το όνομα Σίρις προέρχεται, ίσως, από την λέξη σίριος = ήλιος.
Το 496 π.Χ. ο σατράπης των Περσών στη Θράκη Μεγάβαζος εκστράτευσε εναντίον των κατοίκων της Σίριος μετά από εντολή του βασιλιά των Περσών, Δαρείου Α. Οι ηττημένοι Σιριοπαίονες οδηγήθηκαν ως σκλάβοι στην Ασία, αφού παρέδωσαν τη χώρα τους στους Θράκες Οδόμαντες. Η πόλη ονομάστηκε τότε Σίρις ή Όδομαντική.
Ο ιστορικός Θεόπομπος τη χαρακτηρίζει θρακική πόλη, πριν ακόμη αποτελέσει τμήμα του βασιλείου του Φιλίππου Β’ (357 π.Χ.). Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος αναφέρει ότι ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος είχε στρατοπεδεύσει σε πεδιάδα κοντά στην πρωτεύουσα της Οδομαντικής. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Μακεδονίας και τη διαίρεση της σε τέσσερα τμήματα, η πόλη έχασε την αυτονομία της και προσαρτήθηκε στο πρώτο τμήμα με πρωτεύουσα την Αμφίπολη.
Η αρχαία πόλη περιλάμβανε την περιτειχισμένη ακρόπολη στην κορυφή του λόφου αλλά το κυρίως αστικό τμήμα της, που απλωνόταν στις νότιες επικλινείς υπώρειες, ανάμεσα σε δύο χείμαρρους. Η ρωμαϊκή νεκρόπολη ξεκινούσε από τη ΝΔ παρειά του λόφου και εκτεινόταν και την απέναντι όχθη του χειμάρρου, της Κλομπιοτίτζας. Εκεί, αποκαλύφτηκαν αρκετά ρωμαϊκά επιτύμβια ενεπίγραφα μνημεία, που μας πληροφορούν για την κοινωνική, θρησκευτική και πολιτική οργάνωση της πόλης. Από αυτά γνωρίζουμε ότι το άστυ είχε ανεξάρτητη διοίκηση και διέθετε δήμο, βουλευτές, αγορανόμους, γυμνασίαρχο, αρχιερέα και αγωνοθέτη. Επί βασιλείας του Σεπτίμιου Σεβήρου (192-211 μ.Χ.), η Σίρις κατείχε σημαντική θέση ανάμεσα στις υπόλοιπες πόλεις της Οδομαντικής, οι οποίες είχαν συγκροτήσει μάλιστα κοινή συνομοσπονδία , «Πεντάπολη», με έδρα την ίδια.
Με το όνομα Σέρρες η πόλη αναφέρεται από τον 5ο μ.Χ. αιώνα και έπειτα. Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε πολύ νωρίς στις Σέρρες και στην περιοχή της. Ο Απόστολος Παύλος πέρασε τρεις φορές από την περιοχή αυτή διερχόμενος από την Εγνατία οδό κατά την Β’ και Γ’ Αποστολική περιοδεία. Ήδη από το 2ο ή 3ο αιώνα αναφέρεται ως έδρα επισκοπής. Τον 6ομ.Χ. αιώνα οι Σέρρες είναι πια μία από τις σπουδαιότερες μακεδονικές πόλεις.
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Φράγκους, οι Σέρρες αποδόθηκαν στο βασίλειο της Θεσσαλονίκης, αλλά το 1206 ενέσκηψαν οι Βούλγαροι, έσφαξαν τη φρουρά των Φράγκων, αποκεφάλισαν τους αξιωματικούς και κατέστρεψαν συθέμελα την πόλη. Την κράτησαν ως το 1221 οπότε και περιήλθε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου. Όμως, εννιά χρόνια αργότερα ο τσάρων των Βουλγάρων Ιωάννης Β’ νίκησε σε καθοριστική μάχη τον δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο, τον αιχμαλώτισε, τον τύφλωσε και ανάμεσα σε άλλες πόλεις, πήρε και τις Σέρρες.
Η πόλη έμεινε υπό βουλγαρική κατοχή 15 χρόνια, ως το 1245 οπότε την κυρίεψαν οι δυνάμεις της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Παλαιολόγους της Νίκαιας. Στα 1345, την πήρε ο Σέρβος ηγεμόνας Στέφανος Δουσάν. Οι Σέρβοι τείχισαν τις Σέρρες που έμειναν στην κατοχή τους ως τα 1371, την πόλη πήρε ο Μανουήλ Β’ της Θεσσαλονίκης, για να τη χάσει στα 1373 από τον στρατηγό Εβρενός του σουλτάνου Μουράτ Α’ .
Οι Τούρκοι την έχασαν αλλά την ξαναπήραν το 1383, οριστικά αυτή τη φορά. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, οι Σέρρες αναδείχθηκαν σπουδαίο κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου. Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Σέρρες αριθμούσαν περίπου 32.000 κατοίκους. Τον 17ο αιώνα διέθετε περίφημα σχολεία. Στα 1872 δημιουργήθηκε το πρώτο διδασκαλείο στις ευρωπαϊκές περιοχές της Τουρκίας.
Από τις Σέρρες καταγόταν ο Εμμανουήλ Παπάς που επαναστάτησε στη Χαλκιδική την εποχή του Αγώνα. Από τος Σέρρες καταγόταν και ο ιστορικός της Επανάστασης Νικόλαος Κασομούλης. Στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, οι Σέρρες υπήρξαν κέντρο καθοδήγησης και οργάνωσης των αγωνιστών.
Στα 1912, την κυρίευσαν οι Βούλγαρο. Υποχρεώθηκαν να την εγκαταλείψουν τον Ιούνιο του 1913, αφού πρώτα πυρπόλησαν ένα μεγάλο τμήμα της πόλης. Ο ελληνικός στρατός ελευθέρωσε τις Σέρρες στις 28 Ιουνίου 1913. Οι Βούλγαροι επέστρεψαν στα 1916, πήραν την πόλη και έσυραν στη Βουλγαρία πολλούς ομήρους. Αναγκάστηκαν να τους αφήσουν ελεύθερους το 1918, μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ ο ελληνικός στρατός είχε για άλλη μια φορά απελευθερώσει την πόλη. Οι Σέρρες υπέστησαν πάλι τη βουλγαρική αγριότητα την περίοδο της γερμανικής κατοχής (1941-1944).
Με πληροφορίες από: https://www.gnoristetinellada.gr/anadromes/makedonia/938-serres-i-istoria-tou-kastrou-tis-makedonias