Από τους αρχαίους χρόνους οι πόλεις της Κίνας σχεδιάζονταν με σχολαστικότητα. Ούτε η τοποθεσία ούτε η διάταξη τους ήταν τυχαία, αλλά ακολουθούσαν πολύ συγκεκριμένες αρχές. Η επιλογή της τοποθεσίας για την ανοικοδόμηση μιας νέας πόλης γινόταν με βάση τους χρησμούς που έδιναν οι μάντεις, οι οποίοι με τις μαγικές βελόνες τους καθόριζαν αν μια περιοχή ήταν κατοικημένη από καλόβουλες ή κακόβουλες δυνάμεις.
Το σχέδιο πόλεως ήταν πολύ απλό: τετράγωνος χάρτης, τείχη στραμμένα προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, η κύρια πύλη της πόλης να κοιτά το νότο και ορθογώνιοι δρόμοι που τέμνονταν με σχολαστική ακρίβεια. Τα τείχη ήταν ψηλά, φτιαγμένα από πηλό και ενισχυμένα με φύλλα και μπαμπού. Συχνά καλύπτονταν από αχυρένιες σκεπές, και ανά συγκεκριμένα μέτρα κατασκευάζονταν πύργοι ελέγχου.
Εντός των τειχών, το οδικό δίκτυο εκτεινόταν από τον βορρά στο νότο και από την ανατολή στη δύση, χωρίζοντας την πόλη σε συνοικίες, οι οποίες με τη σειρά τους υποδιαιρούσαν την πόλη σε οικοδομικά τετράγωνα. Σε καθένα από αυτά λάμβανε χώρα μια συγκεκριμένη δραστηριότητα. Υπήρχε η συνοικία των υφαντουργών, των αγγειοπλαστών, των εμπόρων δέρματος, κλπ.
Στην αρχή της περιόδου των Χαν οι έμποροι ήταν υποχρεωμένοι να ζουν μακριά από υπόλοιπο πληθυσμό καθώς οι Κινέζοι δεν εκτιμούσαν ιδιαίτερα το επάγγελμά τους. Πίστευαν ότι δεν ήταν έντιμο να βγάζει κάποιος κέρδος εμπορευόμενος την εργασία κάποιου άλλου. Οι οικίες των εμπόρων χτίζονταν αυστηρά έξω από τα τείχη της πόλης. Οι έμποροι μετέβαιναν κάθε μέρα στις κλασικές αγορές, που ήταν γεμάτες ζωή και κόσμο. Εκεί μπορούσε κανείς να βρει όλων των ειδών τα αγαθά.
Μέχρι το 900π.Χ. που εμφανίστηκαν τα πρώτα μπρούντζινα νομίσματα, όλες οι συναλλαγές γίνονταν μέσω ανταλλαγών. Όλα τα νομίσματα είχαν μια τρύπα στη μέση για να μπορούν να δεθούν σε κορδόνι. Τα πρώτα χαρτονομίσματα εμφανίστηκαν στην εποχή των Τανγκ, προς το τέλος του 8ου μ.Χ. αιώνα και στις αρχές του 9ου, επτά αιώνες πριν κάνουν την εμφάνιση τους στη Δύση.
Τα σπίτια των Κινέζων χτίζονταν πάνω σε βάση από πηλό. Έπειτα, πάνω σε πέτρινες βάσεις τοποθετούνταν οι ξύλινες κολόνες, ενώ ένα σύστημα δοκαριών τοποθετημένο ακριβώς από πάνω τους, δημιουργούσε σταθερότητα και στήριζε τους άξονες της στέγης. Οι σκεπές ήταν φτιαγμένες από κεραμίδια και συνήθως είχαν κυρτό σχήμα. Συχνά, η κορυφή και το γείσο διακοσμούνταν με συμβολικά αγάλματα φανταστικών ζώων. Ένα αρκετά πολύπλοκο σύστημα αρθρωτών υποστηριγμάτων, που έμοιαζαν με ράφια, στήριζε όλη την κατασκευή. Τα δωμάτια του εσωτερικού χωρίζονταν με κινητούς τοίχους και παραπετάσματα από ξύλο ή μπαμπού. Γύρω από κάθε σπίτι υπήρχε μια αυλή, η οποία ονομαζόταν «πηγάδι του ουρανού».
Τα σπίτια των εμπόρων, συχνά, ήταν κατασκευασμένα σε ανισόπεδα επίπεδα, ενώ γύρω τους υπήρχαν δύο η τρεις αυλές. Κάθε οικία περιβαλλόταν από ένα τείχος που έκλεινε με ένα είδος αυλόπορτας, η οποία συνήθως είχε πλούσια διακόσμηση. Η πύλη οδηγούσε σε μια πρώτη μικρή αυλή, κατάλληλη για την υποδοχή των ξένων, των εμπόρων και των επισκεπτών. Στην κεντρική αυλή μπορούσαν να παρευρεθούν μόνο τα μέλη της οικογένειας και στενοί φίλοι. Το κυρίως κτίσμα του συγκροτήματος προοριζόταν για τον αρχηγό της οικογένειας και την σύζυγό του. Στο πίσω μέρος ήταν τα δωμάτια του υπηρετικού προσωπικού.
Ένα αρκετά ενδιαφέρον χαρακτηριστικό των κινεζικών σπιτιών ήταν η απόλυτη κυριαρχία του χρώματος. Οι τοίχοι ήταν βαμμένοι κόκκινοι, κίτρινοι, άσπροι και μαύροι. Τα κεραμίδια ήταν συχνά διακοσμημένα με μπλε βερνίκι, πορφυρό ή κίτρινο. Οι κολόνες, τα δοκάρια, τα υποστηρίγματα, οι τραβέρσες είχαν πάντα το ίδιο χρώμα και σχεδόν πάντα κόκκινο.Ιδιαίτερη σημασία για τους Κινέζους είχε ο κήπος. Εκεί υπήρχαν λίμνες με ψάρια, μέσα στις οποίες άνθιζε ο λωτός, φύτρωναν δέντρα και θάμνοι και καλλιεργούσαν διακοσμητικά λουλούδια.
Στην περίοδο των Χαν το μεγαλύτερο μέρος των σπιτιών δεν διέθετε καθίσματα. Οι Κινέζοι είχαν τη συνήθεια να τρώνε και να εργάζονται καθισμένοι οκλαδόν, πάνω σε αχυρένια χαλάκια. Τα γεύματα σερβίρονταν σε χαμηλά τραπέζια, τα πιάτα ήταν πήλινα και τα μαχαιροπίρουνα ξύλινα ή από μπαμπού. Κοιμούνταν στο έδαφος, σε γεμισμένα παπλώματα.
Τα σπίτια των πλουσίων ήταν πιο εντυπωσιακά. Για κρεβάτια ή καθίσματα χρησιμοποιούσαν λαξευμένες ξύλινες κατασκευές, ενώ τα πατώματα ήταν καλυμμένα με μάλλινα χαλιά και κεντητά μαξιλάρια. Υπήρχαν τραπέζια και πολυθρόνες, μπαούλα και κοφίνια με καπάκια, όπου φυλάσσονταν οι γούνες, οι κουβέρτες, καθώς επίσης αμέτρητα κουτιά για μεταξένια ενδύματα,, καλύμματα κεφαλής και εσάρπες. Τα υπόλοιπα έπιπλα ήταν μπρούντζινα, με επικάλυψη χρυσού και ασημιού, ή από λουστραρισμένο ξύλο.
Η κοινωνία της Κίνας
Ο πυρήνας της κινεζικής κοινωνία ήταν η οικογένεια. Ήταν πολυάριθμη, καθώς κάτω από την ίδια στέγη ζούσαν τρεις ή ακόμα και τέσσερις γενιές. Η αφοσίωση και ο σεβασμός απέναντι στους γηραιότερους θεωρούνταν χρέος που κανένας δεν μπορούσε να το παραβλέψει. Ακόμα και ο κομφουκιανισμός προάσπιζε αυτές τις αρχές. Το γήρας συνδεόταν άμεσα με τη σοφία και το λόγο αυτό το πιο ηλικιωμένο μέλος κάθε οικογένειας ήταν αδιαμφισβήτητα ο αρχηγός της.
Οι γυναίκες ήταν απόλυτα υποταγμένες στους άνδρες. Μαγείρευαν, σέρβιραν το φαγητό, έραβαν, φρόντιζαν το σπίτι και είχαν χρέος να υπακούν τους άνδρες χωρίς αντιρρήσεις. Η ιδανικότερη ηλικία γάμου για τον άνδρα ήτα μεταξύ 16 και 30 ετών, ενώ για τη γυναίκα από 14 έως 20 ετών. Οι γάμοι προέκυπταν από συμφωνίες συγγενών και φίλων, και αν αυτό δεν ήταν εφικτό, οι οικογένειες παρείχαν σε ένα επαγγελματία τις απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου να βρεθεί το κατάλληλο ταίρι.
Μετά το γάμο η γυναίκα εγκατέλειπε την πατρική εστία και ακολουθούσε τον σύζυγό της στο δικό του σπίτι. Πλέον ήταν μέλος της δικής του οικογένειας και σχεδόν διέκοπτε τους δεσμούς με τη δική της. Αν ο σύζογος απεβίωνε εκείνη συνέχιζε να φροντίζει την οικογένεια που έμενε πίσω κια πλέον όφειλε υπακοή στο μεγαλύτερο αρσενικό τέκνο. Ο άνδρας είχε δικαίωμα να χωρίσει τη γυναίκα για επτά λόγους: ανυπακοή της γυναίκας στους γονείς του άνδρα, ανικανότητα να γεννήσει ή στειρότητα, μοιχεία, ζήλια, ανίατες ασθένειες, κλοπή, φλυαρία, επιπολαιότητα ή παρέμβαση στις δουλειές του συζύγου.
Στις μεσαίες κοινωνικά τάξεις ήταν συνηθισμένο φαινόμενο οι ερωμένες που ζούσαν στο ίδιο σπίτι. Καθώς, όμως, αυτές δεν ανήκαν στην οικογένεια, όφειλαν να υπακούν την νόμιμη σύζυγο. Επιπλέον, είχαν χρέος να συνεισφέρουν στις δουλειές του νοικοκυριού. Οι σύζυγοι των εύπορων ανδρών ζούσαν σε διαφορετικά οικήματα μαζί με τα ανήλικα τέκνα.
Η διατροφή
Η διατροφή των Κινέζων βασιζόταν στο κεχρί και στο ρύζι, και συμπληρωνόταν με κρέας, σόγια, φακές, φασόλια, κολοκύθες, λάχανα, γογγύλια, και βλαστούς μπαμπού. Ο τρόπος παρασκευής των γευμάτων ποίκιλλε. Οι τροφές βράζονταν, ψήνονταν ή μαγειρεύονταν στον ατμό, τρόπος ο οποίος ήταν και ο πιο διαδεδομένος. Όσον αφορά στο κρέας, οι Κινέζοι έτρωγαν όλους τους τύπους: βοοειδή, αρνί, άλογο, σκύλο, κατσίκι, κοτόπουλο, αλλά για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού το κρέας μαγειρευόταν μόνο σε περιόδους εορτών.
Το καθημερινό πιάτο για τις εργατικές τάξεις ήταν το τζενγκ, ένα είδος σούπας που περιείχε λίγο από όλα: λαχανικά, δημητριακά, όσπρια και λίγο κρέας. Επίσης συχνή ήταν και η κατανάλωση ψαριού, ενώ λιγότερα διαδεδομένα ήταν το γάλα και το τυρί, εκτός αν προερχόταν από σόγια. Μεγάλη ήταν η κατανάλωση των φρούτων. Τα φαγητά αρωματίζονταν με σάλτσα σόγιας, ξίδι και τζίντζερ, ενώ για να τα διατηρήσουν το τοποθετούσαν μέσα σε αλάτι ή ξίδι, τα έκαναν καπνιστά ή τα αποξήραιναν στον ήλιο.
Στα τραπέζια των πλουσίων εμφανίζονταν ψάρια, κρέας κυνηγιού, πάπια, καθώς και χελώνες, σαλιγκάρια, φίδια, που συνοδεύονταν από λωτό και κάστανα. Υπήρχαν διάφορα νοινοπνευματώδη ποτά, μεταξύ των οποίων ένα είδος μπίρας με υψηλό βαθμό αλκοόλ. Το τσάι ήταν λιγότερο διαδεδομένο μέχρι τα τέλη του 7ου αιώνα.
Η ένδυση των Κινέζων
Τα ενδύματα των φτωχών Κινέζων εργατών ήταν πρακτικά, όχι κομψά. Έπρεπε να τους προστατεύουν από τις καιρικές συνθήκες και να επιτρέπουν την ελευθερία κινήσεων ώστε να μην παρεμποδίζονται οι χειρωνακτικές εργασίες. Ήταν φτιαγμένα από σκληρά και ανθεκτικά υφάσματα, και τα έραβαν στο σπίτι οι γυναίκες, χρησιμοποιώντας πολύχρωμες φυτικές ίνες, όπως η κάνναβη. Οι αγρότες φορούσαν φαρδύ πουκάμισο που έδενε στη μέση και παντελόνια ως τον αστράγαλο. Τις παγωμένες μέρες φορούσαν ενισχυμένα μάλλινα σακάκια και δερμάτινες κάπες. Τα παπούτσια τους ήταν σανδάλια με αχυρένιες σόλες και στο κεφάλι τους είχαν ένα κομμάτι ύφασμα, σαν μαντήλι. Επιπλέον, υπήρχαν και καπέλα, ειδικά για τη βροχή, φτιαγμένα από ράβδους μπαμπού δεμένες μεταξύ τους, έτσι ώστε να μην εμποδίζεται η δουλειά τους από τον άσχημο καιρό.
Τα γυναικεία ενδύματα δεν διέφεραν πολύ από τα ανδρικά. Οι αστοί, φορούσαν μακριά ενδύματα, με ή χωρίς μανίκια, που έδενα στη μέση με ζώνη. Φτιάχνονταν κατά κύριο λόγο από μετάξι, ράβονταν με πολλούς τρόπους για καλύτερα αποτελέσματα και είχαν διάφορα χρώματα, εκτός από κίτρινο που ήταν το επίσημο χρώμα του αυτοκράτορα. Συχνά διακοσμούνταν με κεντήματα, ενώ τα πιο ακριβά υφάνσεις με φύλλα χρυσού.
Ήταν χαρακτηριστικά τα μακριά και φαρδιά μανίκια, που κάλυπταν εντελώς τα χέρια και ήταν σήμα κατατεθέν: όποιος φορούσε τέτοιο ένδυμα σίγουρα δεν έκανε χειρονακτικές εργασίες. Οι γυναίκες μάζευαν τα μαλλιά τους με φιλντισένια χτενάκια και κοκαλάκια χελώνας ή με μπρούντζινα επιχρυσωμένα τσιμπιδάκια. Οι άνδρες φορούσαν περίτεχνα καλύμματα κεφαλής σε διάφορα σχέδια. Μέσα στο σπίτι φορούσαν μπροκάρ παντόφλες, ενώ έξω φορούσαν παπούτσια ή μπότες από μαλακό δέρμα με μεταξωτή επένδυση.
Η εκπαίδευση στην κινεζική κοινωνία
Η εκπαίδευση των νέων είχε εξέχουσα θέση στην κινεζική κοινωνία, καθώς ήταν εργαλείο τόσο για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα όσο και για τη διεύρυνση του πνεύματος. Οι πρώτοι κανόνες συμπεριφοράς που διδάσκονταν στα μικρά παιδιά όλων των κοινωνικών τάξεων ήταν η υπακοή, ο σεβασμός προς τους γηραιότερους, ο σεβασμός προς τη θρησκεία και τις σχετικές τελετές, οι υποχρεώσεις απέναντι στην οικογένεια, η εξύμνηση των προγόνων και η διαφύλαξη της ιδιοκτησίας.
Η πραγματική εκπαίδευση ήταν δικαίωμα των εύπορων γόνων, καθώς τα παιδιά των φτωχότερων οικογενειών μάθαιναν από μικρά το επάγγελμα του πατέρα, εκείνο του γεωργού στην πλειονότητα των περιπτώσεων.
Τα πιο τυχερά παιδιά (μόνο τα αγόρια) ξεκινούσαν ιδιαίτερα μαθήματα με ένα δάσκαλο, στην ηλικία των δέκα ετών περίπου. Μελετούσαν τα συγγράμματα του Κομφούκιου και μάθαιναν τις βασικές αρχές της αριθμητικής. Όταν γίνονταν 15 ετών, εκείνοι που είχαν επιδείξει κλίση στη μάθηση πήγαιναν στο τοπικό σχολείο. Σε αυτά τα σχολεία φοιτούσαν όσοι μπορούσαν να αναλάβουν θέση σε κάποιον κρατικό οργανισμό.
Το πρόγραμμα σπουδών προέβλεπε τη μελέτη των κλασικών κειμένων, αλλά και τη διδασκαλία της καλλιγραφίας. Οι μαθητές που περνούσαν με επιτυχία τις εξετάσεις των τοπικών σχολείων συνέχιζαν τις σπουδές τους στο αυτοκρατορικό πανεπιστήμιο, το οποίο ιδρύθηκε το 124 μ.Χ. ώστε να φοιτούν εκεί οι γραφειοκράτες.
Η ιατρική
Οι Κινέζοι ακόμη και σήμερα αντιλαμβάνονται την έννοια της ιατρικής με διαφορετικό τρόπο από ότι ο υπόλοιπος κόσμος. Η κινεζική ιατρική βασίζεται στην αρχή της ισορροπίας μεταξύ του ανθρώπου, Ουρανού και Γης, καθώς το σώμα θεωρείται μικρογραφία του σύμπαντος. Βασισμένη σε αυτές τις αρχές, η ιατρική οφείλει να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ των αντίθετων δυνάμεων, που εδρεύουν στον οργανισμό. Η διάγνωση μιας ασθένειας γίνεται κατόπιν προσεκτικής παρατήρησης της όψης, του τόνου της φωνής και των σφυγμών τους ασθενούς. Ο μηχανισμός της ροής του αίματος ήταν γνωστός στους Κινέζους από τον 2ο π.Χ. αιώνα. Οι γιατροί θεωρούσαν ότι ο σφυγμός που μπορούσε να μετρηθεί στα διάφορα σημεία του καρπού, αποκάλυπτε την κατάσταση των οργάνων.
Οι Κινέζοι πίστευαν ότι η υγεία δεν εξαρτιόταν μόνο από τη σωστή λειτουργία των οργάνων αλλά και από την κίνηση μιας ζωτικής ενέργειας, η οποία, κατά μήκος όλων των αόρατων καναλιών, που ονομάζονταν «μεσημβρινοί», έρεε σε όλο το σώμα. Οι ασθένειες και οι διάφορες δυσλειτουργίες παρουσιάζονταν όταν αλλοιωνόταν η ροή αυτής της ενέργειας ή όταν συσσωρευόταν σε κάποια μέρη του σώματος και έλειπε από άλλα. Θερμαίνοντας κάποια μέρη του σώματος ή διεγείροντας κάποια άλλα με βελόνες, έρεε ξανά κανονικά κατά μήκος των μεσημβρινών και το σώμα ανακτούσε την χαμένη αρμονία. Υπήρχαν και πιο παραδοσιακοί τρόποι θεραπείας, που προέβλεπαν τη χρήση φαρμακευτικών βοτάνων, την προσεγμένη δίαιτα και την άθληση.
Με πληροροφορίες από: nationalgeographic