Από το πρώτο έτος του Αγώνα υπέβοσκε στον ελλαδικό χώρο μια πολιτική κρίση. Κατά τους τελευταίους μήνες του 1823 οξύνθηκε και το πρώτο εξάμηνο του 1824 εξελίχθηκε σε εμφύλιο πόλεμο. Αντιμαχόμενοι ήταν από τη μια πλευρά οι σημαντικότεροι στρατιωτικοί της Πελοποννήσου με τον Κολοκοτρώνη επικεφαλής και από την άλλη ο κύκλος του Μαυροκορδάτου, οι σημαντικότεροι πολιτικοί της Πελοποννήσου και οι νησιώτες. Το ρουμελιώτικο στοιχείο εκπροσωπήθηκε σε αυτή την ανίερη διαμάχη από τον Ιωάννη Κωλέττη. Πεδίο πολέμου την περίοδο αυτή, που είναι γνωστή σαν περίοδος του πρώτου εμφυλίου πολέμου, υπήρξε η Πελοπόννησος. Εκεί σχηματίστηκαν και οι δύο κυβερνήσεις της Ελλάδας.
Οι δύο κυβερνήσεις της Ελλάδας
Η κυβέρνηση του Κρανιδίου
Τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου 1824, ενεργοποιήθηκαν οι πολιτικές αντιθέσεις με την επίσημη εμφάνιση της νέας κυβέρνησης στο Κρανίδι. Το νέο Εκτελεστικό αποτελούσαν οι Ανδρέας Ζαΐμης, Ιωάννης Κωλέττης, Γεώργιος Κουντουριώτης, Παναγιώτης Μπότασης, Νικόλαος Λόντος. Πρόεδρος ανακηρύχθηκε ο Κουντουριώτης και αντιπρόεδρος ο Μπότασης. Στις 8 Φεβρουαρίου ο Ανδρέας Ζαΐμης που είχε ζητήσει να παραιτηθεί από τις αρχές Ιανουαρίου, αντικαταστάθηκε από τον Αναγνώστη Σπηλιωτάκη. Με την εκλογή του Κουντουριώτη στην προεδρία ικανοποιείται ο μαυροκορδατικός κύκλος, όπου κυοφορείται το αγγλικό κόμμα.
Στις 6 Ιανουαρίου άρχισε τις εργασίες της η κυβέρνηση Κρανιδίου, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι νησιωτών μεγαλοεφοπλιστών και μεγαλογαιοκτημόνων της Πελοποννήσου. Σαν ξένο στοιχείο μετείχε ο Κωλέττης, ο οποίος κατόρθωνε να επηρεάζει αφανώς τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας με γνώμονα σχεδόν πάντοτε τα ατομικά του φιλόδοξα σχέδια.
Από τις πρώτες ενέργειες της νέας κυβέρνησης ήταν να θεωρήσει έκπτωτους τους βουλευτές, οι οποίοι είχαν παραμένει στο Ναύπλιο, και να καλέσει τις επαρχίες που δεν εκπροσωπούνταν στο Κρανίδι, να εκλέξουν και να στείλουν άλλους. Συγχρόνως δραστηριοποιήθηκε προς την κατεύθυνση του προσεταιρισμού σημαντικών στρατιωτικών ηγετών. Με τον τρόπο αυτό επεδίωκε από το ένα μέρος να εμφανισθεί σαν η μόνη νόμιμη εξουσία και από το άλλο να εξασφαλίσει την ουσιαστική ισχύ της σε βάρος του παλαιού Εκτελεστικού, το οποίο θα απογυμνωνόταν και θα διαλυόταν. Έπρεπε η σύναψη του δανείου, που είχαν αιτηθεί οι Έλληνες από την Αγγλία, να την έβρισκε στην ηγεσία. Τότε η διαχείριση των χρημάτων θα της εξασφάλιζε και την υπεροχή.
Τις πρώτες μέρες η κυβέρνηση του Κρανιδίου δεν είχε αξιόλογες επιτυχίες. Κυρίως αντιμετώπιζε έλλειψη οικονομικών πόρων, μια και η δημοπρασία των εθνικών προσόδων, που εσπευσμένα προκήρυξε το Βουλευτικό, δεν απέδιδαν τίποτα το σημαντικό. Έτσι ο Κουντουριώτης στην αλληλογραφία με τον αδελφό του παραπονιόταν, γιατί η οικονομική καχεξία της κυβέρνησης του δεν του επέτρεπε να στρατολογήσει περισσότερους άνδρες ή να προσελκύσει με χρήματα άτομα από το αντίπαλο στρατόπεδο. Ζητούσε μάλιστα από τον Λάζαρο Κουντουριώτη να συγκατατεθεί να υποβληθεί η οικογένειας του και σε άλλη θυσία δίνοντας 20 ή 30 χιλιάδες γρόσια. Υπολόγιζε ότι αν διέθετε 100.000 γρόσια «ήθελε καθυποβάλει πάντας τους αντιπατριώτας».
Η κυβέρνηση της Τριπολιτσάς
Το παλαιό Εκτελεστικό δεν ολιγώρησε σε ενέργειες για την ενίσχυση της θέσης του. Στις 17 Ιανουαρίου με εισήγηση του Κολοκοτρώνη μετέθεσε την έδρα του στην Τριπολιτσά για μεγαλύτερη ασφάλεια. Στο Ναύπλιο αντιμετώπιζε τον κίνδυνο αποκλεισμού από τα υδραίικα σκάφη, ενώ στην Τριπολιτσά θα βρισκόταν ανάμεσα σε έμπιστους οπλαρχηγούς και ιδιαίτερα κοντά στην επαρχία του Κολοκοτρώνη, στην στήριξη του οποίου και βασιζόταν. Ειδικά μάλιστα για τον Μαυρομιχάλη η Τριπολιτσά παρείχε μεγαλύτερη ασφάλεια, αφού ήταν κοντά στη Μάνη.
Από την Τριπολιτσά προσπάθησε το παλαιό Εκτελεστικό να προσελκύσει την κοινή γνώμη και σημαίνοντες στρατιωτικούς. Κατηγορούσε την αντίπαλη κυβέρνηση ότι διά του Μαυροκορδάτου μελετούσε να «δώσει την Ελλάδα εις τους Άγγλους». Επίσης μεγάλη σημασία έδωσε στον προσεταιρισμό του Πλαπούτα, ο οποίος «απεφάσισε να υπάγη εις το Κρανίδι». Τη μεταστροφή του ανέλαβε ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος προσπάθησε «να τον φιλιώσει με τους κυρίους Δεληγιανναίους». Ανάλογες προσπάθειες έγιναν για τον προσεταιρισμό στρατιωτικών της Στερεάς Ελλάδας και «απόστολοι» με σχετικές οδηγίες περιφέρονταν εκεί. Ήδη ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και ο Γιάννης Γκούρας φαίνονταν να συμφωνούν με το παλαιό Εκτελεστικό, το οποίο, για να κερδίσει και τους Σουλιώτες, τους είχε υποσχεθεί μέσω του Περραιβού την παραχώρηση της περιφέρειας του Λάλα.
Από τις πρώτες επίσης ενέργειες ήταν η προσπάθεια να ματαιώσει τη σύναψη δανείου στην Αγγλία, για να μη λάβει τα χρήματα η αντίπαλη κυβέρνηση και ενισχυθεί σε βάρος του. Ακόμη προσπάθησε και πέτυχε να καταλάβει τον Ακροκόρινθο, το τρίτο δυνατό έρεισμα της Πελοποννήσου.
Έτσι υπήρχαν δύο Εκτελεστικά και δύο Βουλευτικά σώματα. Οι δυσχέρειες της κυβέρνησης της Τριπολιτσάς πήγαζαν και από το γεγονός ότι λειτουργούσε σε ένα χώρο όπου είχε εισχωρήσει διαβρωτικά η αντίπαλη φατρία και ανάμεσα σε άτομα που την επαμφοτέριζαν ή την πρόδιδαν. Για παράδειγμα ο Παπαφλέσσας διατηρούσε τις επαφές με το Κρανίδι και μετέδιδε στον Κουντουριώτη τα σχέδια της κυβέρνησης της Τριπολιτσάς. Επίσης άτομα του περιβάλλοντος του Κολοκοτρώνη είχαν δυσαρεστηθεί με το συμπεθεριό του Κολοκοτρώνη με τους Δεληγιανναίους, κάτι που εκμεταλλεύτηκε ο Παπαφλέσσας στην προσπάθεια του να τους αποσπάσει από τον κύκλο του Γέρου του Μοριά.
Από τις δύο κυβερνήσεις ισχυρότερη ήταν αυτή του Κρανιδίου, την οποία υποστήριζαν οι νησιώτες εφοπλιστές και κεφαλαιούχοι, οι περισσότεροι στερεοελλαδίτες οπλαρχηγοί, οι οποίοι πειθαρχούσαν στον Κωλέττη, το μεγαλύτερο μέρος των Πελοποννησίων γαιοκτημόνων και οι Έλληνες τους εξωτερικού. Άλλωστε αυτή αναγνώριζαν οι περισσότεροι Φιλέλληνες, οι οποίοι τροφοδοτούσαν την ευρωπαϊκή ειδησεογραφία και διαμόρφωναν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών
[…] το φρούριο στην Γραμπούσα, αλλά χωρίς επιτυχία. Ο εμφύλιος πόλεμος στην ηπειρωτική Ελλάδα δεν επέτρεψε την αποστολή […]