Οι Οινούσσες πήραν το όνομα τους από τα καλά κρασιά τους. Είναι ένα μικρό νησιωτικό σύμπλεγμα ανάμεσα στη Χίο και τη μικρασιατική χερσόνησο της Ερυθραίας. Δίπλα τους υπάρχει το «φρέαρ των Οινουσσών», το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου. Το μοναδικό νησί που κατοικείται είναι η Οινούσσα, που λέγεται και Αγνούσα. Οι περισσότερες εκκλησίες της είναι τάματα ναυτικών. Πολιούχος της είναι ο Άγιος Νικόλαος.
Το όνομα της νησιωτικής συστάδας είναι αρχαίο. Το αναφέρουν ο Εκαταίος (545-474π.Χ), ο Ηρόδοτος που τις έλεγε Οινουσσαίες (484-410.Χ.) και ο Θουκυδίδης (470-395π.Χ). Τα νησιά ήταν ακατοίκητα, αλλά ιδιοκτησία των κατοίκων της Χίου από παλιά. Αναφέρεται μάλιστα ότι, όταν οι κάτοικοι της μικρασιατικής Φώκαιας αναγκάστηκαν να εκπατριστούν, καθώς την πόλη τους κατέλαβαν οι Πέρσες, ζήτησαν από τους Χιώτες να τους πουλήσουν τις Οινούσσες για να εγκατασταθούν εκεί. Οι Χιώτες δεν τις πούλησαν, επειδή φοβήθηκαν να έχουν τόσο κοντά έναν ανταγωνιστή τους στη θάλασσα. Οι Φωκαείς, τελικά, εγκαταστάθηκαν στην Κορσική.
Οι Οινούσσες παρέμειναν ακατοίκητες ως τα τέλη του 18ου αιώνα μ.Χ., όταν τις αποίκησαν κάτοικοι από τα Καρδάμυλα της Χίου. Έφυγαν όλοι στην Άνδρο, την Εύβοια και στην Πελοπόννησο, όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821. Τα νησιά ήταν ξεμοναχιασμένα και τα νέα από την Κωνσταντινούπολη δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά.
Από την 1η Μαρτίου του 1821 είχε γίνει γνωστό στην Υψηλή Πύλη ότι στις παραδουνάβιες ηγεμονίες είχε ξεσπάσει επανάσταση με αρχηγό τον υπασπιστή του τσάρου Αλέξανδρο Υψηλάντη. Αντιδρώντας ο σουλτάνος Μαχμούτ ετοίμαζε θρησκευτικό πόλεμο, φανατίζοντας τους Τούρκους. Προγραμμάτισε γενική σφαγή των χριστιανών.
Όμως ο θρησκευτικός ηγέτης των μουσουλμάνων σεΐχ-ουλ-ισλάμ Χατζή Χαλίλ εφέντης αρνήθηκε να υπογράψει τον φετφά. Την ίδια ώρα, 49 Φαναριώτες που κατείχαν θέσεις υπέγραψαν κοινή δήλωση ότι «το γένος αγνοεί την επαναστατικήν εταιρείαν». Στις 23 Μαρτίου διαβάστηκε στις εκκλησίες αμνηστία του σουλτάνου προς τους επαναστάτες με την προϋπόθεση ότι θα κατέθεταν τα όπλα και αφορισμός του Αλέξανδρου Υψηλάντη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο αφορισμός υπογράφτηκε με τη σκέψη ότι έτσι θα γλίτωναν οι Έλληνες της Πόλης. Όμως, στις 24 Μαρτίου 1821, οι Τούρκοι άρχισαν να σφάζουν όποιον είχε ίδιο όνομα με κάποιον επαναστάτη.
Στις 10 Απριλίου 1821, οι Τούρκοι κρέμασαν και τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ . Τα νέα για τη δολοφονία του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη της Ορθοδοξίας συντάραξαν τον Ελληνισμό και το αίσθημα της εκδίκησης γέμισε τις ψυχές των μαχητών. Στα τέλη Απριλίου, ο ελληνικός στόλος βρισκόταν στη θέση «του Πασά η βρύση», στη Χίο. Στις 29 με 29 Απριλίου μια τουρκική νηοπομπή βγήκε από τον Ελλήσποντο, μεταφέροντας μουσουλμάνους προσκυνητές στη Μέκκα. Ένα από τα πλοία αυτά αιχμαλωτίστηκε από πλοίο Ψαριανών που κατέβασαν τους επιβάτες στη μικρασιατική ακτή και κράτησαν το πλοίο με τις αποσκευές. Ένα πλοίο αιχμαλωτίστηκε στις Οινούσσες από τους Υδραίους πλοιάρχους Πινότση και Σαχτούρη.
Μέσα σε αυτό βρισκόταν και ο πρώην πλέον, εξαιτίας της άρνησης του να υπογράψει τον φετφά για τη σφαγή των χριστιανών σεΐχ-ουλ-ισλάμ Χατζή Χαλίλ εφέντης μαζί με το χαρέμι του και την 15χρονη κόρη του. Είχε μαζί του πολύτιμα αντικείμενα ανυπολόγιστης αξίας, άλλα ως δώρα στον Μωχάμεντ Άλη, ηγεμόνα της Αιγύπτου, και άλλα για να τα αφιερώσει στη Μέκκα. Οι ναύτες τον αναγνώρισαν, αγνοούσαν, όμως, ότι είχε φερθεί έντιμα και ότι είχε πια καθαιρεθεί από τον ίδιο τον σουλτάνο. Το μόνο που γνώριζαν ήταν ότι ο ορθόδοξος ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης είχε απάνθρωπα δολοφονηθεί από μουσουλμάνους και αυτοί είχαν μπροστά τους τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη των μουσουλμάνων. Τον έσφαξαν επί τόπου.
Σφαγιάστηκαν και όλοι οι υπόλοιποι Τούρκοι και Τουρκάλες που βρίσκονταν στο πλοίο παρά την προσπάθεια των δυο πλοιάρχων να τηρηθούν τα νόμιμα και να αποβιβαστούν οι επιβάτες στην ακτή, όπως έγινε με εκείνους του πλοίου που αιχμαλώτισαν οι Ψαριανοί.
Μοιράστηκαν το θησαυρό αγκυροβόλησαν μακριά από τα άλλα πλοία του ελληνικού στόλου, προφανώς για να μην ελεγχθούν, καθώς η πολεμική λεία πρέπει να μοιράζεται σε όλους με ένα τμήμα της να πηγαίνει στο εθνικό ταμείο για τις ανάγκες του Αγώνα. Οπωσδήποτε, η σφαγή του πρώην σειχ-ουλ-ισλάμ έγινε γνωστή και έγινε αντικείμενο σπουδαίας εκμετάλλευσης από τους Οθωμανούς αλλά και από τους πρεσβευτές των Ευρωπαίων στη Κωνσταντινούπολη.
Ειπώθηκε ότι η σφαγή του Γρηγορίου Ε’ είχε γίνει ως αντίποινα για τη σφαγή του μουσουλμάνου θρησκευτικού ηγέτη. Οι Έλληνες της Διασποράς έκαναν μεγάλες προσπάθειες να πείσουν τους Ευρωπαίους ότι έγινε το ακριβώς αντίθετο.
Στα ίδια χρόνια όσοι είχαν φύγει από τις Οινούσσες επέστρεψαν. Στα 1912, εντάχθηκαν στην ελληνική επικράτεια. Η ελληνική διοίκηση εγκατέστησε εκεί αστυνομικό και τελωνειακό σταθμό καθώς και πλήρες δημοτικό σχολείο.