Στις αρχές Οκτωβρίου ο τουρκικός στόλος πλέοντας μεταξύ Νάξου και Μυκόνου έστειλε μερικά πλοία στη Μύκονο που αποβίβασαν στις ακτές γύρω στους 100 Αλγερινούς. Οι Μυκόνιοι, όμως, όρμησαν αμέσως εναντίον τους, σκότωσαν μερικούς και ανάγκασαν τους υπόλοιπους να επιβιβασθούν και πάλι στα πλοία τους.
Από ορισμένους ιστορικούς παραδίδεται ότι στη γενναία εκείνη αντίσταση των Μυκονίων εναντίον των Τούρκων έλαβε μέρος και η Μαντώ Μαυρογένους, μία από τις σημαντικότερες μορφές της Ελληνικής Επανάστασης, που αμέσως μόλις ξέσπασε η Επανάσταση έφυγε από την Τεργέστη, όπου ζούσε με την οικογένεια της, και έφτασε στην ιδιαίτερη πατρίδα της τη Μύκονο. Η παρουσία της στον ελληνικό χώρο εκείνη την εποχή ωφέλησε σημαντικά τον Αγώνα και το όνομα της έγινε θρυλικό στους φιλελληνικούς κύκλους της Ευρώπης.
Ο καπουδάν πασάς μετά την άτυχη απόπειρα απόβασης στη Μύκονο έδωσε διαταγή για απόπλου προς τα Στενά. Στις 15 Οκτωβρίου ο τουρκικός στόλος βρισκόταν ανάμεσα στη Χίο και τα Ψαρά με κατεύθυνση προς Μυτιλήνη, αλλά τελικά εμποδισμένος από αντίθετους ανέμους, άραξε στην Τένεδο.
Οι Ψαριανοί αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν επίθεση με δύο πυρπολικά συνοδευόμενα από δύο πολεμικά. Σε ένα από τα δύο πυρπολικά βρισκόταν ο θρυλικός μπουρλοτιέρης Κωνσταντίνος Κανάρης, στο άλλο ο Φίλιππος Αντωνίου. Στις 27 Οκτωβρίου 1822 τα πυρπολικά αναχώρησαν από τα Ψαρά και την επομένη πλησίασαν τον τουρκικό στόλο. Ο νότιος άνεμος ευνοούσε την τουρκική αρμάδα και οι Έλληνες ναυτικοί αποφάσισαν να δράσουν την ίδια νύχτα για να προλάβουν τον απόπλου των εχθρικών πλοίων προς τα Στενά.
Την ίδια νύχτα όρμησαν εναντίον τους, έχοντας υψωμένη την τουρκική σημαία για να παραπλανήσουν τον εχθρό και να πλησιάσουν ανενόχλητοι. Πρώτος έφθασε ο Κανάρης κοντά σε ένα τουρκικό δίκροτο και κόλλησε αμέσως στην πρώρα το πυρπολικό του. Οι φλόγες μεταδόθηκαν αμέσως στο τουρκικό κολοσσό, ενώ η σύγχυση που δημιουργήθηκε ανάμεσα στους Τούρκους εμπόδισε κάθε προσπάθεια κατάσβεσης της φωτιάς.
Άλλοι από τους ναύτες του έπεφταν στη θάλασσα για να σωθούν και άλλοι προσπάθησαν να κατεβάσουν τις βάρκες και να φθάσουν στην παραλία. Και αυτό όμως ήταν επικίνδυνο, γιατί από το φρούριο της Τενέδου πανικόβλητοι οι Τούρκοι κανονιοβολούσαν στο κενό, εντείνοντας την ταραχή. Μέσα σε λίγη ώρα το πολεμικό είχε καεί, ενώ τα άλλα πλοία που βρίσκονταν κοντά έσπευσαν να απομακρυνθούν και πολλά από αυτά, εξαιτίας του πανικού που δημιουργήθηκε, εξόκειλαν στις ακτές της Μικράς Ασίας ή εγκαταλείφθηκαν από τα πληρώματα τους.
Λιγότερο τυχερός από τον Κανάρη αποδείχθηκε ο Φίλιππος Αντωνίου, που πλησίασε και κόλλησε το πυρπολικό του σε άλλο δίκροτο, έγινε αντιληπτό από τους Τούρκους και το απομάκρυναν εσπευσμένα. Φαίνεται ότι φλεγόμενο παρασύρθηκε από τον άνεμο και πλησίασε προς την υποναυαρχίδα, που το πλήρωμα της είχε αποβιβασθεί στις βάρκες για να γλιτώσει.
Η νέα αυτή επιτυχία του Κανάρη μέσα σε σύντομο διάστημα πανηγυρίσθηκε στα Ψαρά, όπου έξι ημέρες μετά την πυρπόληση έφθασε ο πυρπολητής με τους άλλους που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση. Η σημασία της επιτυχίας ήταν πολύ μεγαλύτερη από την καταστροφή ενός εχθρικού πολεμικού, γιατί κυρίως συνέβαλε στην κατάπτωση του ηθικού των Τούρκων και στον διασκορπισμό των εχθρικών πλοίων.
Αμέσως μετά από αυτήν την αποτυχία ο εχθρικός στόλος έπλευσε για την Κωνσταντινούπολη, όπου ο σουλτάνος, ανταμείβοντας την ανικανότητα του καπουδάν πασά για την ατυχία στις Σπέτσες, κυρίως όμως για την πυρπόληση του πλοίου στην Τένεδο, τον αποκεφάλισε.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών