Μυκηναϊκή θρησκεία

Οι γνώσεις μας για την θρησκεία των κατοίκων της ηπειρωτικής Ελλάδας κατά τη Μυκηναϊκή Εποχή είναι πολύ περιορισμένες. Στηρίζονται κυρίως σε παραστάσεις θρησκευτικού ίσως περιεχομένου, σκαλισμένες σε μικροτεχνήματα, δαχτυλίδια, σφραγιδόλιθους και ψηφίδες. Οι παραστάσεις αυτές, θα μπορούσε κανείς να πει, αποτελούν τις εικόνες ενός βιβλίου για το οποίο πρέπει να γράψουμε το κείμενο.

Μυκηναϊκή θρησκεία

Μια θεωρία αναφέρει ότι οι Μυκηναίοι είχαν υιοθετήσει την θρησκεία των Μινωιτών. Η αποκρυπτογράφηση όμως της Γραμμικής Γραφής Β έσπειρε τις πρώτες αμφιβολίες για αυτή την θεωρία. Σε μερικές από τις πινακίδες της Πύλου και της Κνωσού βρίσκονται τα ονόματα των θεών που λατρεύονταν κατά τους τελευταίους μηκυναϊκούς χρόνους και τα αφιερώματα των Μηκηναίων στις θεότητες. «Για τον Ποσειδώνα: 1 χρυσό κύπελλο, 2 γυναίκες, Για τον Δία: 1 χρυσό κύπελλο, 1 άνδρας, Για την Ήρα: 1 χρυσό κύπελλο, γυναίκα, Για τον Ερμή: 1 χρυσό κύπελλο, 1 άνδρας».

Αυτό σημαίνει ότι στην ηπειρωτική Ελλάδα του 14 και του 13ου π.Χ. αιώνα λατρεύονταν οι σπουδαιότερι θεοί του Ολύμπιου Δωδεκάθεου, ο Ζευς, η Ήρα, η Πότνια Αθηνά, ο Ποσειδών, ο Ερμής κλπ. Οι θεοί αυτοί ήταν τελείως διαφορετικοί από τη μεγάλη θεά ή τις θεές της μινωικής Κρήτης, που λατρεύονταν αποκλειστικά μέχρι το 1450π.Χ. πριν δηλαδή την εγκατάσταση της αχαϊκής δυναστείας στην Κνωσό.

Από την άλλη μεριά οι ανασκαφές μας απέδειξαν ότι οι κάτοικοι της μυκηναϊκής Ελλάδας ήταν απόγονοι των πρώτων ελληνόγλωσσων φύλων που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή από το 1900π.Χ. Από τότε ως το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής δεν υπάρχουν ενδείξεις για εισβολή αλλοεθνών στην περιοχή, στους οποίους θα ήταν δυνατόν να αποδοθεί η λατρεία των θεοτήτων που αναφέρονται στις πινακίδες. Είναι φανερό ότι η λατρεία των Ολυμπίων θεών έφθασε στην Ελλάδα με τα πρώτα ελληνόγλωσσα φύλα, στις αρχές της Μεσοελλαδικής Εποχής και από τότε παρέμειναν οι μεγάλες θεότητες των κατοίκων της.

Η θρησκεία που έφεραν τα πρώτα αυτά ελληνόφωνα φύλα θα ήταν ανεικονική και γι’ αυτό δεν έχουμε παραστάσεις των θεών που λάτρευαν. Φαίνεται επίσης ότι οι λατρευτικές τελετές γίνονταν σε υπαίθριους χώρους και σε ειρά άλση, πράγμα που εξηγεί γιατί δεν βρέθηκαν ναοί και ιερά κτίσματα της εποχής.

Όταν εδραίωσαν την εγκατάστασή τους τα ελληνόγλωσσα φύλα και ήρθαν πρώτα σε επαφή και ύστερα σε στενή επικοινωνία με τους κατοίκους της μινωικής Κρήτης, που είχαν εξελιγμένη θρησκεία και πλούσιο τελετουργικό τυπικό, δέχθηκαν τις επιδράσεις τους και υιοθέτησαν πολλά μινωικά θρησκευτικά στοιχεία, όσα φυσικά δεν έρχονταν σε αντίθεση με τις δικές τους δοξασίες. Τα στοιχεία αυτά θα προστεθούν στην πατροπαράδοτη θρησκεία και από τον συγκερασμό αυτό θα δημιουργηθεί η Μυκηναϊκή Θρησκεία που βασικά είναι διαφορετική από τη Μινωική.

Θεοί και θεές των Μυκηναίων

Φαίνεται ότι οι Μυκηναίοι από νωρίς υιοθέτησαν την μινωική θεά της βλάστησης, της ευφορίας και των δέντρων. Ως αγρότες βρήκαν σε αυτήν την θεά την προσωποποίηση των δοξασιών και των πόθων τους. Η επιβλητική αποπνέουσα γονιμότητα μορφή της μινωικής θεάς με τα ακάλυπτα σφριφηλά στήθη, συμβόλιζε με επιτυχία την αναδημιουργία της φύσης. Κατά τα μινωικά πρότυπα οι θεραπαίνιδες της λατρείας της θεάς εικονίζονται με γυμνά πλούσια στήθη. Έτσι πιστευόταν ότι η γονιμότητα της θεάς και των θεραπαίνιδων θα μεταφερόταν στην καλλιεργήσιμη γη και θα εξασφάλιζε την ευφορία της. Την αρχαιότερη παράσταση αυτής της θεάς την βρίσκουμε χαραγμένη στην σφενδόνη του χρυσού δαχτυλιδιού των Μυκηνών που ανήκει στις αρχές του 15ουπ.Χ. αιώνα.

Στους σφραγιδόλιθους βρίσκουμε την εικόνα μιας άλλης θεάς που σε κάθε χέρι κρατά ένα ζώο, άγριο ή εξημερωμένο, ή ένα πουλί. Είναι η «Πότνια Θηρών», η θεά της άγριας φύσης, που προστατεύει τα ζώα και τους χαρίζει γονιμότητα, αλλά και τα εξοντώνει. Κτηνοτρόφοι οι Μυκηναίοι χρειάζονταν τη βοήθεια της θεάς και βρήκαν σε μινωικά αρχέτυπα την έκφραση της δοξασίας και της επιθυμίας τους για μια θεότητα προστάτιδα των ποιμνίων τους.

Στο μυκηναϊκό πάνθεο ανήκει και η θεά του πολέμου, απαραίτητη βέβαια σε φιλοπόλεμο λαό, όπως ο μυκηναϊκός. Η απεικόνιση της όμως δεν είναι ανθρωπόμορφη και φαίνεται ότι την δημιούργησαν οι Μυκηναίοι γιατί δεν βρήκαν αρχέτυπα στην μινωική τέχνη. Πρόκειται για ένα παλλάδιο (ανθρωπόμορο προστατευτικό τρόπαιο) με κύριο χαρακτηριστικό μια οκτώσχημη ή δίκυκλη ασπίδα στερεωμένη σε ιστό. Μια κεφαλή εξέχει από την κορυφή της ασπίδας και ένα δόρυ προβάλλει στα πλάγια. Αρχαιότερη παράσταση του παλλαδίου αυτού βρίσκουμε στο χρυσό δαχτυλίδι της ακρόπολης των Μυκηνών και νεότερη σε μια πλίνθο από κονίαμα που βρέθηκε πάλι στις Μυκήνες. Στην πλίνθο αυτή δύο γυναίκες με καλυμμένα στήθη λατρεύουν το παλλάδιο που είναι στημένο ανάμεσά τους. Πλάι υπάρχει και ένας αμφίκοιλος βωμός.

Σε τεμάχια τοιχογραφιών υπάρχει παράσταση οκτώσχημης ασπίδας πάνω από την κορυφή της οποίας διασώζεται κεφαλή με κράνος. Το λευκό χρώμα που χρησιμοποιήθηκε στην γραφή της κεφαλής αποτελεί απόδειξη ότι η θεότητα που συμβολίζει ήταν θεά. Η συμβολική αυτή παράσταση πήγασε από την ανεικονική θρησκευτική παράδοση των Μυκηναίων και από την πολεμική τους πείρα. Η αρχή της πρέπει να αναζητηθεί στην οπλολατρεία, φαινόμενο συνηθισμένο στα πρωτόγονα πολεμικά φύλα.

Το κέντρο της λατρείας ήταν η οκτώσχημη ασπίδα που φαίνεται ότι βρισκόταν σε χρήση ακόμα και κατά τον 15ο π.Χ. αιώνα. Φαίνεται επίσης ότι δεν έχασε την θρησκευτική της σημασία ακόμη και όταν μια άλλη μορφή ασπίδας την αντικατέστησε στον εξοπλισμό των Μυκηναίων. Έτσι βρίσκουμε ζωφόρους με οκτώσχημη ασπίδα στα ανάκτορα της Κνωσού, της Τίρυνθας, των Θηβών, ακόμη και σε κτίριο ιερού χαρακτήρα στις Μυκήνες. Το ερώτημα γιατί οι Μυκηναίοι φαντάστηκαν τη θεότητα του πολέμου ως θεά και όχι ως θεό παραμένει αναπάντητο. Η θεά αυτή του πολέμου μπορεί να ταυτιστεί με την Πότνια Αθηνά των πινακίδων.

Ναΐσκοι και τεμένη

Από δύο χρυσά ελάσματα με έκτυπη παράσταση που βρέθηκαν στους τάφους των Μυκηνών, από διάφορα χρυσά δαχτιλίδια με κοσμημένη σφενδόνη και από σφραγιδόλιθους, μαθαίνουμε ότι οι Μυκηναίοι έχτιζαν ιδιαίτερα μικρά λατρευτικά κτίρια σε ορεινά και λοφώδη σημεία. Η ιερότητα των κτιρίων αυτών αποδεικνύεται από τα ιερά κέρατα που κοσμούσαν την πρόσοψή τους. Μερικά είναι τριμερή όπως και τα ιερά της Κρήτης.

Εκτός όμως από τα ναΐδρια υπήρχαν και υπαίθρια τεμένη περιτριγυρισμένα από χαμηλό τοίχο, που περίκλειαν ένα ή και περισσότερα δένδρα ενός ιερού άλσους. Στα τεμένη ήταν τοποθετημένοι βαίτυλοι (ιεροί λίθοι), ιεροί κίονες, σωροί λίθων ή χώματος (βωμοί), τράπεζες προσφορών και άλλα ιερά αντικείμενα. Τα τεμένη αυτά ίσως συνέχιζαν την παράδοση των υπαίθριων χώρων λατρείας, που, όπως φαίνεται, χρησιμοποιούσνα οι πρώτοι ελληνόγλωσσοι κάτοικοι της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Αγάλματα θεών, όπως μας είναι γνωστά από τους ιστορικούς χρόνους, ούτε βρέθηκαν ούτε απεικονίζονται στις λατρευτικές παραστάσεις. Φαίνεται ότι οι Μυκηναίοι, όπως και οι Μινωίτες, δεν φιλοτεχνούσαν αγάλματα μεγάλης κλίμακας.

Λατρεία

Η λατρεία του θείου ήταν απλή. Προσευχές σε σεβίζουσα στάση, δηλαδή ανύψωση του ενός χεριού, ενώ το άλλο ακουμπούσε στο στήθος και προσφορές μικρών αναθημάτων αποτελούσαν τον συνήθη τρόπο λατρείας. Οι πιστοί προσέρχονταν στα ναΐδρια με βήμα ιερατικό και ευλαβική σοβαρότητα, με μικρά αναθήματα και με σκεύη θυσιών. Σπουδαίο ρόλο κατά την λατρεία της θεάς της γονιμότητας και της άγριας φύσης και τις δεήσεις στα ιερά τεμένη έπαιζαν οι οργιαστικοί χοροί με συμμετοχή ανδρών και γυναικών. Με τους χορούς ευχαριστούσαν την θεά και την καλούσαν να ακούσει τις δεήσεις τους χαρίζοντας γονιμότητα στη γη και στα ποίμνια. Σε τράπεζες προσφορών και στους βωμούς απέθεταν άνθη και καρπούς για την θεά της βλάστησης. Για τους μεγάλους θεούς ίσως θυσίαζαν ζώα.

Σε σφραγιδόλιθο από αχάτη που βρέθηκε στις Μυκήνες, εικονίζεται ένας κάπρος πάνω σε θυσιαστήρια τράπεζα. Ο ιερέας ντυμένος με βαριά στολή, ετοιμάζεται να ανοίξει τα σπλάχνα του ζώου. Στους βωμούς θυσιάζονταν επίσης ταύροι, αγελάδες, αγριόγιδα, ακόμη και ελάφια. Τις θυσίες συνόδευαν διάφορες σπονδές με την χρησιμοποίηση ιερών σκευών, των ρυτών. Μερικές φορές τα ρυτά είχαν το σχήμα ταυροκεφαλής, αλλά συνήθως ήταν χοανοειδή πήλινα σκεύη με οπή στον πυθμένα. Σπονδές επίσης γίνονταν από τελετουργικές πρόχους, όμοιες με εκείνες που χρησιμοποιούσαν οι Μινωίτες.

Στις σπονδές χρησιμοποιούσαν λάδι, μέλι, κρασί και νερό. Τα αναθήματα στους θεούς ήταν άνδρες και γυναίκες που υπηρετούσαν ως δούλοι στους ναούς, καθώς και πολύτιμα σκεύη, κυρίως από χρυσό και άργυρο. Για τον καλλωπισμό των ναών και των βωμών που στολίζονταν με κλαδιά ιερών δέντρων χρησιμοποιούσαν και αρωματικό λάδι.

Πολλά από τα ιερά, αν όχι όλα, είχαν εισαχθεί από τη μινωική Κρήτη, Τα ιερά κέρατα, τα ρυτά, οι αμφίκοιλοι βωμοί, είναι δείγματα αυτού του δανεισμού. Ένα μόνο σύμβολο δεν υιοθέτησαν οι Μυκηναίοι, τον διπλό πέλεκυ. Ο διπλός πέλεκυς στην μινωική θρησκεία ήταν το ιερό σύμβολο, όπως ο σταυρός στην χριστιανική. Για τους Μυκηναίους όμως αποτελούσε ένα απλό όργανο για να θανατώσουν τα ζώα των θυσιών.

Τις θυσίες και τους ναούς επώπτευαν ιερείς και ιέρειες που διαχειρίζονταν και την περιουσία των ιερών. Φαίνεται ότι οι ιερείς φορούσαν κατά τις ιεροτελεστίες πολύτιμα βαριά φορέματα που κάλυπταν ολόκληρο το σώμα τους. Για τις ιέρειες δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία, φαίνεται όμως ότι κατά τη λατρεία της θεάς της γονιμότητας και της φύσης φορούσαν την μινωική ενδυμασία που άφηνε ακάλυπτα τα στήθη. Πιστεύεται ότι στην Κρήτη ο βασιλιάς διατηρούσε και το αξίωμα του μεγάλου αρχιερέα. Για την μυκηναϊκή περιοχή δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο άναξ ήταν και ο αρχιερεύς, πιστεύεται όμως ότι οι ιερείς και οι ιέρειες εκτελούσαν όλα τα θρησκευτικά καθήκοντα.

Σχετικά με την θεωρία ότι υπήρχε λατρεία των νεκρών κατά τη Μυκηναϊκή Περίοδο δεν έχουμε καμία επιβεβαιωτική ένδειξη. Το μόνο το οποίο είναι βέβαιο είναι το γεγονός ότι οι νεκροί ενταφιάζονταν με μεγάλο σεβασμό και προσοχή, ίσως και σύμφωνα με ένα πλούσιο ταφικό τυπικό.

Τελετές

Οι εικονιστικές παραστάσεις της Μυκηναϊκής Εποχής παρουσιάζουν μόνο δείγματα ατομικής λατρείας. Δεν υπάρχουν δείγματα ομαδικής λατρείας, ούτε σκηνές θρησκευτικών τελετών με συμμετοχή μεγάλου πλήθους. Με βάση τις πινακίδες της Πύλου, κάθε μήνα όμως γίνονταν τελετές με λαϊκή συμμετοχή. Στα ανάκτορα της Τίρυνθας και των Θηβών βρέθηκαν παραστάσεις πομπής γυναικών που κρατούν στα χέρια τους διάφορα αντικείμενα. Η πομπή δηλώνει ομαδικό εορτασμό. Ο χορός, και κυρίως ο οργιαστικός, αποτελούσε βασικό μέρος της λατρείας της θεάς της βλάστησης και της φύσης.

Γενικά μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η μυκηναϊκή θρησκεία ήταν ανεικονική κατά μεγάλο μέρος και πολύ απλούστερη της μινωικής και ότι είχε δανειστεί πολλά στοιχεία από την Κρήτη. Κατά βάθος όμως διατηρούσε τον δικό της χαρακτήρα. Στην μυκηναϊκή θρησκεία ενυπήρχαν όλα τα στοιχεία που δημιούργησαν τη βάση της ελληνικής θρησκείας των ιστορικών χρόνων.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους