Η Ιταλία, όταν λήγει ο πόλεμος και υπογράφεται η Συνθήκη των Βερσαλλιών το 1919, δεν έχει ήρεμη πολιτική ζωή. Υπάρχει αναταραχή και από τις καταστροφές του πολέμου και βέβαια επειδή υπήρχε μια έντονη αμφισβήτηση του πολιτικού κόσμου, που θεωρούνταν ότι δεν είχε παλέψει αρκετά για να έχει κέρδη. Η Ιταλία μετά το τέλος του πολέμου θεώρησε ότι οι περιοχές που απέκτησε αποσπώντας από την Αυστρία, δηλαδή η περιοχή της Τεργέστης και του Τιρόλου, δεν ήταν αρκετές και οι πολιτικοί τους κατηγορούνταν για αυτό. Υπήρχαν διαδηλώσεις, υπήρχε η «Κόκκινη Διετία», όπως λεγόταν, από τις συνεχείς διαδηλώσεις, απεργίες, καταλήψεις λιμανιών, δημοσίων κτιρίων, βιομηχανιών κ.λπ. και μέσα σε αυτό το κλίμα αναδείχτηκε η μορφή του Μπενίτο Μουσολίνι.

Ο Μπενίτο Μουσολίνι έδρασε πάρα πολύ δυναμικά στην Ελβετία (διέφυγε στην Ελβετία). Εκεί
έδρασε με τέτοιο πάθος, που τον εξεδίωξαν από όλα τα καντόνια. Μετά από αυτό επέστρεψε στην Ιταλία και έγινε διευθυντής της εφημερίδας «Αvanti», δηλαδή του επίσημου κομμουνιστικού οργάνου. Ήταν κομμουνιστής από τους πιο γνωστούς της Ιταλίας ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος όμως στη διάρκεια των εξελίξεων αυτών, μετά το τέλος του πολέμου και καθώς κυλούσαν οι
εξελίξεις, έπαθε μία μετάλλαξη, η ιδεολογία του μετακινήθηκε.
Μετακινήθηκε, διότι παρατήρησε διάφορες εξελίξεις, και κυρίως η συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ έπαιξε ρόλο σ΄αυτό, διότι θεώρησε ότι οι κομμουνιστές -ο ίδιος ήταν κομμουνιστής για πολλά
χρόνια- δεν σέβονται τις πατρίδες, αδιαφορούν γι΄αυτές, είναι έτοιμοι να ξεπουλήσουν τα πάντα, και επομένως θεώρησε ότι είναι το ιδανικό να δημιουργηθεί ένα καθεστώς στην Ιταλία, το οποίο να εμπεριέχει στοιχεία της κομμουνιστικής δράσεως και σύλληψης, αλλά να είναι πατριωτικό, να είναι για την Ιταλία. Έχει σημασία αυτό, διότι ο κομμουνισμός είναι διεθνιστικός και ο Μουσολίνι επομένως διαγράφει την πλευρά του διεθνισμού και λέει «πάνω απ΄όλα η Ιταλία».
Έτσι δημιουργεί ένα κόμμα που ονομάζεται «φασιστικό κόμμα» από τη λατινική λέξη «fascio». Το fascio ήταν ένα σύμβολο των αρχαίων Ρωμαίων, στην ουσία ήταν ένα δέμα από σιτάρι που σήμαινε «ένωση»· θα έλεγε κανείς «το ενωτικό κόμμα Ιταλίας». Αυτό το κόμμα είναι γεμάτο ορμή και δύναμη, αποφασισμένο να αλλάξει την Ιταλία. Κατηγορεί τη δημοκρατία ότι δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα των πολιτών και ότι είναι όργανο της πλουτοκρατίας. Ο όρος «πλουτοκρατία» είναι του Μουσολίνι, ο οποίος θεωρεί ότι η πλουτοκρατία δεν σέβεται τον λαό και τους πολίτες,
επομένως κατηγορεί τη δημοκρατία, και κατηγορεί και τους κομμουνιστές ότι δεν σέβονται
τις πατρίδες.
Οι οπαδοί του είναι οργανωμένοι σχεδόν στρατιωτικά, είναι κυρίως άντρες στην ακμή της ηλικίας τους, ντύνονται με σκούρα στολή, ομοιόμορφη -«οι μελανοχίτωνες» όπως λέγονταν- και αποτελούν δύναμη κρούσεως στις επαρχίες και στις πόλεις. Σταδιακά αποκτά πολλούς οπαδούς και το 1922 κάνει με αυτούς την περίφημη «Πορεία προς τη Ρώμη». Καθώς κινείται προς τη Ρώμη και πορεύεται δια μέσου της Ιταλίας, χιλιάδες Ιταλών ενώνονται μαζί σ΄αυτήν την πορεία και έτσι, το 1922, ο Μπενίτο Μουσολίνι στην ουσία καταλύει τη δημοκρατία στην Ιταλία. Γρήγορα παίρνει όλες τις εξουσίες στα χέρια του και εγκαθιστά ένα καθεστώς που ονομάζεται «φασιστικό» και είναι το πρώτο του είδους του στην Ευρώπη. Πρώτος αυτός, ο Μπενίτο Μουσολίνι, άνοιξε τον δρόμο για τα πράγματα.