Μπαντεάι Σρέι, Τα Κέο, Φιμεανάκας, Μπαφουόν

Η νίκη του Ρατζεντραβαρμάν επί των Τσαμ σηματοδότησε την έναρξη μιας μακρόχρονης βασιλείας του Τζαγιαβαρμάν Ε’ (968-1001), του διαδόχου του, που χαρακτηρίστηκε από σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα. Σε αυτόν αποδίδεται το αφιερωμένο στον Σίβα συγκρότημα Μπαντεάι Σρέι (Ακρόπολη των γυναικών), την οικοδόμηση του οποίου είχε ξεκινήσει ο πατέρας του, και το επιβλητικό Τα Κέο.

Μπαντεάι Σρέι

Το Μπαντεάι Σρέι, 23 χιλιόμετρα μακριά από την Άνγκορ, είναι ένα από τα πιο όμορφα αρχιτεκτονικά συγκροτήματα των Χμερ. Είναι μικρότερων διαστάσεων από άλλα οικοδομήματα (οι είσοδοι των κτιρίων δεν ξεπερνούν τα 130 εκατοστά) και ο διάκοσμος τους (που παραπέμπει περισσότερο σε ξύλινες κατασκευές παρά σε λίθινες) είναι αντιπροσωπευτικός μιας τέχνης εκλεπτυσμένης, με έντονο το ινδικό στοιχείο.

Το συγκρότημα οικοδομήθηκε σε μικρή απόσταση από την πηγή πρώτων υλών, το σπήλαιο κόκκινου ψαμμίτη της Πνομ Κουλέν, και τις κοντινές περιοχές με τα κοιτάσματα λατερίτη. Η είσοδος του Μπαντεάι Σρέι κοιτάζει την Ανατολή, ενώ στο κέντρο του, που είναι αφιερωμένο στη λατρεία του Σίβα, η πρόσβαση γίνεται μέσω ενός περάσματος που οδηγεί σε έναν πρόναο (γκοπούρα), πλησίον στα πρώτα τείχη.

Από εκεί, μέσω ενός άλλου πρόναου που βρίσκεται στη δεύτερη ζώνη τειχών, εισέρχεται κανείς στον εσωτερικό τομέα, που περιλαμβάνει δύο «βιβλιοθήκες», πολυάριθμα μικρά κτίρια και τρία μεγάλα ιερά, στο μεσαίο από τα οποία υπήρχε μια μεγάλη λίγκα.

Το Μπατεάι Σρέι φημίζεται για τα αγάλματά του που αναπαριστούν προστάτες και είναι τοποθετημένα στα πλαϊνά των θυρών και στους εσωτερικούς τοίχους, αλλά για τις σκηνές της Πουράνα και των ινδουιστικών επών που κοσμούν τα αετώματα. Το χτίσιμο του συγκροτήματος δεν ήταν επιθυμία του βασιλιά, αλλά του Γιατζνιαβαράχα, ενός βραχμάνου του βασιλείου, συμβόλου του Ρατζεντραβαρμάν. Εκτός των άλλων, ο ναός ήταν ένας φόρος τιμής στον βασιλιά για τη δογματική ανεκτικότητα που είχε επιδείξει. Βουδιστής, όπως και ο πατέρας του, ασπάστηκε αμέσως την βουδιστική αίρεση Μαχαγιάνα με τον Σίβα και τον Βισνού.

Εκτός από το Μπαντεάι Σρέι, σπουδαίο δείγμα αρχιτεκτονικής και διακόσμησης, αίσθηση προκαλεί και το 22 μέτρων Τα Κέο, κατασκευασμένο από ψαμμίτη, στο οποίο είναι έντονο το στοιχείο του ανατολικού Μπαρέι. Ο ναός, με τη χαρακτηριστική διάταξη των πέντε πύργων, είναι ένα από τα πιο επιβλητικά οικοδομήματα των Χμερ, όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Σύμφωνα με μια επιγραφή, ο ναός κεραυνοβολήθηκε τη στιγμή που χτιζόταν και το γεγονός θεωρήθηκε κακός οιωνός, με αποτέλεσμα οι εργασίες να ανασταλούν.

Μπαντεάι Σρέι, Τα Κέο, Φιμεανάκας, Μπαφουόν
Τα Κέο

Περίπου το 1000, ολοκληρώθηκε ένα κεφάλαιο της ένδοξης ιστορίας της Άνγκορ. Μετά τον θάνατο του Τζαγιαβαρμάν Ε’, ο ανίσχυρος Ουνταγιαντιτγιαβαρμάν Α’ (1001-1002) δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει το χάος και τη βία που ξέσπασε στο βασίλειο των Χμερ.

Η αιματηρή διαμάχη για την ανάληψη της εξουσίας και τον τίτλο του τσακραβαρτίν στην Άνγκορ διήρκεσε εννέα χρόνια, με κύριους αντιπάλους δύο πρίγκιπες, από τους οποίους ο ένας είχε ως βάση την Άνγκορ και ο άλλος την ανατολική Καμπότζη. Νικητής αναδείχθηκε ο δεύτερος και πιθανότατα το βασίλειο, που πλέον βίωνε βαθιά κρίση, δεν μπορούσε να αποκτήσει καλύτερο βασιλιά από εκείνον που ανέβηκε στο θρόνο παίρνοντας το όνομα Σουργιαβαρμάν Α (1002-1050). Ήταν ένας ισχυρός και σκοτεινός χαρακτήρας, με βασιλική καταγωγή από τη Νακόν Σι Ταμαράτ (σημερινή νότια Ταϊλάνδη).

Είναι αποδεδειγμένο ότι ο Σουργιαβαρμάν Α’ κατάφερε να διευρύνει τα σύνορα ως το νότιο Λάος και τη χερσόνησο της Ταϊλάνδης, εξασφαλίζοντας στους Χμερ τον έλεγχο του κόλπου της Ταϊλάνδης και των ναυτικών οδών της Ινδοκίνας.

Ωστόσο, για αν επιτύχει το σκοπό του, χρειάστηκε να αντιμετωπίσει το κοντινό Μον που είχε ήδη τον έλεγχο της κεντρικής και νότιας Ταϊλάνδης. Με την προσάρτηση αυτών των περιοχών, το 1025, εδραιώθηκε η οικονομική και στρατιωτική δύναμη στο νοτιοανατολικό τμήμα της Ασίας. Επί Σουργιαβαρμάν Α’ η ηγεμονία των Χμερ έφτασε στο ύψιστο σημείο της ακμής της. Για την καλύτερη διαχείριση αυτής της μεγάλης περιοχής ο μονάρχης ενίσχυσε και αναδιοργάνωσε το διοικητικό τομέα, με ένα δίκτυο κρατικών πληροφοριοδοτών και διπλωματών.

Οι ικανότητες του ως ηγέτη και μεταρρυθμιστή αρκούσαν για να ανακηρυχθεί ο Σουργιαβαρμάν Α’ ένας από τους ισχυρότερους βασιλιάδες των Χμερ, αλλά ο μονάρχης αποδείχθηκε επίσης ικανότατος στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Πρώτα οικοδομήθηκε το ανάκτορο του, μήκους 600 μέτρων και πλάτους 250 μέτρων, προστατευμένο από τείχη ύψους έξι μέτρων, το οποίο θα αποτελούσε τη βασιλική κατοικία και την καρδιά της αυτοκρατορίας για αιώνες. Έπειτα επέλεξε έναν χώρο, πλησίον των διαμερισμάτων του στο εσωτερικό του παλατιού, όπου οικοδόμησε το Φιμεανάκας, ένα ναό αφιερωμένο στους προγόνους.

Μπαντεάι Σρέι, Τα Κέο, Φιμεανάκας, Μπαφουόν
Φιμεανάκας

Σύμφωνα με την παράδοση, ο μονάρχης κάθε βράδυ πήγαινε στον χρυσό πύργο, που βρισκόταν στην κορυφή του ναού, για να συνομιλήσει σε μια θεότητα, μισή γυναίκα και μισή ερπετό με εννέα κεφάλια (νάγκα), και να ανανεώσει με αυτόν τον τρόπο τη συμμαχία του λαού του με τον κόσμο των πνευμάτων.

Το Πρέα Βίχεαρ, οικοδομικό συγκρότημα αφιερωμένο στον Σίβα, ευρισκόμενο σε μια βραχώδη τοποθεσία στην οροσειρά Ντάνγκρεγκ, που χωρίζει την καμποτζιανή πεδιάδα από το οροπέδιο Κοράτ, είναι ένα μοναδικό έργο. Η ανέγερση του ξεκίνησε πιθανότατα το 893, αλλά ολοκληρώθηκε από τον Σουργιαβαρμάν Α’.

Ο βωμός, που μάλλον κατασκευάστηκε για να εξυπηρετήσει τελετουργικούς σκοπούς, αναπτύσσεται σε μήκος 800 μέτρων, μέσω μιας σειράς διαδρόμων. Σε αυτούς η πρόσβαση γίνεται από περίτεχνες πύλες με κλίμακες που φτάνουν ως το ιερό, που δεσπόζει στην πεδιάδα πάνω από έναν γκρεμό ύψους άνω των 500 μέτρων. Ο ναός δεν διέθετε χώρους υποδομής, χρήσιμους για τη φιλοξενία των επισκεπτών. Υπάρχουν διάσπαρτα ίχνη ζωγραφικών έργων, αλλά αριστούργημα θεωρείται η απεικόνιση του Ταραγμένου Ωκεανού στην τέταρτη πύλη, στην οποία αποδίδεται ένα επεισόδιο της ινδουιστικής παράδοσης για τη δημιουργία του σύμπαντος.

Μετά τον θάνατό του , το 1049, ο Σουγριαβαρμάν Α’, ο οποίος ήταν πιστός στον Σίβα αλλά και υποστηρικτής του βουδιστικού νόμου, έλαβε τον τίτλο του Νιρβαναπάντα («Αυτός που έχει επιτύχει την επιφοίτηση»). Η συνύπαρξη των διαφορετικών δογμάτων και η ιδανική διακυβέρνηση σύντομα αποτέλεσαν παρελθόν για το ανήσυχο βασίλειο των Χμερ. Για να ολοκληρωθεί το ήδη μεγάλο έργο του Σουργιαβαρμάν, έλειπε μόνο ένα μεγαλειώδες δημόσιο έργο που δεν υπήρχε όμοιό του.

Έτσι, ξεκίνησε η κατασκευή του ανατολικού Μπαρέι, μήκους οκτώ χιλιόμετρων και χωρητικότητας 50 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού, ένα έργο κοσμικών διαστάσεων. Υπό τον Ουνταγιαντιτγιαβαρμάν Β’ κατασκευάστηκαν τα φράγματα που ήλεγχαν τη ροή των υδάτων στο ανατολικό Μπαρέι, ενώ παράλληλα διατάχθηκε η οικοδόμηση ενός ναού-νησιού, του ανατολικού Μέμπον, στο κέντρο του.

Σήμερα διατηρούνται σε σχετικά καλή κατάσταση μόνο οι πύργοι στην ανατολική πλευρά, όμως ακόμα και στις μέρες μας η φήμη του ναού είναι συνδεδεμένη με το γιγαντιαίο μπρούτζινο άγαλμα του Σίβα που έχει αποδοθεί τη στιγμή που δημιουργεί το σύμπαν. Από αυτό το άγαλμα, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο μεγαλοπρεπή μπρούτζινα γλυπτά της νοτιοανατολικής Ασίας και κάποτε φιλοξενούνταν στο νησί, έχουν σωθεί μόνο ένα μέρος του θώρακα, το κεφάλι και δύο από τα τέσσερα χέρια, και εκτίθενται στο Εθνικό Μουσείο της Πνομ Πεν.

Τον Ουνταγιαντιτγιαβαρμάν Β’ διαδέχτηκε πρώτα ο αδελφός του, Χαρσαβαρμάν Γ’ (1066-1080) – κυβέρνησε 14, στη διάρκεια των οποίων παρουσιάστηκαν εσωτερικα΄προβλήματα και σημειώθηκε μια πρώτη ήττα από τους Τσαμ – και στη συνέχεια ο Τζαγιαβαρμάν ΣΤ’ (1080-1107).

Ο Τζαγιαβαρμάν ΣΤ’, που πιθανότατα καταγόταν από την υποτελή στους Χμερ περιοχή της Κοράτ, ανήλθε στην εξουσία νικώντας τον προκάτοχό του σε μάχη. Σε αυτόν αποδίδεται ένα εκ των μεγαλυτέρων αρχαιολογικών συγκροτημάτων της νοτιοανατολικής Ασίας, το Βιμαγιαπούρα (σήμερα Φιμάι), στην άνω όχθη του ποταμού Μουν. Καθώς βρισκόταν σε μια περιοχή που κατοικούνταν από την Εποχή του Χαλκού, το Φιμάι υπό τον Τζαγιαβαρμάν ΣΤ’ μετατράπηκε σε ένα ακμάζον κέντρο, το οποίο συνδεόταν με την πρωτεύουσα μέσω μιας μεγάλης οδικής αρτηρίας μήκους 300 χιλιομέτρων. Η περιοχή θεωρούνταν τόσο ασφαλής, που μέχρι τον επόμενο βασιλιά, τον Τζαγιαβαρμάν Ζ’ (1181-1215) δεν είχαν χτιστεί περιμετρικές οχυρώσεις. Το πριγκιπικό θρησκευτικό συγκρότημα, το Πρασάτ Φιμάι, ήταν πλούσιο σε καινοτόμα στοιχεία και στο βόρειο-νότιο άξονα και όχι στον ανατολικό-δυτικό.

Από τους μονάρχες που διαδέχτηκαν τον Σουργιαβαρμάν Α’ αξίζει να αναφερθεί ο Ουνταγιαντιτγιαβαρμάν Β’, ο οποίος το 1060 κατασκεύασε τον Μπρούτζινο Πύργο (Μπαφουόν), ένα μεγαλοπρεπή ναό στην καρδιά της αρχαίας πρωτεύουσας.

Μπαντεάι Σρέι, Τα Κέο, Φιμεανάκας, Μπαφουόν
Γλυπτά από το Μπαφουόν

Επρόκειτο για το μεγαλύτερο θρησκευτικό κτίριο των Χμερ μέχρι την Άνγκορ Βατ, που δημιουργήθηκε έπειτα από έναν αιώνα. Χτισμένος κοντά στο νότιο τείχος του βασιλικού ανακτόρου, ο ναός χαρακτηρίζεται από μεγάλο αριθμό αναγλύφων, τα οποία, ως επί το πλείστον, είναι εμπνευσμένα από τα ινδουιστικά έπη Ραμαγιάνα και Μαχαμπαράτα.

Υιοθετώντας μια τεχνική που είχε αναπτυχθεί και δοκιμαστεί τοπικά, το κύριο κτίριο οικοδομήθηκε γύρω από τα τρία μεγάλα πέτρινα κιβώτια, το ένα πάνω στο άλλο, παραγεμισμένα με άμμο. Εξαιτίας των διαστάσεων του Μπαφουόν, η πίεση που ασκούταν από την άμμο αποδείχθηκε υπερβολική για τα λεπτά τοιχώματα των τριών επιπέδων που την συγκρατούσαν και η διείσδυση νερού, σε συνδυασμό με το βάρος, οδήγησαν στην κατάρρευση μεγάλων τμημάτων του ναού την περίοδο έντονων βροχοπτώσεων το 1943. Γι’ αυτόν το λόγο ο συγκεκριμένος ναός, από τη στιγμή της ανακάλυψης του, αντιμετώπισε προβλήματα συντήρησης.

Με πληροφορίες από: nationalgeographic