Μιχαήλ ΣΤ’, Ισαάκιος Α’, Κωνσταντίνος Ι’

Ο Μιχαήλ ΣΤ’ ήταν ο τελευταίος αυτοκράτοτρας από την Μακεδονική Δυναστεία. Ισαάκιος Κομνηνός και Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας ήταν η αρχή της βασιλείας των Δουκών, των Κομνηνών και των Αγγέλων.

Μιχαήλ ΣΤ', Ισαάκιος Α', Κωνσταντίνος Ι'
Μιχαήλ ΣΤ’

Μιχαήλ ΣΤ’ ο Στρατιωτικός

Στι ς 22 Αυγούστου του 1056 η ετοιμοθάνατη Θεοδώρα έστεψε αυτοκράτορα τον γηραιό Μιχαήλ ΣΤ’ τον Στρατιωτικό, τον οποίο επέβαλαν οι εκπρόσωποι της πανίσχυρης πολιτικής αριστοκρατίας της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι ενδιαφέρονταν να παραμείνει στα χέρια τους η εξουσία. Ο Μιχαήλ επρόκειτο να θέσει «την τρέμουσαν υπογραφήν του εις την τελευταία σελίδα της ιστορίας του Μακεδονικού οίκου».

Ο ηλικιωμένος αυτοκράτορας διατήρησε τον Λέοντα Στραβοσπόνδυλο και τους ευνούχους της Θεοδώρας στην υψηλές δοικητικές θέσεις που κατείχαν. Η βασίλεια του Μιχαήλ ΣΤ’ διήρκσε μόλις ένα χρόνο και δέκα μέρες. Ήταν μια περίοδος συνεχούς αναμέτρησης των ευνούχων που ήταν στην εξουσία και των στρατιωτικών τους οποίους ο αυτοκράτορας αναζητούσε ευκαιρία να ταπεινώσει.

Μια τέτοια ευκαρία παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα το Πάσχα του 1057. Κατά την ημέρα αυτή, σύμφωνα με το έθιμο ο αυτοκράτορας δεχόταν τους ηγέτες του στρατού και τους ανώτατους πολιτικούς υπαλλήλους. Οι στρατιωτικοί αρχηγοί, που εκπροσωπούσαν τις πιο μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες της επαρχίας, Μιχαήλ Βούρτζης, Ισαάκιος Κομνηνός, Κωνσταντίνος Δούκας, Ιωάννης Δούκας και Κατακαλών Κεκαυμένος, προσήλθαν το Πάσχα του 1057 στα ανάκτορα και ο Μιχαήλ ΣΤ’ τους δέχτηκε ψυχρά και αρνήθηκε ο,τιδήποτε του ζήτησαν.

Οι στρατηγοί δυσαρεστημένοι συγκεντρώθηκαν στην Αγία Σοφία και όπου αποφάσισαν να εκθρονίσουν τον αυτοκράτορα και να αναβιβάσουν στον θρόνο τον Ισαάκιο Κομνηνό, ο οποίος υποστηριζόταν και από τον πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο. Στην συνέχεια οι στρατηγοί πέρασαν στην Μικρά Ασία όπου άρχισαν να οργανώνουν συστηματικά την εναντίον του αυτοκράτορα συνωμοσία, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη όλων των αρχηγών των μεγάλων οικογενειών της Μικράς Ασίας. Τα πράγματα εξελίχθηκαν ραγδαία.

Στις 8 Ιουνίου του 1057, κοντά στην Κασταμονή της Παφλαγονίας αναγόρευσαν αυτοκράτορα τον Ισαάκιο Κομνηνό. Έπειτα, αφού συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους βάδισαν κατά της Κωνσταντινούπολης. Ο γηραιός αυτοκράτορας βλέποντας να εγκαταλείπεται από όλους, παραιτήθηκε και περιβλήθηκε το μοναχικό σχήμα στις 30 Αυγούσου του 1057, ενώ δύο μέρες αργότερα εισήλθε θριαμβευτικά στην πρωτεύουσα ο Ισαάκιος Κομνηνός, ο οποίος δέχτηκε το αυτοκρατορικό στέμμα από το χέρι του Πατριάρχη.

Μιχαήλ ΣΤ', Ισαάκιος Α', Κωνσταντίνος Ι'
Ισαάκιος Α’ Κομνηνός

Ισαάκιος Κομνηνός

Ο Ισαάκιος Κομνηνός υπήρξε πρωτότοκος γιος του επιφανούς στρταιωτικού Μανουήλ Κομνηνού, ο οποίος ετύγχανε της ιδιαίτερης εύνοιας του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου. Οι Κομνηνοί κατάγονταν από την Κασταμονή του Πόντου (μεταξύ Τραπεζούντας και Σεβάστειας). Το όνομα τους όμως προέρχεται από την κωμόπολη, Κόμνη (κοντά στην Αδριανούπολη), όπου είχαν μετοικήσει.

Επειδή ο Ισαάκιος Κομνηνός είχε προβλήματα υγείας αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Δεν είχε όμως γιο και γι’ αυτό υπέδειξε ως διάδοχό του τον στρατηγό Κωνσταντίνο Δούκα, παλαιό φίλο και συμπολεμιστή του, στον οποίο αφού παρέδωσε το θρόνο περιβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, «διά να επιτύχει τουλάχιστον την σωτηρία της ψυχής του», όπως παρατηρεί ο καθηγητής Ιωάννης Καραγιαννόπουλος.

Ο καθηγητής Άμαντος γράφει σχετικά για τον Ισαάκιο Κομνηνό: «Η τύχη έχει συχνά μεγάλην σημασίαν εις την Ιστορίαν. Αν ο Ισαάκιος Κομνηνός με την τόσην αγαθήν προαίρεσιν και την έκτατον ικανότητα δεν έμενε εις την αρχήν μόνον δύο έτη, αλλά πλείονα, όσα τουλάχιστον και ο Μονομάχος, ίσως το Βυζάντιον δεν ήθελε πάθει όσα έπαθε κατά τον ενδέκατο αιώνα».

Οπωσδήποτε οι κρίσεις του Άμαντου έχουν την αδιαμφισβήτητη σημασία τους, αλλά στις αρετές που προσδίδει ο καθηγητής στον Ισάακιο Κομνηνό θα μπορούσε κανείς να προσθέσει ότι ο πολιτικός ηγέτης θα πρέπει να διαθέτει και τα προσόντα της διπλωματικότητας, της διορατικότητας, της υπομονής και της καρτερικότητας, προσόντα που δεν φαίνεται να διέθετε ο κατά τα άλλα ικανότατος Ισαάκιος Κομνηνός.

Μιχαήλ ΣΤ', Ισαάκιος Α', Κωνσταντίνος Ι'
Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας

Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας

Ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας καταγόταν από την επιφανή οικογένεια των Δουκών. Ο νέος αυτοκράτορας εκπροσωπούσε την αριστοκρατία των πολιτικών της πρωτεύουσας. Ήταν έμπιστος φίλος του Μιχαήλ Ψελλού και του πατριάρχη Κωνσταντίνου Λειχούδη. Νυμφεύτηκε την Ευδοκία την Μακρεμβολίτισσα, ανιψιά του Μιχαήλ Κηρουλάριου, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά. Ο Κωνσταντίνος Δούκας υπήρξε κατά τον χαρακτηρισμό του Αλέξη Σαββίδη γραφειοκράτης και αντιμιλιταριστής.

Υπήρξε έμπειρος στα οικονομικά και φίλος της δικαιοσύνης και της ευνομίας. Όμως παρά το γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος Δούκας διακρινόταν ως άτομο για την καλλιέργεια του και διαπνεόταν από αγαθές προθέσεις, ως αυτοκράτορας δεν διέθετε τα προσόντα που ήταν απαραίτητα για τις περιστάσεις.

Ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας πέθανε τον Μάιο του 1067 μετά από βαριά ασθένεια. Λίγο πριν τον θάνατό του έχει ορίσει καίσαρα τον αδελφό του Ιωάνη Δούκα και είχε αναθέσει στη σύζυγό του Ευδοκία της Μακρεμβολίτισσα την επιτροπεία των ανήλικων γιων του, Μιχαήλ, Ανδονίκου και του Κωνσταντίνου. Η Ευδοκία υποχρεώθηκε από τον ετοιμοθάνατο σύζυγό της να υποσχεθεί ότι δεν θα ξαναπαντρευτεί, ότι θα προστατεύσει τα επί του θρόνου δικαιώματα των γιων της, καθώς και ότι δεν θα αφαιρέσει καμία εξουσία από τον καίσαρα Ιωάννη Δούκα, που ήταν παραδυναστεύων. Ο όρκος αυτός δόθηκε γραπτός ενώπιον του πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλίνου και μπροστά στην σύνοδο του Πατριαρχείου και στη βυζαντινή Σύγκλητο.