Η τελική καταστροφή του ανακτόρου της Κνωσού, λίγο μετά το 1400π.Χ., υπήρξε μοιραίος σταθμός στην ιστορία της μινωική Κρήτης. Η παλαιά λανθάνουσα διαμάχη Μινωιτών και Μυκηναίων για την πρωτοβουλία στις διάφορες αγορές και την κυριαρχία στο Αιγαίο έληξε οριστικά υπέρ των Μυκηναίων. Η Κρήτη θα χάσει την ιστορική πρωτοβουλία και θα περιπέσει σε δεύτερη μοίρα. θα αρχίσει μια νέα περίοδος για το νησί που θα ονομαστεί μεταγενέστερα Μετανακτορική.

Η παρακμή της ακολουθεί σταδιακή εξέλιξη. Οι δεσμοί με το ένδοξο παρελθόν είναι πάντα έντονοι. Ιδιαίτερα στις αρχές της περιόδου, σε ολόκληρη τη νήσο, αφθονούν τα δείγματα ευημερίας. Πολιτικά όμως η Κρήτη αποτελεί μια επαρχία του μυκηναϊκού κράτους, σημαντική βέβαια επαρχία, αλλά χωρίς δυνατότητες να συναγωνιστεί την αχαϊκή Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον Όμηρο η Μετανακτορική Κρήτη δεν ονομάζεται νησί, αλλά γαία λόγω του μεγέθους της. Είναι πυκνά κατοικημένη-ενενήντα πόλεις αναφέρονται στην Ιλιάδα. Το πλήθος των νεκροταφείων επιβεβαιώνει την ορθότητα της ομηρικής παράδοσης. Ο πληθυσμός της Κρήτης είναι γνήσιοι Μινωίτες, Αχαιοί και Κύδωνες. Οι Αχαιοί έχουν εγκατασταθεί εκεί από το 1450π.Χ.
Ο Όμηρος αναφέρει μεταξύ των κατοίκων της Κρήτης και τους Ετεόκρητες, τους Δωριείς και τους Πελασγούς. Ετεόκρητες ήταν οι παλαιοί γνήσιοι Κρήτες που είχαν αναμιχθεί με το αχαϊκό στοιχείο και μετά την εισβολή των Δωριέων εγκατέλειψαν την κεντρική Κρήτη. Ο Στράβων τους τοποθετεί στην νότια Κρήτη και η ύπαρξη τους είναι γνωστή σε μεταγενέστερα χρόνια στην ανατολική. Οι Δωριείς ήρθαν αργότερα και η αναφορά τους από τον Όμηρο είναι απλώς αναχρονισμός. Η ύπαρξη των Πελασγών στην Κρήτη είναι σκοτεινή.
Η μνήμη της παλαιάς Κρήτης είναι ζωντανή. Ο Όμηρος θυμάται την Κνωσό και τον Μίνωα. Ο Κρης όμως ήρωας του έπους της Ιλιάδας είναι ο Αχαιός Ιδομενέας. Ο Ιδομενέας είναι ισχυρός βασιλιάς και συμμετέχει στον Τρωικό πόλεμο με 80 πλοία, τρίτος κατά σειρά στην ναυτική δύναμη μετά τον Αγαμέμνονα και τον Νέστορα. Είναι από τους λίγους που επανέφερε σώους τους άνδρες του στην πατρίδα τους μετά τον Τρωικό πόλεμο. Χωρίς αμφιβολία ο Ιδομενέας προσωποποιεί την δυναμικότητα της μετανακτορικής Κρήτης.
Η θέση του Ιδομενέα στο Όμηρο όμως θέτει ένα πρόβλημα. Από το έπος φαίνεται ότι η εξουσία και στην μετανακτορική Κρήτη ήταν στα χέρια ενός δυνάστη. Αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμα, αφού δεν απέμεινε κανένα ανάκτορο. Τα μέγαρα της Αγίας Τριάδας και της Τυλίσου αποτελούσαν ίσως έδρες ισχυρών τοπαρχών, όχι όμως βασιλέων. Παρά την εξάπλωση των συνοικισμών και νεκροταφείων της εποχής σε όλη την Κρήτη, διαφαίνεται ότι η περιοχή της Κνωσού αποτελεί το επίκεντρο της νήσου. Οι Αρχάνες πάλι, όπου βρέθηκε μια ασύλητη βασιλική ταφή σε θολωτό τάφο αυτών των χρόνων, δεν είναι μακριά από την Κνωσό.
Η μετανακτορική Κρήτη δεν έχει αφομοιωθεί από τον Μυκηναϊκό κόσμο. Οι διαφορές της Κρήτης από την αχαϊκή Ελλάδα είναι μεγαλύτερες από τις ομοιότητες. Η Κρήτη κράτησε τον δικό της πολιτισμό, τα δικά της έθιμα. Δεν αποκλείεται να είχε αναγνωρίσει την επικυριαρχία του δυνάστη των Μυκηνών. Ωστόσο, οι πολιτιστικές και θρησκευτικές διαφορές ανάμεσα στις δύο περιοχές δείχνουν ότι η επικυριαρχία αυτή δεν ήταν δυναμική ή ακόμη ότι η Κρήτη εξαιτίας και των παλαιότερων μινωικών αναμνήσεων δεν στάθηκε επιδεκτική στις μυκηναϊκές επιρροές.
Ο χώρος του ανακτόρου της Κνωσού κατοικείται και πάλι, αλλά από ιδιώτες που καθάρισαν τα ερείπια και επισκεύασαν πρόχειρα μερικά τμήματα. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η εξάπλωση των συνοικισμών, που παρατηρείται για πρώτη φορά σε μεγάλη κλίμακα, στην δυτική Κρήτη. Ίσως δημιουργήθηκαν ευνοϊκότεροι όροι για την ανάπτυξη αυτής της πλευράς του νησιού, χάτη στην πύκνωση της επικοινωνίας με την Πελοπόννησο. Ίσως πάλι οι Κρήτες αναγκάστηκαν να αναπτύξουν στο έπακρο τις δικές τους πλουτοπαραγωγικές πηγές, αφού το εμπόριο βρισκόταν στα χέρια άλλων και η Αίγυπτος, η παλαιά πηγή πλούτου, φαινόταν πια απροσπέλαστη. Το επίσημο εμπόριο μεταξύ Κρήτης και Αιγύπτου διεκόπη. Έμμεσες αλληλεπιδράσεις υποτίθεται ότι οφείλονται σε σε άνεργους Κρήτες τεχνίτες, που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στην αυλή του Αμενόφιος Γ’ και του Ακενατών, όπως και στα ανάκτορα της μυκηναϊκής Ελλάδας.
Πολλές νέες θέσεις στην δυτική Κρήτη ιδρύονται σε επίκαιρα σημεία, στην υπόλοιπη νήσο όμως προτιμώνται και πάλι χαμηλοί γήλοφοι. Φαίνεται ότι δεν υπήρχε φόβος ξένης επίθεσης. Η ζωή συνεχίστηκε ειρηνικά. Η λιμενική πόλη της Κνωσού εξακολουθεί να κατοικείται και υπάρχουν δείγματα σχέσεων με τη Κύπρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συνοικισμού είναι ο Χόνδρος Βιάννου, μια μικρή αγροτική κοινότητα, με πλήθος σπιτιών που έχουν εσωτερικές αυλές και γωνιακές εστίες.
Μεμονωμένα σπίτια δίνουν με την εξαίρετη κατασκευή και την άνετη διαρρύθμιση των χώρων την εικόνα απροσδόκητης ευμάρειας. Και μόνο η μελέτη της αρχιτεκτονικής δείχνει ότι ο πολιτισμός της Κρήτης συνεχίστηκε χωρίς διακοπή. Τα μυκηναϊκού τύπου μέγαρα δεν γνώρισαν μεγάλη εξάπλωση.
Τέχνη στην Μετανακτορική Κρήτη
Το ίδιο παρατηρείται και στις άλλες τέχνες. Φυσικά δεν υπάρχουν πια τα παλαιά βασιλικά εργαστήρια. Οι Κρήτες τεχνίτες όμως είναι επιδέξιοι και το παλαιό μινωικό θεματολόγιο ανεξάντλητο. Η κατεργασία λίθινων αγγείων έχει μικρή διάδοση. Ελάχιστα νέα σχήματα δημιουργούνται, συνεχίζεται η κατασκευή παλαιών, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται κειμήλια παλαιότερων περιόδων. Παλαιοί τύποι ξίφων, λόγχες και διάφορα είδη ξυραφιών συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται, ιδιαίτερα στις αρχές της περιόδου. Παράλληλα εμφανίζονται νέοι τύποι μαχαιριών και ξιφών. Οι χάλκινοι καθρέφτες δεν είναι σπάνιοι.
Ιδιαίτερα ασκείται η ελεφαντουργία και η χρυσοχοΐα.Το ελεφαντοστούν χρησιμοποιείται για τις λαβές των χάλκινων κατόπτρων για χτένια και διάφορες ενθέσεις. Παλαιά μινωικά θέματα χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά στη ελεφαντουργία της εποχής. Όπως και σε άλλους τομείς της τέχνης, παρά τις μυκηναϊκές επιδράσεις, η μινωική παράδοση συνεχίζεται αδιάσπαστη.
Στην χρυσοχοΐα και την μικροτεχνία όμως η διάκριση των μυκηναϊκών από τα μινωικά προϊόντα είναι πιο δυσχερής. Χάλκινα επίχρυσα σφραγιστικά δαχτυλίδια, χρυσές ψήφοι, σε σχήμα ροδάκων, αργοναυτών και παπυροειδών, ψήφοι διαφόρων σχημάτων από φαγεντιανή, σάρδιο, ορεία κρύσταλλο και ελεφαντοστούν, απαντούν τόσο στην Κρήτη όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα εκείνη την εποχή.
Η τάση της μινωικής τέχνης προς την παρακμή είναι φανερή περισσότερο στην σφραγιδογλυφία. Στις αρχές της περιόδου κατασκευάζονται ακόμα φακοειδείς και αμυγδαλοειδείς σφραγίδες και σφραγιστικοί κύλινδροι από διάφορες ημιπολύτιμες πέτρες, με ενδιαφέροντα θέματα. Ύστερα από λίγο ο μαλακός στεατίτης είναι το υλικό που επικρατεί, όπως και το φακοειδές σχήμα, το θεματολόγιο περιορίζεται στο ζωικό βασίλειο, η απόδοση γίνεται χαλαρή και η χάραξη πρόχειρη.
Αντίστοιχη είναι η εξέλιξη και στην κεραμική, όπου φανερή είναι η συνέχεια από την προηγούμενη περίοδο. Μερικά μυκηναϊκά στοιχεία είναι περιορισμένα. Ως ιδιαίτερα γνωρίσματα της κεραμικής της εποχής θα μπορούσαν να θεωρηθούν η μεγαλύτερη αναλογία των γραπτών αγγείων, η αγάπη για τις απεικονίσεις ζώων και φυτών. Η κεραμική ακολουθεί τις γενικές τάσεις της εποχής της λεγόμενης Μυκηναϊκής Κοινής. Μόνο οι κιβωτιόσχημοι και οι λουτηροειδείς σαρκοφάγοι προσφέρουν μεγάλες επιφάνειες για επιζωγράφηση. Μερικές καλύπτονται από απλά διακοσμητικά θέματα ή παραστάσεις ζώων και άλλες με διπλούς πελέκεις, κέρατα καθιέρωσης, γρύπες και αρματοδρομίες.
Ταφικά έθιμα και θρησκεία
Στις αρχές της Μετανακτορικής Περιόδου συνεχίζεται η κατασκευή τάφων με κάθετο όρυγμα. Γίνονται επίσης ταφές σε πίθους, καθώς και σε σαρκοφάγους μέσα σε λαξευτούς θαλαμοειδείς τάφους, όμοιους με τους τάφους της μυκηναϊκής Ελλάδας. Τα ταφικά έθιμα είναι συγγενικά και στις δύο περιοχές. Κοινή επίσης είναι και η συνήθεια κατασκευής κενοταφίων. Κτιστοί τάφοι με «δρόμο» και θάλαμο τετράγωνο ή κυκλικό, στεγασμένο με εκφορική θόλο, συνηθίζονταν για ταφές προσώπων υψηλότερης κοινωνικής τάξης.
Η μινωική θεά λατρεύτηκε και στην Μετανακτορική Περίοδο σε μικρά οικιακά ιερά. Στο λεγόμενο ιερό των διπλών πελέκεων στην Κνωσό το δάπεδο στρώθηκε με χαλίκια, στο βάθος κατασκευάστηκε ένα θρανίο, και πάνω τοποθετήθηκαν κέρατα καθιέρωσης, ειδώλια λατρευτών και στην μέση ένα μικρό είδωλο της θεάς με υψωμένα τα χέρια. Η πλαστική της εποχής εξυπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά την λατρεία. Τα λατρευτικά είδωλα από τα ιερά των Γουρνιών, του Γαζίου, της Γόρτυνας, του Παγκαλοχωρίου, των Σαχτουρίων, της Μυρσίνης, παρακολουθούν πάλι με την κυλινδρική διαμόρφωση του ενδύματος τις σχηματικές τάσεις της εποχής. Οι τάσεις αυτές που παρατηρούνται σε όλους τους τομείς της τέχνης, ιδιαίτερα ίσως στην αγγειογραφία είναι χαρακτηριστικές της τελευταίας φάσης της μινωικής τέχνης, που βρίσκεται πια στη δύση της.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους