Μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας, επακολούθησε σύσκεψη των οπλαρχηγών και αποφασίσθηκε η ίδρυση μιας επαναστατικής επιτροπής, η οποία ονομάστηκε «Μεσσηνιακή Γερουσία» και ανέλαβε τον συντονισμό του Αγώνα. Τυπικά η ηγεσία δόθηκε στον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη που έφερε πια τον τίτλο του «αρχιστρατήγου των σπαρτιατικών δυνάμεων».
Την ίδια μέρα η Μεσσηνιακή Γερουσία εξέδωσε ειδοποίηση προς τις ευρωπαϊκές αυλές. Με αυτήν η Μεσσηνιακή Γερουσία γνωστοποιούσε στους χριστιανικούς λαούς της Ευρώπης την απόφαση του Έθνους, ύστερα από αιώνες ανυπόφορης δουλείας, να αποτινάξει τον ζυγό και ζητούσε τη συνδρομή τους.
Συγχρόνως στην πρώτη αυτή σύσκεψη της Μεσσηνιακής Γερουσίας συζητήθηκε ποιο έπρεπε να ήταν το αμέσως επόμενο βήμα της Επανάστασης. Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε να κατευθυνθούν όλοι μαζί στο εσωτερικό της Πελοποννήσου, για να γενικεύσουν την επανάσταση και να εμποδίσουν την ενίσχυση της Τριπολιτσάς από τους Τούρκους που συνεχώς κατέφθαναν εκεί από όλες τις επαρχίες. Αντίθετα οι Μεσσήνιοι και μαζί τους και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης υποστήριζε ότι έπρεπε πρώτα να ενισχυθούν οι ασθενείς επαρχίες της Κορώνης και της Μεθώνης, όπου οι κάτοικοι κινδύνευαν από τους κλεισμένους στα κάστρα Τούρκους.
Τελικά αποφασίστηκε ο Πετρόμπεης με τους πιο ηλικιωμένους προκρίτους να παραμείνουν στην Καλαμάτα για τον συντονισμό των επιχειρήσεων και τον ανεφοδιασμό των αγωνιστών, ενώ από τους οπλαρχηγούς ο Κολοκοτρώνης με τον Παπαφλέσσα τον Αναγνωσταρά και τον Κεφάλα να προχωρήσουν στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Οι υπόλοιποι θα κατευθύνονταν προς τα μεσσηνιακά κάστρα και θα άρχιζαν την πολιορκία τους.
Την επομένη της απελευθερώσεως της Καλαμάτας, 24 Μαρτίου, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ξεκίνησε για την Αρκαδία. Στους 30 δικούς του άνδρες προστέθηκαν οι 200 του Μούρτζινου και 70 του Πετρόμπεη. Με μια πρόχειρη σημαία μπροστά, οι 300 αγωνιστές έφτασαν την ίδια μέρα στον πρώτο τους σταθμό, στη Σκάλα. Εκεί ήρθαν και οι Αναγνωσταράς, ο Κεφάλας και ο Παπαφλέσσας.
Από εκεί ο Κολοκοτρώνης και ο Παπαφλέσσας έστειλαν στους κατοίκους της Αρκαδίας επιστολή στην οποία έγραφαν: «Η ώρα έφθασεν, το στάδιο της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη. Τα πάντα είναι δικά μας και ο Θεός του παντός μεθ’ ημών έσεται. Μην πτοηθήτε εις το παραμικρόν…». Τους διαβεβαίωναν μάλιστα πως οι ίδιοι έφτασαν με «10.000 στρατεύματα». Η επιστολή είχε γραφτεί την προηγούμενη μέρα στην Καλαμάτα και είχε ημερομηνία 23 Μαρτίου.
Στις 25 Μαρτίου ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι οπλαρχηγοί ξεκίνησαν από τη Σκάλα με το μικρό στρατό τους, αφού «ρίξαν καμιά χιλιάδα τουφέκια, τρεις μπαταριές, δια να ακούσει ο κόσμος και να σηκωθεί», όπως ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης αφηγείται στα απομνημονεύματα του. Ο ίδιος αφηγείται ακόμη την υποδοχή που του έκαναν οι κάτοικοι κάθε περιοχής από όπου περνούσαν, οι καμπάνες ηχούσαν χαρμόσυνα, οι παπάδες ευλογούσαν και ο κόσμος τους φιλούσε.
Αντίθετα με τη χαρά των Ελλήνων, η είδηση πως έρχεται ο Κολοκοτρώνης δημιουργούσε πανικό στους Τούρκους, που έντρομοι έσπευδαν να κλειστούν στα κάστρα. Πολλοί από αυτούς διατηρούσαν την ελπίδα ότι από εκεί θα μπορούσαν αργότερα να οργανώσουν επιθέσεις και να ξαναγυρίσουν στα χωριά τους, όπως και πριν 50 χρόνια. Έτσι οι Τούρκοι της Ανδρούσας έσπευσαν στα κάστρα της Μεσσηνίας, και οι Τούρκοι του Λεονταρίου στην Τριπολιτσά.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών
[…] Βοστώνη, ύστερα από την αναγνώριση της Προκήρυξης της Μεσσηνιακής Γερουσίας προς τους Αμερικανούς, ψηφίσθηκαν αποφάσεις και […]
[…] όπως το «Αχαϊκόν Διευθυντήριον» στην Πάτρα και η «Μεσσηνιακή Γερουσία» στην Καλαμάτα. Καθώς η Επανάσταση εκτεινόταν, […]
[…] με την απόφαση των Καλτεζών, η «Μεσσηνιακή Γερουσία» θα έπαυε τις εργασίες της αμέσως μετά την πτώση της […]