Ο Μαυρίκιος καταγόταν από την Αραβισσό της Καππαδοκίας και ήταν πιστός φίλος του Τιβέριου, μορφωμένος, γενναίος και ικανότατος στρατηγός. Ο Μαυρίκιος, που από το 581 είχε ονομασθεί Καίσαρας, έσωσε το Βυζαντινό Κράτος από τα κύματα των βαρβάρων (Πέρσες-Άβαροι).
Σε μια σειρά εκστρατείες κατάφερε να νικήσει τους Πέρσες και να ολοκληρώσει τον θρίαμβο του με οριστική συνθήκη ειρήνης το 591. Ο Μαυρίκιος εγκατέστησε στον περσικό θρόνο τον Χοσρόη Β’, ο οποίος από ευγνωμοσύνη επέστρεψε μεγάλα τμήματα της Μεσοποταμίας, της Αρμενίας και της Γεωργίας στους Βυζαντινούς. Έτσι κατάφερε να αποσπαστεί από το ανατολικό μέτωπο και να ασχοληθεί με τα προβλήματα της Χερσονήσου του Αίμου.
Οι Άβαροι μετά την κατάληψη του Σιρμίου το 582, αν και έπαιρναν ετήσιες χορηγίες από το Βυζάντιο, επιχειρούσαν επιδρομές νότια του Δούναβη. Το 586 έφτασαν μέχρι την Θεσσαλονίκη που την πολιόρκησαν για 33 μέρες, αλλά αποκρούστηκαν από τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι απέδωσαν τη σωτηρία τους στον Άγιο Δημήτριο.
Εν τω μεταξύ ο Μαυρίκιος είχε να αντιμετωπίσει και επιδρομές Σλάβων, οι οποίοι άλλοτε μαζί με τους Αβάρους, άλλοτε μόνοι τους προωθούνται μέχρι τις Θερμοπύλες, Αθήνα, Κορινθία, Αργολίδα. Ο Μαυρίκιος μετά την ειρήνη με τους Πέρσες αποφάσισε να αντιμετωπίσει ριζικά την κατάσταση στα σύνορα του Δούναβη, γιατί πίστευε ότι οι διάφοροι βάρβαροι θα συνέχιζαν τις επιδρομές, αν δεν εξουδετερώνονταν οριστικά.
Έστειλε τον στρατηγό Πρίσκο με στόλο και στρατό. Ο Πρίσκος έκανε περιπολίες στο Δούναβη και με συνεχείς επιθέσεις κατόρθωσε να νικήσει ολοκληρωτικά τους Αβαροσλάβους και να τους απομακρύνει πέρα από τον Δούναβη, ο οποίος με τη συνθήκη του 600 ορίζεται ως σύνορο Αβάρων και Βυζαντινών.
Ο Μαυρίκιος υπήρξε ένας από τους ικανότερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, αλλά το τέλος του ήταν τραγικό. Ο στρατός, αν και είχε πετύχει σημαντικές νίκες, είχε κουραστεί από τους μακροχρόνιους πολέμους. Γι΄ αυτό και εύκολα παρασύρθηκε σε αναρσία και ανακήρυξε αυτοκράτορα έναν ασήμαντο αξιωματικό, τον Φωκά. Αυτός ήρθε στην Κωνσταντινούπολη και χωρίς κανένα εμπόδιο ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, αφού δολοφόνησε τον Μαυρίκιο και τα πέντε αρσενικά παιδιά του.
Ο Φωκάς ήταν άνθρωπος πανούργος, θηριώδης και βάρβαρος. Από την πρώτη στιγμή της βασιλείας του σκεφτόταν πώς θα εξοντώσει τους τυχόν αντιπάλους του και ιδιαίτερα τους ικανούς στρατηγούς, για να μην κινδυνέψει να χάσει το θρόνο του. Τότε πολλοί στρατηγοί και πολιτικοί για να γλυτώσουν στη σφαγή κατέφυγαν σε μοναστήρια.
Οι Πέρσες, επωφελούμενοι από την ανικανότητα του Φωκά, εισέβαλαν στη Μεσοποταμία, την Αρμενία και την Καππαδοκία, τις οποίες και κατέλαβαν. Επίσης έκαναν επιδρομές στη Συρία, την Παλαιστίνη, τη Μικρά Ασία και το 609 έφτασαν στην Χαλκηδόνα απέναντι από την Κωνσταντινούπολη.
Μπροστά στην κρίσιμη κατάσταση, οισυγλητικοί της Κωνσταντινούπολης ήρθαν σε επαφή με τον έπαρχο της Καρχηδόνας Ηράκλειο. Ο τελευταίος έστειλε τον ανηψιό του Νικήτα με στρατό από την ξηρά για να καταλάβει την Αίγυπτο και να εμποδίσει την αποστολή σιταριού στην Κωνσταντινούπολη, ενώ τον γιο του Ηράκλειο τον έστειλε με στόλο κατευθείαν στην Κωνσταντινούπολη, την οποία εύκολα κατέλαβε.
Κανείς δεν υποστήριξε τον Φωκά, τον οποίο συνέλαβαν οι δήμιοι και αφού τον βασάνισαν τον έκαψαν στην αγορά του Βοός το 610. Η τολμηρή ενέργεια του Ηρακλείου προκάλεσε ενθουσιασμό και με προτροπή του στρατού και του πατριάρχη Σεργίου ο Ηράκλειος στέφθηκε αυτοκράτορας.