Μέση Χαλκοκρατία

Γύρω στο 1900π.Χ. είχαν ήδη εγκατασταθεί στο ηπειρωτικό τμήμα της νότιας Ελλάδας οι δημιουργοί του πολιτισμού της Περιόδου που ονομάστηκε Μεσοελλαδική και γενικότερα Μέση Χαλκοκρατία. Ο χρονολογικός προσδιορισμός έγινε με την μελέτη των κεραμικών και τεκτονικών στοιχείων καθώς και των εθίμων ταφής. Η εξέταση των καταλοίπων των πρώτων χρόνων του μεσοελλαδικού συνοικισμού της Λέρνας (Αργολίδα) έδειξε ότι η αρχή της Μέσης Εποχής του Χαλκού πρέπει να τοποθετηθεί περίπου στο 1948π.Χ.

Μέση Χαλκοκρατία

Το τέλος της Μέσης Χαλκοκρατίας είναι κάπως αόριστο επειδή δεν χαρακτηρίζεται από γενικές καταστροφές οικισμών ή την εμφάνιση νέων πολιτιστικών στοιχείων. Συνήθως τοποθετείται γύρω στο 1600π.Χ. σε χρόνους δηλαδή που συμπίπτουν με τον πληρή εκμινωισμό της ελλαδικής τέχνης, με την χρησιμοποίηση του στιλπνού χρώματος στην διακόσμηση των αγγείων και με την δημιουργία των ταφικών περιβόλων και των λακκοειδών τάφων των Μυκηνών.

Όσον αφορά στον Κυκλαδικό Πολιτισμό, συνεχίζει να υφίσταται και την Μέση Χαλκοκρατία και ονομάζεται Μεσοκυκλαδικός Πολιτισμός σε αντιδιαστολή με τον Μεσοελλαδικό της ηπειρωτικής Ελλάδας και τον Μεσομινωικό ή Παλαιοανακτορικό Πολιτισμό της Κρήτης. Η χρονική του διάρκεια είναι περίπου μισή χιλιετία, από το 2000/1900π.Χ. ως το 1550π.Χ.

Μέση Χαλκοκρατία

Αρχιτεκτονική

Τα χαρακτηριστικά κτίσματα της Μεσοελλαδικής Περιόδου είναι μακρόστενα οικήματα με ανοιχτή ή κλειστή στοά στην πρόσοψη, κύριο δωμάτιο και μικρό θάλαμο, τοποθετημένα το ένα πίσω από το άλλο. Στα μέρη αυτά του κτιρίου μπορούμε να δώσουμε τα ομηρικά ονόματα πρόδομο, δόμο και θάλαμο. Στον δόμο υπάρχει συνήθως κτιστή εστία και ο θάλαμος είναι άλλοτε ελλειπτικός ή και ημικυκλικός και άλλοτε τετράπλευρος. Έτσι πολλά οικήματα είναι αψιδωτά.

Κάθε οίκημα σχημάτιζε αυτοτελή μονάδα και στα αρχαιότερα χρόνια η μεσοτοιχία ήταν άγνωστη. Τα οικήματα είχαν χαμηλά θεμέλια ή κρηπίδα από μικρές ακατέργαστες πέτρες και πηλό, πλάτους 0,45μ. περίπου και ύψος, 0,15-0,20μ. Στα θεμέλια αυτά στηρίζονταν τοίχοι από ωμές πλίνθους. Στα αψιφωτά οικήματα η στέγη ήταν μάλλον αμφικλινής και στα παραλληλόγραμμα ίσως οριζόντια καμωμένη από κλαδιά ή πηλό.

Οικονομία

Η οικονομία στη Μέση Χαλκοκρατία βασιζόταν μόνο στην γεωργία και την κτηνοτροφία. Με την πάροδο του χρόνου το εμπόριο εκτεινόταν στις γειτονικές περιοχές και συγχρόνως πύκνωνε η επικοινωνία με τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Σε αυτήν την επικοινωνία οφείλεται και η πρόοδος των Μεσοελλαδιτών. Στην αρχή της περιόδου η πολιτιστική τους επίδοση ήταν πολύ χαμηλή, τα επιτεύγματα σχεδόν πρωτόγονα, οι συνοικισμοί μικροί και τα οικήματα πενιχρά. Φτωχική ζωή φανερώνεται παντού.

Μέση Χαλκοκρατία

Σταδιακά οι οικισμοί μεγαλώνουν, οι κάτοικοι ευημερούν και προς το τέλος της περιόδου αναφαίνονται πλούσια κέντρα (Μυκήνες). Στην πρόοδο αυτή συνέβαλε όχι μόνο η επικοινωνία με τα νησιά, αλλά και η πειρατεία καθώς και η στρατιωτική δύναμη που εξασφάλιζε την διάθεση μισθοφόρων με πλούσια ανταμοιβή. Πιθανόν οι κάτοικοι της ηπειρωτικής Ελλάδας να υπηρέτησαν ως μισθοφόροι στην Αίγυπτο και να βοήθησαν τους Αιγύππτιους να αποτινάξουν τον ζυγό των Υκσώς. Ο μισθοφόροι αυτοί, επιστρέφοντας στην πατρίδα τους, έφεραν όχι μόνο πλούτη αλλά και πολλές νέες ιδέες.

Η στρατιωτική υπηρεσία τους σε μια χώρα μακρινή δείχνει και τον δυναμισμό τους και την ερευνητική τους διάθεση, την έφεση τους για περιπέτειες και μάθηση. Αλλά ο δυναμισμός τους αποδεικνύεται και με τον τρόπο που προωθούν τα επιτεύγματα τους στην Θεσσαλία και την Χαλκιδική πριν από τα μέσα της περιόδου.

Ξεχωρίζει και ακόμα η ευκολία των ανθρώπων που έζησαν στη Μέση Χαλκοκρατία με την οποία δέχονται και υιοθετούν εσωτερικές και εξωτερικές πολιτιστικές επιδράσεις, καθώς και η ικανότητα τους να προσαρμόζουν τις ξένες επιρροές στις συνήθειες και τις σκέψεις τους, να τις μεταβάλουν και στη νέα τους μορφή να τις αναπτύσσουν σε καταπληκτικό βαθμό. Πρόκειται για φυσικά προσόντα ενός λαού προικισμένου με φαντασία, πνευματική ικανότητα και ευαισθησία, αρετές που θα αναπτυχθούν διά μέσω των αιώνων και θα διατηρηθούν ως την εποχή μας.

Ταφικά έθιμα

Η καύση των νεκρών στη Μέση Χαλκοκρατία της ηπειρωτικής Ελλάδας είναι άγνωστη. Παιδιά αλλά και ενήλικες ενταφιάζονταν σε στενές τάφρους μικρού βάθους σκαμμένες ανάμεσα στους τοίχους των γειτονικών οικημάτων και κάτω από τα δάπεδα των δωματίων. Σε ορισμένες περιπτώσεις σκέπαζαν τα πλευρά της τάφρου με ωμές πλίνθους ή με πλάκες. Νήπια και μικρά παιδιά ενταφιάζονταν σε πιθάρια, κάτω από τα δάπεδα ή ανάμεσα στους τοίχους.

Αλλά και νεκροταφεία ήταν σε γενική χρήση. Οι τάφοι ήταν κιβωτιόσχημοι και κατασκευασμένοι από τέσσερις πλάκες τοποθετημένες κάθετα στο έδαφος. Το δάπεδο του τάφου στρωνόταν με χαλίκια και το άνοιγμα σκεπαζόταν με μεγάλες πλάκες. Ο νεκρός ενταφιαζόταν στο μικρό αυτό χώρο με τα γόνατα τραβηγμένα προς το στήθος και τις κνήμες διπλωμένες κάτω από τους μηρούς. Η στάση αυτή, που πολλοί ανθρωπολόγοι αποδίδουν σε θρησκευτικές δοξασίες επειδή παρατηρείται στις ταφές όλων των πρωτόγονων, μάλλον οφείλεται στη στενότητα του χώρου του τάφου κα δεν φαίνεται ότι είχε ιδιαίτερη σημασία τουλάχιστον στην Μεσοελλαδική Εποχή.

Στα αρχαιότερα χρόνια της περιόδου τοποθετούσαν μόνο ένα νεκρό σε κάθε τάφο χωρίς κτερίσματα. Βαθμιαία αυξανόταν το μέγεθος των τάφων και στον ίδιο τάφο ενταφιάζονταν δύο ή περισσότεροι νεκροί σε στάση περισσότερο εκτεταμονη. Κάπου-κάπου αναφαίνονται κάπαια κτερίσματα, που με τον καιρό αυξάνονταν σε αριθμό για να πολλαπλασιασθούν προς το τέλος της περιόδου, όταν και πολύτιμα κοσμήματα αφιερώνονταν στους νεκρούς.

Ύστερα από τα μέσα της περιόδου ο νεκρός και τα δώρα του τοποθεούνταν με προσοχή και σεβασμό κατά την ταφή. Ύστερα όμως από την αποσύνθεση, παραμέριζαν βιαστικά και χωρίς προσοχή τα οστά σε μία γωνία του τάφου και συγχρόνως θριμμάτιζαν ή πετούσαν έξω από τον τάφο τα κτερίσματα. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στην πεποίθηση των Μεσοελλαδιτών ότι ο νεκρός ύστερα από την αποσύνθεση κατέβαινε στον χώρο των σκιών και δεν χρειαζόταν πια κτείσματα.

Η πίστη στον απόλυτο χωρισμό του νεκρού από του ζωντανούς φανερώνεται και από την απουσία λατρείας των νεκρών και από την διακοπή των προσφορών και δώρων έπειτα από την ταφή. Ο νεκρός που κατέβηκε στον Άδη δεν είχε τη δύναμη ή την δυνατότητα να επηρεάσει την ζωή τους.

Αν εξαιρέσουμε τα ταφικά έθιμα, οι θρησκευτικές δοξασίες των ανθρώπων της Μεσοελλαδικής Περιόδου μας είναι άγνωστες. Δεν έχει έρθει στο φως ούτε ένα ειδώλιο που θα επέτρεπε να διακρίνουν οι ερευνητές την μορφή και την φύση των θεών που λάτρευαν. Αλλά ούτε και ένα εξακριβωμένο ιερό βρέθηκε στους συνοικισμούς. Ίσως η λατρεία τους γινόταν στο ύπαιθρο ή ακόμη σε ιερά άλση.

Μεσοκυκλαδικός Πολιτισμός

Η μετάβαση από τον Πρωτοκυκλαδικό στον Μεσοκυκλαδικό Πολιτισμό πραγματοποιείται χωρίς απότομη μεταβολή. Η πρώτη Πόλις της Φυλακωπής στην Μήλο καταστρέφεται, ίσως από σεισμό, αλλά δεν ερημώνεται. Τα σπίτια της χτίζονται αμέσως σε νέες θέσεις αλλά στον ίδιο συνοικισμό.

Όλοι σχεδόν οι μεσοκυκλαδικοί συνοικισμοί είναι παραθαλάσσιοι ή βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την ακτή. Οι τοποθεσίες έπρεπε να συνδυάζουν καλό αγκυροβόλιο για τα ποντοπόρα σκάφη και καλλιεργήσιμη γη για την ανάπτυξη της γεωργίας. Έτσι συμπεραίνουμε ότι η οικονομία του Μεσοκυκλαδικού πολιτισμού στηριζόταν στην γεωργία και το διαμετακομιστικό μεπόριο, που ασκείται κυρίως μεταξύ Κρήτης και ηπειρωτικής Ελλάδας. Οι τρεις μεγάλοι συνοικισμοί (Φυλακωπή, Παροιικά και Αγία Ειρήνη) αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς σταθμούς. Είναι μικρές οργανωμένες πόλεις με δρόμους, με αποχετευτικό σύστημα, με οχυρώσεις.

Μέση Χαλκοκρατία

Στις κατοικίες των συνοικισμών των Κυκλάδων στη Μέση Χαλκοκρατία διασταυρώνονται η Ελλαδική και η Μινωική αρχιτεκτονική. Στο απλό και καθαρό σχέδιο του Ελλαδικού μεγαροειδούς σπιτιού προσαρμόζεται ο μινωικός πεσσός για την υποστήλωση της στέγης. Οι τοίχοι χτίζονται όπως και στην προηγούμενη φάση, με μικρές ακανόνιστες πέτρες και πηλό χωρίς άχυρα. Τώρα όμως οι γωνίες των σπιτιών και οι παραστάδες των θυρών και των παραθύρων κατασκευάζονται με ιδιαίτερη φροντίδα από μεγάλες ορθογώνιες καλοπελεκημένες πέτρες. Τα δωμάτια, εσωτερικά, έχουν τοίχους με επίχρισμα πάνω στο οποίο φιλοτεχνούνται, κυρίως προς το τέλος της περιόδου, τοιχογραφίες μινωικής έμπνευσης και τεχνικής.

Όσον αφορά στη θρησκεία, οι Κυκλαδίτες πίστευαν σε μια γυναικεία θεότητα, την οποία λάτρευαν σε ένα ναό-ιερό μέσα στον συνοικισμό. Όσον αφορά τα ταφικά έθιμα, τα μικρά παιδιά τοπθετούνταν σε μεγάλα αγγεία και θάβονταν πάντοτε μέσα στον συνοικισμό, κοντά στα σπίτια είτε μέσα στις κατοικίες κάτω από το δάπεδο. Η συνήθεια αυτή πρέπει να προέρχεται από την ηπειρωτική Ελλάδα. Για τους ενήλικους ανοίγονταν τάφοι έξω από τον συνοικισμό. Είναι κιβωτιόσχημοι ή λαξευτοί στον βράχο θαλαμοειδείς. Και οι δύο αυτοί τάφοι είναι γνωστοί στις Κυκλάδες και στους πολιτισμούς της Πρώιμης Χαλκοκρατίας. Οι μεσοκυκλαδικοί τάφοι έιναι συνήθως χωρίς κτερίσματα.

Στον τομέα της τέχνης οι Κυκλαδίτες περιορίστηκαν στην κεραμική. Η πρωτοκυκλαδική παράδοση συνεχίζεται και εξελιγμένα κάπως σχήματα αγγείων απαντούν στα θέματα των καλλιτεχνών. Γκρίζα μινυακά αγγείαπου εισάγονται από την ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και καμαραϊκά από την Κρήτη εμπνέουν τοπικές απομιμήσεις, πάνω στις οποίες πολλές φορές διαστραυρώνονται και οι τρεις πολιτισμοί..

Γενικά οι Κυκλάδες στη Μέση Χαλκοκρατία παίζουν τον ρόλο του ενδιάμεσου. Εκεί συναντώνται πολιτισμοί της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης και συγχωνεύονται. Από την ένωση των δύο αυτών πολιτισμών γεννήθηκε ο Μυκηναϊκός.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους