Ο Μέγας Κωνσταντίνος, πλήρες όνομα Φλάβιος Βαλέριος Αυρήλιος Κωνσταντίνος, υπήρξε ο ιδρυτής της μεσαιωνικής ελληνικής αυτοκρατορίας, της Βυζαντινής. Γεννήθηκε στην Ναϊσσό της άνω Μοισίας (Νίς της σημερινής Σερβίας) το 273 ή το 275. Πατέρας του ήταν ο ιλλυρικής καταγωγής καίσαρας της Γαλατίας της Ισπανίας και της Βρεταννίας Κωνστάντιος ο Χλωρός και μητέρα του η Ελένη που ήταν Ελληνίδα και Χριστιανή από το Δρέπανο της Βιθυνίας.

Ο Κωνσταντίνος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, με εξαιρετικές στρατιωτικές και πολιτικές ικανότητες, που τον καθιστούν σημαντική προσωπικότητα όχι μόνο της ευρωπαϊκής, αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας.
Η βασιλεία του Κωνσταντίνου είναι εξαιρετικά σημαντική, κοσμοϊστορική, γιατί με τα έργα του άλλαξε την πορεία της ιστορίας και την πορεία του κόσμου. Δύο ήταν τα κοσμοϊστορικής σημασίας έργα του Κωνσταντίνου: πρώτον η αναγνώριση του Χριστιανισμού ως νόμιμης θρησκείας του κράτους, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα τη μεταβολή της ελληνορωμαϊκής κοινωνίας.
Δεύτερο κοσμοϊστορικό έργο του Κωνσταντίνου ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους, από τη Ρώμη ως την Κωνσταντινούπολη, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα τη βαθμιαία μεταβολή του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους σε ελληνορθόδοξη αυτοκρατορία, η οποία επί ένδεκα αιώνες έσωσε τον Χριστιανισμό και τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό από τη βαρβαρότητα.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος ως χαρακτήρας ήταν έξυπνος, διορατικός, αποφασιστικός, φιλόδοξος, δραστήριος και οργανωτικός. Εκτός από τις σπάνιες, στρατιωτικές του αρετές είχε και πολιτικά προσόντα που τον ανέδειξαν με μεγάλη προσωπικότητα. Όμως ο σπουδαίος αυτός αυτοκράτορας που με τα έργα του άλλαξε τη μορφή του κόσμου τη εποχής του, είχε και κάποια ελαττώματα που τον οδήγησαν σε εγκληματικές πράξεις.
Ήταν χαρακτήρας ευέξαπτος και βίαιος. Κάποιες άλλες αδυναμίες του χαρακτήρα του ήταν η ευαισθησία του στην κολακεία και ο εύκολος επηρεασμός του από οποιαδήποτε ισχυρή προσωπικότητα. Τα περισσότερα χρόνια της νεότητας του τα πέρασε μακριά από τους γονείς του, δεν μπόρεσε να αποκτήσει συστηματική και ολοκληρωμένη μόρφωση. Η παίδευση του ήταν καθαρά ρωμαϊκή. Δεν είχε την ευτυχία να αποκτήσει κλασική παιδεία.
Ο Ιστορικός Ευσέβιος, ο οποίος τον γνώριζε πολύ καλά, αναφέρει ότι όταν κάποτε τον είχε δει στην Κιασάρεια το 296, να στέκεται δίπλα από τον παντοδύναμο Διοκλιτιανό, συγκέντρωνε τα βλέμματα όλου του κόσμου με την ακτινοβολία της ωραιότητας του, με το υψηλό και μεγαλοπρεπές του ανάστημα και με το ρωμαλέο του σώμα.
Μετά τη βασιλεία τριάντα περίπου χρόνων πέθανε ο Μέγας Κωσνταντίνος στις 21 Μαΐου του 337 στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Λίγο πριν από το θάνατο του βαπτίστηκε χριστιανός από τον επίσκοπο Νικομήδειας Ευσέβιο. Έτσι οι τελευταίες του μέρες πέρασαν με νηστεία και προσευχή.
Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, γιατί με την αναγνώριση του χριστιανισμού ως νόμιμης θρησκείας, κατέλυσε το αρχαίο ειδωλολατρικό κόσμο και έθεσε τα θεμέλια ενός νέου κόσμου και ενός νέου πολιτισμού, ενώ με την μεταφορά της πρωτεύουσας του κράτους στην Κωνσταντινούπολη που βρισκόταν στο κέντρο του ελληνικού κόσμου της Ανατολής, έδωσε νέες δυνάμεις στον ελληνισμό, έγινε χωρίς να το επιδιώξει και να το συνειδητοποιήσει, ο ιδρυτής της Μεσαιωνικής ελληνικής αυτοκρατορίας. Οι ειδωλολάτρες ιστορικοί εξαπέλυσαν πολλές υβριστικές εκφράσεις εναντίον του, η Ελληνική Εκκλησία όμως τον ανακήρυξε ισαπόστολο και Άγιο, όπως και τη μητέρα του Ελένη. Η ιστορία τέλος τον ονόμασε Μέγα, γιατί με τα μεγάλα του έργα άλλαξε την πορεία του κόσμου για πολλούς αιώνες.
[…] χρόνια πριν από το θάνατο του ο Μέγας Κωνσταντίνος μοίρασε το κράτος στους τρεις γιους του, Κωνσταντίνο […]