Λαβδακίδες ή Οίκος των Λαβδακιδών

Οι Λαβδακίδες είναι οι άμεσοι απόγονοι του γιου του Πολύδωρου και βασιλιά της Θήβας Λάβδακου, δηλαδή ο γιος του Λάιος, ο εγγονός του Οιδίποδας και τα εγγόνια του Αντιγόνη, Ισμήνη, Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι οποίοι και συμπληρώνουν τον Θηβαϊκό κύκλο.

Λαβδακίδες ή Οίκος των Λαβδακιδών
Οιδίποδας και Σφίγγα
Λάβδακος

Ο Λάβδακος ήταν βασιλιάς της Θήβας, γενεαλογούμενος εγγονός του Κάδμου και της Αρμονίας, γιος του Πολύδωρου και της Νυκτηίδας, πατέρας του Λάιου και παππούς του Οιδίποδα, γενάρχης των Λαβδακιδών. Ετυμολογικά το όνομά του εξηγείται από το γράμμα ΄΄Λ΄΄ που σημαίνει τον κουτσό. Πρόκειται για ιδιότητα του Οιδίποδα, που αποδόθηκε ως όνομα στον μυθολογούμενο παππού του.

Λάιος

Ο Λάιος ήταν βασιλιάς της Θήβας, γενεαλογούμενος ως γιος του Λάβδακου, σύζυγος της Ιοκάστης και πατέρας του Οιδίποδα. Κατά την σχετική παράδοση με αυτόν αρχίζουν τα πάθη των Λαβδακιδών, που καταλήγουν στην καταστροφή της Θήβας.

Ιοκάστη

Η Ιοκάστη ήταν θεότητα της γης που ξέπεσε σε ηρωίδα και μυθολογήθηκε στις παραδόσεις της Βοιωτίας ως μητέρα του Τροφωνίου, από ένωση της με τον Απόλλωνα ή τον Δία, ή ως σύζυγος του βασιλιά της Θήβας Λάιου, καθώς επίσης μητέρα και σύζυγος του Οιδίποδα και μητέρα των παιδιών του. Η Ιοκάστη, κατά τον Σοφοκλή στο δράμα ΄΄Οιδίπους Τύραννος΄΄, έδωσε τέλος στην ζωή της μετά την αποκάλυψη της αιμομιξίας που είχε κάνει, ακούσια, με τον Οιδίποδα, ή κατά τον Ευριπίδη στο δράμα ‘’Φοίνισσαι’’, μετά την αδελφοκτονία του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, τους οποίους απεγνωσμένα προσπάθησε να συμφιλιώσει. Η αιμομεικτική σχέση της Ιοκάστης με τον Οιδίποδα πρέπει να οφείλεται σε διαστρέβλωση του τύπου της ησιόδειας γης, που γονιμοποιείται από τους γιους της, τον Ουρανό και τον Πόντο.

Οιδίπους

Το όνομα Οιδίπους, σύνθετο από το ‘’οιδέω’’ και ‘’πους’’, σημαίνει αυτόν ‘’με το φουσκωμένο πόδι’’, ο ‘’Φουσκοπόδης’’, δηλαδή φαίνεται να είναι χαρακτηριστικό όνομα, που αναφέρεται σε τραυματισμό ή παραμόρφωση των ποδιών που βγαίνει άμεσα από τον μύθο, σύμφωνα με τον οποίο, τα πόδια του Οιδίποδα, όταν τον άφησαν έκθετο βρέφος, είχαν τρυπηθεί. Χαρακτηριστικά ονόματα φαίνεται να είχαν στον Θηβαϊκό κύκλο, ο πατέρας Λάιος, ‘’αυτός που ανήκει στο λαό, ο παππούς του Λάβδακος, ‘’ κουτσός’’.

Ο Οιδίπους ανήκει στον Θηβαϊκό κύκλο. Πατέρας τους είναι ο Λάιος και παππούς του ο Λάβδακος, η μητέρα του ονομάζεται Επικάστη στην επική παράδοση και Ιοκάστη στην δραματική, πατέρας του Ετεοκλή, του Πολυνείκη, της Αντιγόνης και της Ισμήνης.

Όταν ο Λάιος απήγαγε και ντρόπιασε τον Χρύσιππο, γιο του Πέλοπα, ο Πέλοψ τον καταράστηκε να μην αποκτήσει παιδί, και αν αποκτήσει να σκοτωθεί από τα χέρια του. Οι παραλλαγές του δράματος δεν αναφέρουν το αμάρτημα με τον Χρύσιππο, αλλά το συνδέουν άμεσα με την πορεία των πραγμάτων για την ατεκνία του Λάιου.

Ο βασιλιάς της Θήβας, όταν γεννήθηκε ο γιος του τον έδωσε σε ένα βοσκό με την εντολή να τον εγκαταλείψει στον Κιθαιρώνα με τους αστραγάλους τρυπημένους ώστε να μην μπορεί να συρθεί.  Ο βοσκός όμως λυπήθηκε το βρέφος και το έδωσε σε ένα άλλο βοσκό, ο οποίος με τη σειρά του τον έδωσε στον βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβο, που ήταν άτεκνος. Οταν ο Οιδίπους ενηλικιώθηκε άκουσε κάποια σχόλια ότι δεν ήταν πραγματικός γιος του Πόλυβου. Ενοχλημένος πήγε στους Δελφούς για να συμβουλευτεί το μαντείο. Εκεί του είπαν ότι θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν την μητέρα του. Θεωρώντας ο Οιδίπους γονείς του το βασιλικό ζεύγος της Κορίνθου συνέχισε το ταξίδι του βόρεια.

Σε ένα τρίστρατο, κατά ατυχή συγκυρία ή πεπρωμένο, στον δρόμο αυτό ταξίδευε και ο Λάιος με τους ακολούθους του. Σε μια συμπλοκή μεταξύ Οιδίποδα και Λάιου, ο τελευταίος σκοτώνεται από το χέρι του γιου του.

Στη συνέχεια της περιπλάνησης του ο Οιδίπους έφτασε έξω από τη Θήβα. Εκεί υπήρχε ένα φοβερό τέρας, μισό φτερωτό λιοντάρι, μισή γυναίκα, η Σφίγγα, η οποία ρωτούσε: «Τι είναι αυτό που στην αρχή περπατά με τέσσερα πόδια, μετά με δύο και στο τέλος με τρία πόδια;». Κανείς δεν κατάφερε μέχρι τότε να το λύσει και τους ατυχήσανες τους έριχνε σε μια χαράδρα, η οποία είχε γεμίσει με κόκαλα των θυμάτων της. Ο θάνατος του Λάιου οδήγησε τους Θηβαίους να προσφέρουν την εξουσία σε όποιον θα κατάφερνε να λύσει το αίνιγμα και θα απελευθέρωνε την πόλη τους από το φοβερό τέρας. Ο Οιδίπους το έλυσε βρίσκοντας την απάντηση που ήταν «ο άνθρωπος» (περπατά με τέσσερα πόδια όταν είναι μωρό, με δύο όταν μεγαλώνει και με μπαστούνι όταν γερνάει). Η Σφίγγα όταν άκουσε την απάντηση θύμωσε και έπεσε μόνη της στον γκρεμό.

Έτσι ο Οιδίπους γίνεται ο νέος βασιλιάς της Θήβας και παντρεύεται την Ιοκάστη, βασίλισσα της πόλης. Μαζί απέκτησαν δύο γιους, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, και δύο κόρες, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Αρκετά χρόνια αργότερα από την ανάληψη της εξουσίας στη Θήβα από τον Οιδίποδα, ενέκυψε επιδημία στην πόλη των Θηβών. Οι καρποί πέθαιναν στα χωράφια, τα ζώα γίνονταν στείρα, τα παιδιά αρρώσταιναν, τα αγέννητα μωρά έσβηναν στις κοιλές των μητέρων τους. Οι θεοί δεν άκουγαν καμία έκκληση.

Σύμφωνα με τον Σοφοκλή στο έργο του ‘’Οιδίπους Τύραννος’’, ο Κρέων, αδελφός της Ιοκάστης, φτάνει στην Θήβα από το μαντείο των Δελφών με τον χρησμό ότι η επιδημία θα φύγει μόνο όταν ο δολοφόνος του Λάιου φύγει από την πόλη. Ο Οιδίπους προσπαθεί να τον βρει. Διαφωνεί όμως έντονα με τον μάντη Τειρεσία αφού ο τελευταίος τον κατηγορεί ότι σκότωσε τον Λάιο. Ο Οιδίπους, οργισμένος, υποψιάζεται ότι ο μάντης και ο Κρέων προσπαθούν να του πάρουν τον θρόνο.

Η Ιοκάστη προσπαθεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις λέγοντας ότι αποκλείεται ο Οιδίπους να σκότωσε τον Λάιο, γιατί ο Λάιος σκοτώθηκε σε ένα τρίστρατο. Ο Οιδίπους τότε θυμάται την συμπλοκή που είχε σε ένα τρίστρατο πριν έρθει στην Θήβα. Ρωτά λοιπόν την Ιοκάστη κάποιες λεπτομέρειες για τον Λάιο, όπως η εξωτερική του εμφάνιση και τον αριθμό των ακολούθων του. Καταλαβαίνει ότι ο δολοφόνος του Λάιου είναι αυτός ο ίδιος.

Εν τω μεταξύ ένας αγγελιοφόρος φτάνει από την Κόρινθο και πληροφορεί τον Οιδίποδα ότι ο πατέρας του Πόλυβος πέθανε με φυσικό θάνατο. Ο Οιδίπους θεωρώντας ως πραγματικό πατέρα του τον Πόλυβο ανακουφίζεται, γιατί δεν θα πληρωθεί ο χρησμός ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του. Τώρα θεωρεί πως πρέπει να προσέχει μην βρεθεί παντρεμένος με τη μητέρα του. Ο αγγελιοφόρος για τον καθησυχάσει του λέει ότι ο Πόλυβος και η γυναίκα του δεν ήταν πραγματικοί του γονείς, αλλά ο ίδιος τον είχε πάρει από έναν βοσκό του Λάιου στον Κιθαιρώνα.

Η Ιοκάστη που έχει καταλάβει την αλήθεια, τον παρακαλεί να μην συνεχίσει την έρευνα. Ο Οιδίπους όμως συνεχίζει και καλεί να του φέρουν τον βοσκό του Λάιου. Τραγικό παιχνίδι της μοίρας ο βοσκός, αν και πολύ ηλικιωμένος, είναι ακόμα στη ζωή και ο μοναδικός επιζών αυτόπτης μάρτυρας. Ο βοσκός του αποκαλύπτει όλη την ιστορία και η αλήθεια πια έχει έρθει στο φως. Η Ιοκάστη έχει ήδη τρέξει μέσα στο παλάτι, την ακολουθεί ο Οιδίπους και ανακαλύπτει ότι έχει ήδη κρεμαστεί. Τραβώντας τις χρυσές καρφίτσες από το φόρεμα της τις μπήγει μέσα στα μάτια του μέχρι να τρέξει αίμα. Πώς θα τολμήσει τώρα να αντικρίσει τον κόσμο που ξέρει την αλήθεια;

Ο Οιδίπους ήθελε να εξοριστεί, αλλά ο Κρέων δεν τον άφηνε να φύγει από την πόλη, μέχρι το μαντείο των Δελφών να επιβεβαίωνε την τιμωρία του Οιδίποδα. Ο Οιδίπους τελικά φεύγει από τη Θήβα γέρος πια και καταδικασμένος να ζητιανεύει φαγητό και τα καταφύγιο, καθοδηγούμενος από τις κόρες του, Αντιγόνη και Ισμήνη, ώσπου καταλήγει στην Αθήνα, αφού του παρέχει καταφύγιο ο Θησέας, άρχοντας της Αθήνας. Γενικά διαδεδομένη είναι η παραλλαγή ότι ο Οιδίπους καταράστηκε τους γιους του για την έριδα γύρω από την κληρονομιά και για την αμοιβαία αδελφοκτονία, χωρίς βέβαια οι λόγοι να γίνονται αντιληπτοί.

Σε άλλες παραδόσεις η Ιοκάστη είναι ακόμα ζωντανή στη εποχή της αδελφικής έριδας μεταξύ Ετεοκλή και Πολυνείκη. Για την πορεία της μετέπειτα τύχης του Οιδίποδα, οι παραδόσεις αποκλίνουν. Κατά την αρχαιότερη παραλλαγή ο Οιδίπους συνεχίζει να ζει ως βασιλιάς στη Θήβα, και αφού πεθάνει ηρωικά σε πόλεμο, θάβεται στη Θήβα με τιμές. Παντρεύεται την Ευρυγάνεια ή Αστυμέδουσα και αποκτά τα αναφερόμενα τέσσερα παιδιά. Στο δράμα του Ευριπίδη ο Οιδίπους περιορίζεται από τους γιους του μέσα στο παλάτι για να παραμείνει κρυφή η ντροπή.

Ως ήρωας ο Οιδίπους είχε κάποια σχετική λατρεία. Από τον μύθο για τις περιπλανήσεις του προέκυψε η εκδοχή για τάφο του σε διάφορες περιοχές, εξάλλου η αμφισημία της μορφής του-ο αθώος ένοχος, ο εκούσια τιμωρημένος για ακούσιο έγκλημα -ενδέχεται να έδωσε αφορμή σε κάποια εξέλιξη προς τον λατρευόμενο ήρωα.

Εκτός από την μνημονευόμενη από τον όμηρο και την αρχική του ταφή στην Θήβα, που βέβαια δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, αποδίδονταν λατρευτικές τιμές σε τέσσερις τάφους, από τους οποίους κανένας δεν μπορεί να θεωρηθεί ο αρχαιότερος: 1) Στον Ίππιο Κολωνό, κοντά στην Αθήνα, σε εκείνο το άλσος που κατά τον Σοφοκλή, εξαφανίστηκε μπροστά στα μάτια του Θησέα, 2) Στον Άρειο Πάγο της Αθήνας, στον οποίο αναφέρεται ο Παυσανίας, 3) Στη Σπάρτη κατά την μαρτυρία του Ηροδότου, που μιλά για ιερό των Ερινύων του Λάιου και του Οιδίποδα, 4) Στον Ετεωνό της Βοιωτίας, όπου ο Οιδίπους ενταφιάστηκε σε ιερό της Δήμητρας, που κατόπιν ονομάστηκε Οιδιπόδειο.

Αντιγόνη

Η Αντιγόνη ήταν ηρωίδα της Θήβας, γενεαλογούμενη ως κόρη του Οιδίποδα και της Ιοκάστης, αδελφή της Ισμήνης, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, σύμβολο της αφατρίαστης αδελφικής αγάπης και της αντίστασης στην εξουσία, όταν αυτή περιφρονεί πανανθρώπινους άγραφους νόμους.

Σύμφωνα με τον Σοφοκλή, όταν ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης αλλληλοσκοτώθηκαν για την εξουσία και ο θείος τους Κρέων (αδελφός της Ιοκάστης) πρόσταξε να θάψουν τον πρώτο με τιμές ως υπερασπιστή της πόλης και τον δεύτερο να τον αφήσουν άταφο και περιφρονημένο ως επιδρομέα, η Αντιγόνη αγαπώντας τα αδέλφια της το ίδιο και υπακούοντας στους πανανθρώπινους άγραφους νόμους, απέδωσε και στον Πολυνείκη τις τιμές που δίδονται σε όλους τους νεκρούς, παρά την απαγόρευση.

Ο Κρέων την συνέλαβε και την έκλεισε σε καταγώγειο, όπου η Αντιγόνη πέθανε ή αυτοκτόνησε, προτού ο μνηστήρας της και γιος του Κρέοντα, Αίμων, προλάβει να τη σώσει. Σύμφωνα με παραλλαγές του μύθου η Αντιγόνη παραδόθηκε από τον Κρέοντα στον Αίμονα για να θανατωθεί, αλλά σώθηκε από αυτόν αφού του ενέπνευσε τον έρωτα ή είχε κερδίσει από πριν την αγάπη του. Έτσι έφυγε μαζί του και γέννησε τον Μαίονα. Ο Κρέων σκότωσε τον Μαίονα και η Αντιγόνη και ο Αίμονας πέθαναν από θλίψη. Σπανιότερη είναι η παραλλαγή, κατά την οποία η Αντιγόνη, καταδιωκόμενη από τον Λαοδάμαντα, γιο και διάδοχο του Ετεοκλή, κατέφυγε μαζί με την αδελφή της στο ναό της Ήρας στις Πλαταιές και εκεί κλεισμένη από παντού, πυρπολήθηκε και κάηκε ζωντανή.

Τόσο το όνομα της ηρωίδας, που παραπέμπει στο γόνο, την γονή, την γονιμότητα, όσο και από τον εγκλεισμό της σε κατάγειον χώρο, διαφαίνεται ότι ο μύθος της Αντιγόνης θεολογεί τον κύκλο της ζωής σε κάποια τοπική λατρεία και ότι αυτός είχε αρχικά διατυπωθεί ανεξάρτητα από την εκστρατεία του Πολυνείκη αλλά και από την γενικότερη ιστορία του οίκου των Λαβδακιδών.

Ακόμα και οι παραλλαγές της θανάτωσης της Αντιγόνης μαζί με την αδελφή της Ισμήνη σε ναούς θηλυκών θεοτήτων, συγγενεύουν με την παραπάνω θεολογία και τις σχετικές μαγικές τελετουργίες, με θυσίες κοριτσιών. Όσο για την ερωτική ιστορία της Αντιγόνης με τον Αίμονα είναι το αρχαίο προηγούμενο του σαιξπηρικού τραγικού ρομάντζου του Ρωμαίου και της Ιουλιέττας.

Ισμήνη

Η Ισμήνη ήταν νύμφη ομώνυμης πηγής στην Θήβα, γενεαολογούμενη ως κόρη του Οιδίποδα και της Ιοκάστης, αδελφή της Αντιγόνης, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη. Σύμφωνα με τις παραδόσεις η Ισμήνη θανατώθηκε από Τυδέα, μέσα στον ναό της Αθηνάς με εντολή της θεάς, επειδή η Ισμήνη, ούσα ιέρεια της, διατηρούσε ερωτικό δεσμό με τον Θεοκλύμενο ή περικλύμενο ή παραδόθηκε σε περιπτύξεις μέσα στον ναό της. Κατά μία παραλλαγή του μύθου η Ισμήνη κάηκε με την αδελφή της Αντιγόνη στο ναό της Ήρας στις Πλαταιές.

Από την εποχή του Σοφοκλή επικράτησε η εκδοχή ότι η Ισμήνη επέζησε της αδελφοκτονίας του Ετεοκλή και του Πολυνείκη και της πανωλεθρίας των Επτά επί Θήβας και περιέθαλψε με την Αντιγόνη τον πατέρα τους, Οιδίποδα.

Ετεοκλής

Βασιλιάς της Θήβας, γενεαλογούμενος ως γιος του Οιδίποδα, αδελφός της Αντιγόνης, της Ισμήνης και του Πολυνείκη, με τον οποίο συγκρούστηκε για την εξουσία. Από τον Αισχύλο αναφέρεται ως γενναίος υπερασπιστής της πόλης του κατά την διάρκεια της πολιορκία της από τους Επτά επί Θήβας, τους οποίους οδήγησε ο αδελφός του. Ως γιος και διάδοχος του Ετεοκλή αναφέρεται ο Λαοδάμας, υπερασπιστής της Θήβας κατά την άλωση της από τους Επιγόνους. Το όνομα του Ετεοκλή δηλώνει τον πραγματικό άρχοντα.

Πολυνείκης

Ο Πολυνείκης ήταν ήρωας της Θήβας, γενεαλογούμενος ως γιος του Οιδίποδα, αδελφός του Ετεοκλή, της Αντιγόνης και της Ισμήνης, μυθολογούμενος ως ένας από τους Επτά επί Θήβας, σύζυγος της Αργείας, κόρη του βασιλιά του Άργους, Άδραστου, και πατέρας του Θέρσανδρου, που μαζί με τους Επιγόνους κυρίεψε τη Θήβα και πέτυχε να ανέβει στον θρόνο που διεκδικούσε ο πατέρας του.