Τον Βασίλειο Α’ διαδέχθηκαν στον θρόνο οι δύο γιοι του, Λέων Στ’ και Αλέξανδρος. Πραγματικός αυτοκράτορας ήταν μόνο ο Λέων, γιατί ο αδελφός του Αλέξανδρος ζούσε μια ακόλαστη ζωή και δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τις υποθέσεις του κράτους.

Ο Λέων απέκτησε εξαιρετική μόρφωση, θεολογική και φιλολογική. Υπήρξε δόκιμος συγγραφέας, ενθουσιώδης ρήτορας, ακόμη και ποιητής. Το συγγραφικό του έργο παρουσιάζει τα εξής δύο γενικά χαρακτηριστικά: α) αρχαΐζουσα τάση στη γλώσσα, β) έντονες θεολογικές επιδράσεις. Από τα έργα του διασώθηκαν λειτουργικά, ποιήματα, λόγοι, ομιλίες και ένας επιτάφιος λόγος στον πατέρα του. Έγραψε, επίσης, ένα στρατιωτικό εγχειρίδιο με τον τίτλο «Τακτικά». Ως χαρακτήρας ήταν τελείως αντίθετος από τον πατέρα του: αναποφάσιστος, επιπόλαιος, εγωπαθής, εκδικητικός και ερωτύλος.
Το ζήτημα της τεταρτογαμίας του Λέοντα Στ’ «απετέλεσε» κατά τον Δ. Ζακυθηνό «την αφετηρίαν μιας των σοβαροτέρων κρίσεων». Σύμφωνα με την επιθυμία του πατέρα του, ο Λέων Στ’ νυμφεύτηκε σε πολύ νεαρή ηλικία την Θεοφανώ, η οποία υπήρξε σεμνή και ενάρετη. Μετά τον θάνατό της (τον Νοέμβριο του 897) τιμήθηκε από την Εκκλησία ως Αγία.
Την άνοιξη του 898 ο Λέων Στ’ νυμφεύτηκε την ερωμένη του (από παλαιότερα) Ζωή, την κόρη του συμβούλου του Στυλιανού Ζαούση. Η Ζωή πέθανε στα τέλη του 899 χωρίς να αφήσει άρρενα απόγονο. Το καλοκαίρι του 900 ο Λέων Στ’ νυμφεύτηκε για τρίτη φορά, την Ευδοκία Βαϊανή, μια αρχοντοπούλα από την Φρυγία. Ο τρίτος αυτός γάμος προκάλεσε ανοιχτή ρήξη με την Εκκλησία. Το χείριστο για τον Λέοντα ήταν ότι ο ίδιος μερικά χρόνια πριν είχε απαγορεύσει τον τρίτο γάμο. Όμως η ατυχία ήταν συνεπής. Η τρίτη σύζυγός του, Ευδοκία Βαϊανή πέθανε τον Απρίλιο του 901 και ο Λέων έμεινε πάλι χήρος.
Το έτος 905 απέκτησε γιο από την ερωμένη του Ζωή Καρβονοψίνα. Ήταν οπωσδήποτε ανάγκη να νυμφευτεί για να νομιμοποιηθεί η γέννηση του γιου και διαδόχου του. Στις 9 Ιανουαρίου 906 ο Λέων Στ’, κατά παράβαση θείων και ανθρώπινων νόμων, τέλεσε τέταρτο γάμο με την Ζωή Καρβονοψίνα, την οποία μάλιστα αναγόρευσε Αυγούστα.
Η πράξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση της εκκλησιαστικής ηγεσίας. Ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός απαγόρευσε στον Λέοντα την είσοδο στην Αγία Σοφία. Ο Λέων όμως, στράφηκε στη Δύση και κατάφερε να πάρει άδεια από τον πάπα Σέργιο Γ’ και έτσι ανάγκασε τον πατριάρχη Νικόλαο να παραιτηθεί. Όμως, ο σάλος δεν τελείωσε γιατί προκλήθηκε νέα ρήξη μέσα στην Εκκλησία και αναζωπυρώθηκε το μίσος ανάμεσα στις εκκλησιαστικές παρατάξεις.
Τέλος, ο αυτοκράτορας υπερίσχυσε. Στις 15 Μαΐου του 908 έστεψε αυτοκράτορα τον γιο του Κωνσταντίνο. Η έριδα συνεχίστηκε και μετά την απομάκρυνση του πατριάρχη και μετά τον θάνατο του Λέοντα Στ’ στις 12 Μαΐου του 912. Τελικά επικράτησαν οι απόψεις της Εκκλησίας. Το 924 συνεκλήθη τοπική Σύνοδος, η οποία απαγόρευσε, χωρίς καμία εξαίρεση, την τεταρτογαμία.
Μετά τον θάνατο του Λέοντα Στ’ ανέλαβε τη βασιλεία ο αδελφός του και συναυτοκράτορας Αλέξανδρος μαζί με τον ανήλικο ανηψιό του Κωνσταντίνο που ήταν τότε επτά ετών. Ο Αλέξανδρος υπήρξε επιπόλαιος και φιλήδονος. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λέοντος ο Αλέξανδρος είχε απομακρυνθεί από την εξουσία και είχε στραφεί στις διασκεδάσεις και στις ηδονές.
Η αντίθεση με τον αδελφό του σιγά σιγά έγινε μίσος εναντίον του, το οποίο τώρα εκφράζεται με την καταδίωξη των συμβούλων και φίλων του Λέοντος. Ο Αλέξανδρος έτρεφε αντιπάθεια και προς τη Ζωή Καρβονοψίνα την οποία απομάκρυνε από την εξουσία και την έκλεισε σε μοναστήρι. Συγχρόνως αναμίχθηκε και στα εκκλησιαστικά πράγματα: καθήρεσε από τον πατριαρχικό θρόνο τον Ευθύμιο και επανέφερε τον Νικόλαο Μυστικό. Ακόμα και τον ναύαρχο Ημέριο έκλεισε σε μοναστήρι-φυλακή.
Αλλά και την εξωτερική πολιτική ο Αλέξανδρος πολιτεύτηκε με επιπολαιότητα. Αρνήθηκε να καταβάλει στους Βουλγάρους τα χρήματα που είχαν αναγκαστεί να πληρώνουν σε αυτούς οι Βυζαντινοί σύμφωνα με την Συνθήκη του 896. Η στάση αυτή του αυτοκράτορα είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση της μεταξύ των δύο κρατών ειρήνης. Ο Συμεών βρήκε την ευκαιρία να ξαναρχίσει τον πόλεμο κατά του Βυζαντίου. Έτσι είχαν τα πράγματα, όταν στις 6 Ιουνίου του 913 πέθανε ο Αλέξανδρος, μετά από σύντομη βασιλεία 13 μηνών.