Τα Βαλκάνια κατείχαν ειδική θέση μεταξύ των βασικών προσανατολισμών δραστηριότητας της Κομιντέρν. Ακριβώς εδώ ήταν που οι διακρατικές αντιθέσεις, σε συνδυασμό με σοβαρά εθνικά και κοινωνικά προβλήματα, γεννούσαν «συγκρουσιακό δυναμικό» επί της ευρωπαϊκής ηπείρου. Γι’ αυτό και οι εκτιμήσεις της κατάστασης από την Κομιντέρν και οι συστάσεις προς τα κατά τόπους κομμουνιστικά κόμματα τις παραμονές και την πρώτη περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν δεν είχε εμπλακεί ακόμη σε αυτόν η Σοβιετική Ένωση έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Στα σχέδια του «επιτελείου της παγκόσμιας επανάστασης», όπως ονόμαζαν την Κομιντέρν, η Ελλάδα βρέθηκε και αυτή να συμπεριλαμβάνεται στη γενική βαλκανική στρατηγική της οργάνωσης. Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1939 εκπονήθηκαν οι συστάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΕΕΚΔ) για τη συμπεριφορά του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας στις υπό διαμόρφωση εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες. Η ουσία της ντιρεκτίβας που απεστάλη από τη Μόσχα στην παράνομη ηγεσία του ΚΚΕ, συνοψιζόταν στο εξής: «Σε περίπτωση πραξικοπήματος εκ μέρους της αντιδραστικής ομάδας αξιωματικών, με υποστήριξη από την Ιταλία και κατά πάσα πιθανότητα διασύνδεση με αντιδραστικούς ηγέτες των «βενιζελικών» και άλλων κομμάτων, με σκοπό να επιβληθεί μια νέα δικτατορία, το ΚΚ πρέπει μαζί με την αριστερή πτέρυγα του αντιδικτατορικού συνασπισμού και τις εναπομείνασες μάζες και τους ηγέτες, να δράσει ως τρίτη δύναμη. Κινούμενο όχι μόνο υπέρ της ανατροπής της δικτατορίας του Μεταξά, αλλά και εναντίον της νέας επιβολής δικτατορίας καθ’ υπαγόρευσιν της Ιταλίας, το ΚΚ πρέπει σε αυτήν την περίπτωση με όλη του την ενέργεια να ξεσηκώσει τις μάζες σε αποφασιστικό αγώνα για δημοκρατικό κράτος».
Ο ίδιος ο Γενικός γραμματέας της ΕΕΚΔ Γκεόργκι Ντιμιτρόφ συνέστησε σε εκπρόσωπο του ΚΚΕ τον Ιούνιο του 1939 να δρα σύμφωνα με την ανάλυση της εσωτερικής κατάστασης που του πρότεινε και εν πολλοίς συνέπιπτε με την προηγούμενη εκτίμηση της Κομιντέρν: «Κατά τη γνώμη μας», έγραψε, «το πραξικόπημα του Πλαστήρα αποτελεί έργο των χεριών του Μουσολίνι και των αντιδραστικών «πανελληνιστικών» κύκλων της Ελλάδας. Και το δήθεν αντιδικτατορικό πρόγραμμα είναι απλώς δόλωμα για τις λαϊκές μάζες. Είναι κρίμα που το κόμμα μας δεν διακρίνει καθαρά τους πραγματικούς στόχους αυτής της κλίκας. Είναι απαραίτητα να προειδοποιηθεί το γρηγορότερο το κόμμα και να ληφθούν μέτρα για την αποκάλυψη του επικίνδυνου παιχνιδιού του Πλαστήρα. Η γραμμή μας είναι το εθνικό μέτωπο σε δημοκρατική βάση για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας, εναντίον της εξωτερικής επίθεσης και βαλκανικός συνασπισμός στη βάση της ειρηνικής συνεργασίας, εναντίον της απειλής επίθεσης από την Ιταλία και τη Γερμανία».
Αφού έγινε γνωστή στους γραμματείς της Κομιντέρν η απόφαση της 5ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ, σύμφωνα με την οποία ανακηρυσσόταν ως βασικός εχθρός ο Μεταξάς και όχι ο Μουσολίνι ή ο Χίτλερ, στην Κομιντέρν συντάχθηκε ειδική ντιρεκτίβα με την υπογραφή της Πολιτικής Γραμματείας της ΕΕΚΔ. Με αυτήν ουσιαστικά διαγράφονταν οι αποφάσεις της Ολομέλειας του Φεβρουαρίου, καθόσον οριζόταν ως σημαντικότερος κίνδυνος ο ιταλικός φασισμός. Πέραν τούτου δηλωνόταν ότι «στο βαθμό που η κυβέρνηση Μεταξά αγωνίζεται επίσης εναντίον του ίδιου κινδύνου, δεν μπορεί να γίνει καν λόγος για προτεραιότητας της ανατροπής της».
Αναφερόμενη ταυτοχρόνως στην εσωτερική πραγματικότητα της Ελλάδας, η ηγεσία της Κομιντέρν επεσήμαινε με μία φράση, ότι «είναι αυτονόητο πως το κόμμα σας πρέπει να αγωνίζεται για την επίτευξη μεγάλων, όσο είναι αυτό δυνατόν, εσωτερικών ελευθεριών του ελληνικού λαού, διότι έτσι ενισχύεται η αμυντική ικανότητα της χώρας σας».
Η θέση της Κομιντέρν σχετικά με τη δημιουργία ενός μη ελεγχόμενου από οποιονδήποτε, αλλά αντικειμενικώς ωφέλιμου για την ΕΣΣΔ, βαλκανικού συνασπισμού, αντανακλούσε την άποψη του σοβιετικού υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο ανίχνευε δραστήρια το έδαφος προς αυτήν την κατεύθυνση.
Έπειτα από αυτή τη σύντομη ντιρεκτίβα απεστάλη στην ΚΕ του ΚΚΕ στις 14 Ιουλίου πιο αναλυτική, μυστική απόφαση της Γραμματείας της ΕΕΚΔ «Σχετικά με το Βαλκανικό Συνασπισμό Άμυνας». ήδη στο προοίμιο του εγγράφου, που απευθυνόταν στην ηγεσία του ΚΚΕ, υπήρχε η υπόδειξη: «Η απόφαση της ΕΕΚΔ δεν υπόκειται σε δημοσίευση, αλλά η πλατφόρμα της είναι απαραίτητο να εκλαϊκευτεί με κάθε μέσο στις μάζες, ως αποτέλεσμα πρωτοβουλίας των μαζικών οργανώσεων της Ελλάδας». Η θέση του ελληνικού ΚΚ επικρινόταν με αυστηρό τρόπο ως εξής: «Τα συνθήματα, που προβάλλονται από το ΚΚ Ελλάδας στην παρούσα κατάσταση, δεν είναι σαφή, δεν συμβάλλουν στην κινητοποίηση ευρέως εθνικού μετώπου απόκρουσης της ενισχυμένης απειλής από τη φασιστική Ιταλία και μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρά λάθη».
Η κακή γνώμη των ελληνικών συνθηκών, αλλά και η αδύνατη επαφή με την ελληνική γλώσσα συνέβαλαν ώστε οι συντάκτες αυτού του εγγράφου, που γράφτηκε στα ρωσικά, προσανατολισμένοι στην αντιγραφή της γαλλικής μετάφρασης από την ελληνική ονομασία «Πανελλήνιο Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας», να καταλήξουν σε συμπέρασμα που δεν ανταποκρινόταν καθόλου στην πραγματικότητα: «Το Πανελλήνιο Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας αποτελεί υποχώρηση σε πανελληνιστικά και ιμπεριαλιστικά στοιχεία, τα οποία εργάζονται για την προσέγγιση Ελλήνων και μόνο Ελλήνων, όχι αποκλειστικά στο έδαφος της Ελλάδας, αλλά κα εκτός των συνόρων της, στην Τουρκία…».
Την ίδια στιγμή το ΚΚΕ έθετε στο στόχαστρο του, ως «βασικό εχθρό, το φασιστικό άξονα Βερολίνου-Ρώμης, ο οποίος δρα στην Ελλάδα κυρίως με την ιταλική του πτέρυγα». Τελευταία φράση μηνύματος του ΚΚΕ στην Μόσχα είναι: «Εάν η επίθεση στην Ελλάδα από τους φασίστες εισβολείς (Μουσολίνι, Χίτλερ) πραγματοποιηθεί, όταν στην εξουσία βρίσκεται η δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά… ούτε λόγος δεν μπορεί να γίνει ότι θα στρέψουμε τα όπλα εναντίον της. Εφόσον αντισταθεί στην επίθεση θα πολεμήσουμε με όλες τις δυνάμεις εναντίον του βασικού εχθρού: των φασιστικών στρατευμάτων που εισέβαλαν στην Ελλάδα».
Η εξέλιξη της διεθνούς κατάστασης μετά την υπογραφή του σοβιετογερμανικού συμφώνου του Αυγούστου του 1939, μετά τις ήττες των φιλοκομμουνιστικών δημοκρατικών δυνάμεων στην Ισπανία και το σοβιετοφινλανδικό πόλεμο του χειμώνα του 1939-1940, επέδρασαν σημαντικά στην στρατηγική και τακτική των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων της Κομιντέρν. Ο αποπροσανατολισμός στις προγραμματικές αρχές της πλειοψηφίας, αν όχι όλων, των κομμάτων εκδηλώθηκε με κάθε σαφήνεια στο πιο καθοριστικό για εκείνες τις ιστορικέ περιστάσεις σημείο: τη θέση ως προς το χαρακτήρα του πολέμου που είχε αρχίσει και την επιλογή της αντίστοιχης τακτικής. Η «κατεύθυνση» της Κομιντέρν, που χαρακτήρισε τον παγκόσμιο πόλεμο που άρχιζε «ιμπεριαλιστικό και άδικο και από τις δύο πλευρές», προσανατόλισε τα ελεγχόμενα ΚΚ να τηρήσουν στην καλύτερη περίπτωση στάση αναμονής και, ουσιαστικά, παθητική στάση.
Για το ελληνικό ΚΚ η διαδικασία αυτή εκδηλώθηκε στη γρήγορη αλλαγή γραμμής. Έπειτα από την ιταλική επίθεση στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940 στην ηγεσία του ΚΚΕ και τους οργανωμένους μηχανισμούς του εκδηλώθηκε όλη η πολυφωνία, ακόμη και η αντιφατικότητα στις εκτιμήσεις του πολέμου που είχε αρχίσει.