Κλέφτες και αρματολοί

Η τουρκική κατάκτηση δημιούργησε τις συνθήκες για την ανάπτυξη ενός ρεύματος, που οδηγούσε τους κατοίκους από τις πεδινές περιοχές προς τους ορεινούς όγκους. Μπροστά στη απειλή της σφαγής ή της αιχμαλωσίας οι πληθυσμοί πεδινών οικισμών ή και μεμονωμένα άτομα έπαιρναν το δρόμο που οδηγούσε μακριά από την ταπείνωση και τον εξευτελισμό. Το ρεύμα αυτό ονομαζόταν κλεφτουριά και αρματολίκι και οι εκφραστές του κλέφτες και αρματολοί.

Κλέφτες και αρματολοί
Κλέφτης

Κλέφτες και αρματολοί

Κλέφτες

Οι κλέφτες, φυγάδες, γνώριζαν ότι στην αρχή τουλάχιστον θα αντιμετώπιζαν πρόβλημα τροφής. Το χώμα για την καλλιέργεια ήταν λιγοστό, το νερό συχνά σπάνιο και οι καιρικές συνθήκες το χειμώνα δυσμενείς, ώστε να συντελούν σε μια πολυήμερη απομόνωση από τον κόσμο του κάμπου. Για την επιβίωση χρειαζόταν σκληρός αγώνας, που είχε ως συνέπεια τόσο την ανάπτυξη σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων όσο και τη δημιουργία μιας νοοτροπίας και μιας διαφορετικής ψυχοσύνθεσης.

Η οικογένεια ξαναγυρίζει στις αρχέγονες πηγές ζωής, την γεωργία και την κτηνοτροφία. Στους ορεινούς πληθυσμούς δημιουργείται και η ψυχοσύνθεση του αντάρτη, του ανυπότακτου που αρνείται να συμβιβασθεί με την εξουσία και καταφεύγει και για την ηθική του ικανοποίηση και για την επιβίωση του, στην αρπαγή, μοναδικό πολλές φορές μέσο για τη συντήρηση του.

Από τους οικισμούς αυτούς προήλθαν σε μεγάλο ποσοστό οι κλέφτες, που με το πέρασμα των χρόνων κυρίως τον 18ο αιώνα αποτέλεσαν την έκφραση ενός φιλελευθερισμού και απλώθηκαν σε όλο τον ελληνικό χώρο, από τη Μακεδονία ως την Πελοπόννησο.

Μετά την Άλωση και για τρεις αιώνες οι κλέφτες δεν είχαν συνείδηση ότι αγωνίζονται για την ελευθερία του συνόλου. Οι αγώνες τους, οι ατομικές επιτεύξεις και επιδιώξεις περιορίζονταν σε μια στενή εδαφικά περιοχή, σε μια μικρή ομάδα, τα συμφέροντα της οποίας υπερασπίζονταν. Δύο ή τρεις γενιές πριν το 1821, οι κλέφτες θα γίνουν πυρήνες των στρατιωτικών σωμάτων αντίστασης εναντίον των τουρκικών αυθαιρεσιών.

Η τακτική της ενέδρας και του αιφνιδιασμού ήταν η μόνη που γνώριζαν οι κλέφτες στις συγκρούσεις τους με τους Τούρκους. Αυτή η τακτική, που ήταν τόσο αποτελεσματική υπήρξε κατά την επανάσταση του 1821, αλλά και σε μεταγενέστερα απελευθερωτικά κινήματα στον ελληνικό χώρο και αλλού, ο κλεφτοπόλεμος, ευνοήθηκε από την ορεινή διαμόρφωση του εδάφους. Βασικό στοιχείο του πολέμου ήταν το γιουρούσι, που η επιτυχία του ήταν πάντα εξαρτημένη από την αποφασιστικότητα, τον ενθουσιασμό και την ταχύτητα των ενεργειών.

Ο τρόπος δράσεως των κλεφτών θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ληστρικός. Η μεταμόρφωση όμως που πραγματοποιήθηκε κάτω από την επίδραση πολλών παραγόντων και κυρίως των πολεμικών γεγονότων που διαδραματίστηκαν στις ελληνικές χώρες κατά τον 18ο αιώνα, ήταν τόση και τέτοια ώστε να θεωρείται η κλεφτουριά μαζί με το αρματολίκι οι πυρήνες και οι βάσεις για την παρασκευαζόμενη εξέγερση, που θα στηριζόταν στους «σταυραϊτούς του Ολύμπου» και στα «ξεφτέρια των Αγράφων», όπως χαρακτηρίζει τους κλεφταρματολούς ο Ρήγας Βελεστινλής.

Αρματολοί

Παράλληλος προς τον θεσμό των κλεφτών αλλά δημιουργία άλλων παραγόντων είναι οι αρματολοί, που οι αρχές του χάνονται την εποχή της εμφάνισης των Οθωμανών. Η ιστορία του θεσμού πρέπει να αναχθεί στα χρόνια του ιδρυτή του οθωμανικού κράτους του Οσμάν Γαζή (1300-1326) και του διαδόχου του Ορχάν Μπέη (1326-1362).Η συστηματική όμως οργάνωση του θεσμού και η εφαρμογή του στην Ευρώπη τοποθετείται στα χρόνια του Μουράτ Β’ (1421-1451), όταν ακριβώς σύμφωνα με έμμεσες μαρτυρίες δημιουργείται και το πρώτο αρματολίκι στην Ελλάδα, στην περιοχή των θεσσαλικών Αγράφων, λίγες δεκαετίες μετά την υποταγή της Θεσσαλίας στους Τούρκους.

Τα Άγραφα βρίσκονταν σε σημείο καίριο για την ασφάλεια των προωθημένων τουρκικών δυνάμεων, που φυσικό ήταν να επιδιώκουν κατά τις πρώτες τους επιχειρήσεις, τη δημιουργία συνθηκών ευνοϊκών για την παραπέρα πραγματοποίηση των σχεδίων τους. Καθώς η γεωγραφική διαμόρφωση του τόπου ευνοούσε τη δημιουργία νησίδων αντίστασης ή ορμητηρίων για τυχόν παρενοχλητικές επιχειρήσεις εκ μέρους των παλαιών κυρίων του τόπου, η επιτήρηση των περασμάτων και των επικίνδυνων σημείων ήταν απαραίτητη. Σε αυτήν την φύλαξη των περασμάτων και των κλεισουρών ο Μουράτ Β’ είναι πολύ πιθανό να μην χρησιμοποίησε Έλληνες αλλά Τούρκους παλαίμαχους πολεμιστές, που είχαν κουρασθεί από τις μακρόχρονες πολεμικές συγκρούσεις αλλά ήταν σε θέση να αναλάβουν αυτού του είδους τις βοηθητικές υπηρεσίες.

Φαίνεται ότι ότι οι πρώτοι αρματολοί είχαν κάποτε επαφές με τους στρατιώτες. Την πρώτη δεκαετία του 16ου αιώνα ο Βενετός προβλεπτής της Ζάρας σε έγγραφο του αναφέρει ότι ο Νικόλαος Παλαιολόγος «capo di stradioti» αρνήθηκε να εκτελέσει διαταγή που του δόθηκε από τις βενετικές αρχές και συνεννοήθηκε με τους αρματολούς. Βέβαια δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η συνεννόηση αυτή ανάμεσα σε έναν αρχηγό στρατιωτών και σε αρματολούς αποδεικνύει κάποια ευρύτερη συνεργασία, είναι όμως αξιοπρόσεκτη γιατί φανερώνει ότι ούτε οι στρατιώτες ούτε οι αρματολοί αισθάνονταν εθνικά δεμένοι με τους Βενετούς ή τους Τούρκους, στους οποίους ωστόσο παρείχαν τις υπηρεσίες τους.

Ως το τέλος του 17ου αιώνα οι αρματολοί όχι μόνο δεν αντιμάχονταν την τουρκική εξουσία, αλλά αντίθετα, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις, την βοηθούσαν για τη δίωξη των κλεφτών και για την εξασφάλιση της ηρεμίας στις περιοχές, που είχαν αναλάβει τη φρούρηση τους. Η αναδιοργάνωση των αρματολικίων από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή οφείλεται στο γεγονός ότι οι κλέφτες στα πρώτα χρόνια του 16ου αιώνα είχαν γίνει πραγματική απειλή όχι μόνο για τους περαστικούς από τις περιοχές τους, αλλά και για τις τουρκικές αρχές.

Η υποταγή όμως αυτή ήταν ήταν συμβατική. Στις αρχές του 18ου αιώνα παρουσιάζεται η πρώτη σαφής αλλαγή, που μετατοπίζει τους αρματολούς, όχι μόνο οργανικά αλλά και εθνικά, από την υποταγή και την υποτέλεια στην ανεξαρτησία και στην απαρχή μιας όλο και πιο στενής συνεργασίας με τους κλέφτες.

Οι αρματολοί βαθμιαία εντάσσονται στο ισχυρό ρεύμα που οδηγεί προς την αγώνα για την ελευθερία. Έτσι λίγα χρόνια πριν τα Ορλωφικά, το 1765, πολλοί καπετάνιοι, πολλοί αρματολοί, προσπαθούν να εξεγείρουν τους κατοίκους της περιοχής της Λάρισας, εναντίον των διορισμένων από τις τουρκικές αρχές δερβεναγάδων. Κι αν αυτή η προσπάθεια δεν ήταν γνήσια απελευθερωτική, λίγα χρόνια αργότερα, μόλις αρχίζει να συνταράσσεται ο τόπος από το κίνημα του Ορλώφ, οι αρματολοί της Ρούμελης, της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, μαζί με τους κλέφτες, θα πρωτοστατήσουν, καθώς και αργότερα στο κίνημα του Κατσώνη. Τα αρματολίκια, στην τελευταία περίοδο της τουρκοκρατίας, μαζί με τα λημέρια των κλεφτών είναι οι εστίες που πυρακτώνουν το εθνικό φρόνημα.

Με πληροφορίες από: https://www.ekdotikeathenon.gr/istopia-toy-ellhnikoy-ethnoys-p16.html

Ένα σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *