Μετά την πτώση της Τρίτης Δυναστείας της Ουρ και κατ’ επέκταση της Νεοσουμερικής αυτοκρατορίας (21ος π.Χ αιώνας), εξέλειψε οποιαδήποτε έννοια κεντρικής εξουσίας, ενώ επανεμφανίστηκαν πόλεις-κράτη, αυτόνομες και συχνά σε σύγκρουση μεταξύ τους. Ανάμεσα στις διάφορες πόλεις οι πιο σημαντικές ήταν οι αντίπαλες Ισίν και Λάρσα, οι ηγεμόνες των οποίων προσπάθησαν να επαναφέρουν την παλιά δόξα επιχειρώντας αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις.

Και στην Ουρ σημειώθηκαν ανακαινίσεις. Την περίοδο αυτή, σημαντικές ήταν ιδιωτικές κατοικίες, που μαρτυρούν τον τρόπο ζωής στην πόλη στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. Τα πιο πλούσια σπίτια είχαν κατά κανόνα δύο ορόφους και ένα σύνολο 13 ή 14 δωματίων. Γύρω από την αυλή, την στρωμένη με οπτόπλινθους, υπήρχαν χώροι διαφορετικών χρήσεων: εκτός από τον χώρο της εισόδου όπου τοποθετούνταν λεκάνες για το πλύσιμο των χεριών και των ποδιών, υπήρχε η αίθουσα υποδοχής καθώς και άλλα δωμάτια, ανάμεσα στα οποία η κουζίνα και τα δωμάτια των υπηρετών. Μια σκάλα έφτανε στο πάνω πάτωμα όπου ένας ξύλινος εξώστης οδηγούσε στα υπνοδωμάτια.
Οι τοίχοι των σπιτιών ήταν λείοι και καλυμμένοι με ασβεστοκονίαμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μια αίθουσα χρησίμευε ως παρεκκλήσι για τις τελετουργλιες του σπιτιού, όπως υποδεικνύει η ύπαρξη πλινθόκτιστων βωμών, διακοσμημένων με κυρτές και κοίλες επιφάνειες.
Περίπου το 1763π.Χ. οι πόλεις Ισίν και Λάρσα κατατροπώθηκαν, η μία μετά την άλλη, από τον Χαμουραμπί, τον βασιλιά της Βαβυλώνας. Ο Χαμουραμπί έγινε στη συνέχεια ο μοναδικός ηγεμόνας μιας αχανούς αυτοκρατορίας που σταδιακά κατέκτησε και την πόλη Μάρι και ήλεγξε ολόκληρη την Ασσυρία.
Το παλάτι της πόλης Μάρι
Αρχιτεκτονικό αριστούργημα της εποχής είναι το συγκρότημα της πόλης Μάρι που είχε έκταση 200Χ120 μέτρα και περιλάμβανε 12 αυλές διαφόρων διαστάσεων και 300 δωμάτια. Το διώροφο κτίριο περιβαλλόταν από επιβλητικά τείχη, η πύλη των οποίων βρισκόταν στο βόρειο τμήμα και διακοσμούνταν από δύο ταύρους σε κάθε πλευρά της.
Η βασιλική κατοικία βρισκόταν στην βορειοδυτική πλευρά. Υπήρχαν επίσης διαμερίσματα που προορίζονταν για τους αξιωματούχους της αυλής, αλλά και εργαστήρια γραφέων, διοικητικά κτίρια, χώροι για μαγαζιά, κουζίνες, μπάνια, μια αίθουσα ακροάσεων, η αίθουσα του θρόνου και το υπέλαμπρο κτιριακό συγκρότημα του ναού. Οι πλούσιες τοιχογραφίες προσέδιδαν ακόμη μεγαλύτερη λάμψη στο μεγαλείο του παλατιού.
Ξεχωρίζει η Χειροτόνηση του Ζίμρι-Λιμ. Σε μια μεγάλων διαστάσεων ορθογώνια επιφάνεια, ζωγραφισμένη απευθείας πάνω σε κονίαμα από άργιλο, έχουν οριστεί τετραγωνισμένα πλαίσια. Στο κεντρικό ο ηγεμόνας βρίσκεται απέναντι στην πολεμίστρια θεά Ιστάρ, που ακουμπά το ένα πόδι της πάνω σε ένα ξαπλωμένο λιοντάρι και τα χέρια της στην πλάτη της. Η θεά παραδίδει στον Ζίμρι-Λιμ τα εμβλήματα της βασιλείας, ενώ στη σκηνή είναι παρούσες και άλλες θεότητες δευτερεύουσας σημασίας. Στο πάνω πλαίσιο απεικονίζονται δύο θεές κρατώντας αρύβαλλους από τους οποίους αναβλύζει νερό, ενώ στα πλαϊνά απεικονίζονται ζώα και φυτά.
Παλαιοβαβυλωνιακή τέχνη
Τα δείγματα γλυπτικής της εποχής είναι εξαιρετικά σπάνια. Πολύ γνωστό και σημαντικό έργο της εποχής είναι η η στήλη με τον Κώδικα του Χαμουραμπί, στην οποία αναγράφονται οι νόμοι που εξέδωσε ο ηγεμόνας της Βαβυλώνας. Φτιαγμένη από διορίτη, η στήλη, που ξεπερνά τα δύο μέτρα, έχει στην κορυφή της ένα ημικυκλικό πλαίσιο στο οποίο απεικονίζεται ο βασιλιάς μπροστά στον Σαμάς, την ηλιακή θεότητα της δικαιοσύνης. Ο Χαμουραμπί φορά ένα μακρύ ένδυμα που σκεπάζει όλη τη δεξιά του πλάτη και κάνει μια κίνηση που υποδηλώνει σεβασμό. Ο Σαμάς, καθισμένος στο θρόνο του, εμφανίζεται εδώ με αρκετά ασυνήθιστο τρόπο: τα κέρατα στο κάλυμμα της κεφαλής απεικονίζονται στο πλάι, ενώ έχει γίνει μια προσπάθεια απόδοσης της κυματιστής γενειάδας του με προοπτική. Πίσω από την πλάτη θεότητας ξεπροβάλλουν ακτίνες φωτός, ενώ τα πόδια του είναι ακουμπισμένα σε μια βάση από φολίδες, σύμβολο των βουνών της ανατολής, από όπου ανατέλλει ο ήλιος.
Στα χρόνια της βασιλείας του Χαμουραμπί χρονολογείται ένα ακόμα αγαλματίδιο που προέρχεται από τη Λάρσα και απεικονίζει μια φιγούρα γονατισμένη. Έχει υποστηριχθεί ότι ίσως πρόκειται για τον ίδιο τον Βαβυλώνιο ηγεμόνα, αλλά το πιθανότερο είναι να επρόκειτο για απεικόνιση του εντολέα του έργου με το όνομα Λουα-Νάνα, ο οποίος στην επιγραφή παρακαλά τον θεό Αμούρο να χαρίσει ευημερία στον βασιλιά του, Χαμπουραμπί.
Στην Μεσοποταμία, την εποχή αυτή, χρησιμοποιείται ο πηλός για την δημιουργία σφραγισμάτων που απεικονίζουν σκηνές καθημερινού βίου, μουσικούς, μαχητές αλλά και ερωτικά συμπλέγματα. Στην γλυπτική παρατηρείται μεγαλύτερη μαζική παραγωγή με μια συνακόλουθη ποιοτική υποβάθμιση. Τα θέματα που κυριαρχούν είναι η εμφάνιση ενός πιστού κοντά στον θεό, η απεικόνιση του θεοποιημένου ηγεμόνα να επικρατεί στη μάχη, καθώς και σκηνές που αποτίουν φόρο τιμής στον Σαμάς, στην Ιστάρ, στο χθόνιο θεό Αντάντ και σπανιότερα στον Μαρδούκ, κύριο θεό της Βαβυλώνας.
Ο Κώδικας του Χαμουραμπί
Ο Κώδικας του Χαμουραμπί είναι ένα από τα σύμβολα του αρχαίου μεσοποτάμιου πολιτισμού. Στο κυρίως τμήμα της στήλης έχει καταγραφεί σε σφηνοειδή γραφή ένας κατάλογος αδικημάτων, καθώς και οι ποινές που τους αντιστοιχούν, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με την κοινωνική τάξη του ενόχου και του θύματος. Ο Κώδικας στηρίζεται στην αποκαλούμενη «αρχή ανταπόδοσης των ίσων», που προβλέπει ότι για κάθε αδίκημα υπάρχει και ανάλογη ποινή. Έτσι, για παράδειγμα, όποιος σκότωνε θα έπρεπε να σκοτωθεί ή αν ο γιος κάποιου δολοφονούνταν, εκείνος είχε δικαίωμα να απαιτήσει την καταδίκη σε θάνατο του γιου του δράστη. Αν το θύμα ήταν σκλάβος ενώ ο δράστης πολίτης, οι ποινές αυτομάτως γίνονταν πιο επιεικείς ή μειώνονταν σε απλά πρόστιμα.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic