Ο Θεόφιλος είναι περισσότερο γνωστός λόγω της στιχομυθίας που έλαβε χώρα κατά την εκλογή συζύγου με την κοπέλα Εικασία. Όταν ο Θεόφιλος της είπε «ως άρα εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα» (μάλλον εννοούσε την Εύα), η Εικασία απάντησε «αλλά εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττω» (μάλλον εννοούσε την Παναγία). Η Εικασία είναι η μετέπειτα μοναχή Κασσιανή, που έγραψε το Τροπάριο που αναγιγνώσκεται στους ναούς το απόγευμα της Μεγάλης Τρίτης.

Ο Θεόφιλος διαδέχθηκε τον πατέρα του, Μιχαήλ Τραυλό, στον θρόνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Υπήρξε δίκαιος αυτοκράτορας και γι’ αυτό τον αναφέρουν ως υπόδειγμα δικαστή μαζί με τον Αίακο και τον Μίνωα. Υπήρξε δραστήριος, φιλόμουσος, προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών. Όμως παρά την πνευματική του καλλιέργεια και την αγάπη του για τα γράμματα και τις τέχνες, είχε ιδιόρρυθμο χαρακτήρα. Ήταν εκ φύσεως οξύθυμος και απότομος, γεγονός το οποίο τον παρέσυρε πολλές φορές σε πράξεις βιαστικές που του προκάλεσαν πολλές θλίψεις στη ζωή του.
Μία από τις πρώτες πράξεις του Θεόφιλου, όταν ανέβηκε στον θρόνο, ήταν η τιμωρία των δολοφόνων του Λέοντα Ε’ του Αρμενίου. Η πράξη αυτή δίνει ικανοποιητική ιδέα των περί δικαιοσύνης αισθημάτων του και τον τιμά, αν σκεφθούμε ότι στη δολοφονία αυτή όφειλε τον θρόνο ο πατέρας του και ο ίδιος και ότι επομένως θα είχε προσωπικούς λόγους να φανεί επιεικής προς τους ενόχους. Συνήθιζε να περιοδεύει στην πόλη, να κουβεντιάζει με τους φτωχούς και τους άσημους υπηκόους του και να ακούει τα παράπονά τους.
Κατά την εποχή του Θεόφιλου ιδρύθηκαν τα νέα θέματα της Παφλαγονίας και της Χαλδίας. Το θέμα της Παφλαγονίας περιελάμβανε τη βορειοανατολική γωνία του τότε θέματος των Βουκελλαρίων κια η Χαλδία το βερειοανατολικό τμήμα του θέματος των Αρμενιακών. Στα αραβικά σύνορα δημιουργήθηκαν τρεις καινούργιες στρταιωτικές διοικητικές ενότητες. Οι κοινότητες αυτές ονομάστηκαν «κλεισούραι» (ορεινές διαβάσεις).
Ο Θεόφιλος ακολούθησε την εικονομαχική πολιτική του πατέρα του. Υπήρξε μάλιστα πιο ορμητικός από εκείνον. Το 832 εξέδωσε διάταγμα με το οποίο ανανέωσε την απαγόρευση της προσκύνησης των εικόνων και καταργούσε την επίκληση των αγίων της Εκκλησίας. Το 837 ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο ο ηγέτης των εικονομάχων Ιωάννης ο Γραμματικός, διδάσκαλος του Θεόφιλου και σύμβουλός του. Παρά το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης επιχείρησαν με κάθε τρόπο να αναβιώσουν την εικονομαχία, εν τούτοις τίποτα ουσιαστικό δεν κατάφεραν γιατί ο χώρος επιρροής της περιοριζόταν ουσιαστικά μόνο στην Κωνσταντινούπολη.
Λίγο πριν από το θάνατό του ο Θεόφιλος αφού συγκάλεσε τη σύγκλητο και τους άρχοντες, τους παρακάλεσε θερμά να ορκιστούν ότι θα μείνουν πιστοί στη σύζυγό του και τον γιο του Μιχαήλ που τότε ήταν τριών ετών, καθώς και στην εικονομαχία. Στις 20 Ιανουαρίου 842 ο Θεόφιλος πέθανε και μαζί του η εικονομαχία που τόσο αναστάτωσε την βυζαντινή κοινωνία από το 726 ως το 843μ.Χ.