Οι πιο σημαντικοί και γνωστοί θεοί της Μεσοποταμίας εμφανίζονται στους μύθους της περιοχής. Οι θεοί της Μεσοποταμίας είχαν ως κύριο σκοπό να προστατεύουν μια συγκεκριμένη πόλη και τους κατοίκους της ο καθένας. Ο ναός, που ήταν χτισμένος στη πόλη της ευθύνης τους, ήταν το σπίτι τους. Εκεί ζούσαν μαζί με τις συζύγους και τα παιδιά τους. Εκεί συντελούνταν οι τελετουργίες της τροφής, της ένδυσης και του πλυσίματος του θεού.
Οι θεοί της Μεσοποταμίας
Ο Άνου, ο θεός-ουρανός, ήταν αρχικά ο πρώτος των θεών την εποχή των Σουμερίων. Μερικές φορές αναφερόταν ως πατέρας της Ιστάρ. Σύζυγός του ήταν η Άντουμ και η πόλη της λατρείας του ήταν η Ουρούκ. Η Ιστάρ, (Ινάννα των Σουμερίων), η θεά του έρωτα, της γοητείας και του πολέμου, με διάφορες επωνυμίες, έγινε η πιο σημαντική θεά σε ολόκληρη τη δυτική Ασία. Το ιερό ζώο της ήταν το λιοντάρι και τα λατρευτικά της κέντρα ήταν οι Ουρούκ, Κις, Ακκάδ και Αρμπάιλ.
Ο Ενλί, γιος του Άνου, αντικατέστησε αργότερα τον πατέρα του και έγινε βασιλιάς των θεών. Σε αυτόν ανήκει η Πυραμίδα των Πεπρωμένων με την οποία προδιέγραφε την μοίρα ανθρώπων και θεών. Σύζυγός του ήταν η Μύλιττα και η πόλη της λατρείας του η Νιππούρ.
Ο Έα (ο Ένκι των Σουμερίων) ήταν άρχοντας της Αψού, της περιοχής του γλυκού νερού κάτω από τη γη. Ήταν η πηγή κάθε μυστικής μαγικής γνώσης και δίδασκε στους ανθρώπους τις τέχνες και τα επαγγέλματα. Σύζυγός του ήταν η Νταμκίνα και λατρευτικό κέντρο η Εριντού.
Ο Μαρδούκ ήταν γιος του Έα. Κατά την εποχή των Κασσιτών ανήλθε στην κορυφή του βαβυλωνιακού πανθέου. Το λατρευτικό κέντρο του ήταν η Βαβυλώνα. Ο Ναμπού ήταν γιος του Μαρδούκ, προστάτης των γραφέων και θεός της σοφίας. Η λατρεία του ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη στη διάρκεια της 1ης χιλιετίας και κέντρο της ήταν η Βόρσιππα.
Ο Σιν, ο θεός της Σελήνης, αναφερόταν επίσης και ως πατέρας της Ιστάρ. Εξουσίαζε τη διαδοχή των μηνών. Σύμβολο του ήταν η ημισέληνος και λατρευόταν στην Ουρ και στη Χαρράν. Ο Σάμας (ο Ούτου των Σουμερίων), ο θεός του ήλιου, ήταν κριτής ουρανού και γης. Σύμβολο του ήταν ο ηλιακός δίσκος και λατρευτικά του κέντρα η Σιππάρ και η Λάρσα.
Ο Αντάντ, θεός των καιρικών συνθηκών, ήλεγχε τις καταιγίδες αλλά και τη ζωογόνο βροχή. Συμβολό του ήταν η διχαλωτή αστραπή και ζώο του ο ταύρος, που μούγκριζε σαν κεραυνός. Ο Δουμουζί (αργότερα γνωστός ως Ταμμούζ), ήταν εραστής της Ιστάρ και ποιμενικός θεός. Προστάτευε την γονιμότητα των εποχών.
Η Ερεσχειγάλ ήταν βασίλισσα του Κάτω Κόσμου. Ο Ναμτάρ ήταν ο βεζύρης της, ο φοβερός θεός του λοιμού που μπορούσε να αφήσει ελεύθερη οποιαδήποτε από τις εξήντα επιδημίες. Ο Έρρα ή Νεργάλ ήταν θεός του λοιμού και του πολέμου. Ο Νινούρτα ήταν πολεμικός θεός και προστάτης του κυνηγιού. Η Νιν-ουρδάγκ (γνωσή και ως Αρούρου και Μάμμι) ήταν η μεγάλη μητέρα θεά, που αναφερόταν και ως σύζυγος του Νεργάλ.
Οι Αννουνακί (Ανουκκί) ήταν οι αρχαίοι σουμερικοί θεοί της γονιμότητας και του Κάτω Κόσμου, όπου αργότερα έγιναν κριτές. Οι Ιγκικί ήταν η σουμερική ομάδα θεών του ουρανού με επικεφαλής των Ενλίλ.
Θρησκεία
Οι ναοί στους οποίους λατρεύονταν οι θεοί διοικούνταν από ένα ιερατείο. Ένας ιερέας που ονομαζόταν σαταμμού, πιθανόν ήταν επικεφαλής του διοικητικού τομέα και ένας άλλος, ο εν-ιερέας του πνευματικού τομέα. Οι γιοι διαδέχονταν συχνά τους πατεράδες τους στην ιερατική υπηρεσία.
Σε όλη την ιστορία της Μεσοποταμίας οι εξορκιστές και οι μάντεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο, ενώ στο σύνολο του αρχαίου κόσμου ήταν γνωστοί οι μάντεις της Βαβυλωνίας. Είχαν διάφορες τεχνικές αλλά οι πιο συχνές ήταν η παρατήρηση των εντοσθίων των ζώων, των σχηματισμών του λαδιού πάνω στο νερό, του σχήματος του καπνού από το λιβάνι, της συμπεριφοράς των πουλιών και άλλων ζώων, κυρίως κοντά στις πύλες της πόλης ή μέσα στον περίβολο του ναού, όπως επίσης των ουρανίων και μετεωρολογικών φαινομένων.
Η θρησκεία επηρέαζε σημαντικά την καθημερινή ζώη των κοινών ανθρώπων. Σε προσωπικό επίπεδο, αφοσιώνονταν σε ένα συγκεκριμένο θεό ή θεά και πρόσφεραν προσευχές και θυσίες ως αντάλλαγμα την μεσολάβηση τους προς τους άλλους θεούς και την προστασία των ίδιων από τα κακά πνεύματα. Η είσοδος στα ενδότερα ιερά του ναού απαγορευόταν τους κοινούς θνητούς, αλλά μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις μεγάλες θρησκευτικές πομπές. Ο μεγάλος περίβολος γύρω από τα ζιγκουράτ στη Βαβυλώνα είχε προφανώς σχεδιαστεί για να επιτρέπει στο μεγάλο πλήθος να παρακολουθεί τις τελετές από την κατάλληλη απόσταση.
Στην θρησκεία των ανθρώπων της Μεσοποταμίας δεν υπήρχε υπόσχεση για μεταθανάτια ζωή και ο θάνατος γινόταν δεκτός με ένα καρτερικό και ρεαλιστικό τρόπο. Οι ζωντανοί έφτιαχναν αναμνηστικά αγαλματίδια του νεκρού. Η ταφή, εκτός από τις πρώιμες βασιλικές ταφές, γινόταν μέσα στο σπίτι του νεκρού, ο οποίος τοποθετείτο κάτω από το δάπεδο μαζί με τα αγαπημένα του αντικείμενα. Για τα σώματα που έμεναν άθαφτα και δεν δέχονταν τις κανονικές προσφορές νερού από τους επιζώντες συγγενείς, πίστευαν ότι γίνονταν ανήσυχα φαντάσματα που μπορούσαν να βλάψουν τους ζωντανούς. Δεν υπήρχαν δημόσια νεκροταφεία.