Η Χαλκιδική στην Επανάσταση

Λίγες μέρες μετά το κίνημα στην νοτιοανατολική Θεσσαλία, σήκωσε τα όπλα και η Χαλκιδική. Παρά τη μειονεκτική γεωγραφική θέση της Μακεδονίας, τη σκληρή τουρκική διοίκηση και την καταπίεση των πληθυσμών, η Φιλική Εταιρεία είχε κατορθώσει να εισδύσει εκεί και να μυήσει πολλούς κληρικούς, προκρίτους και εμπόρους. Έτσι, πολύ πριν συμβούν τα πρώτα πολεμικά γεγονότα, ο επαναστατικός ενθουσιασμός είχε καταλάβει και τους Μακεδόνες, ιδίως στις περιοχές της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής. Εκτός αυτού τα αδιάκοπα ταξίδια των Μακεδόνων εμπόρων στην Κεντρική Ευρώπη είχαν αφυπνίσει τα τελευταία προεπαναστατικά χρόνια το εθνικό τους αίσθημα και ο πόθος τους για ελευθερία μεγάλωσε.

Η Χαλκιδική στην Επανάσταση
Η σημαία της Χαλκιδικής

Σε αυτό συνετέλεσαν και ορισμένες σημαντικές προσωπικότητες του τόπου μεταξύ των οποίων αναφέρονται ο μητροπολίτης Σερρών Χρύσανθος και κυρίως μεγαλέμπορος και τραπεζίτης Εμμανουήλ Παπάς. Τεράστια ήταν η συμβολή του στην κοινότητα των Σερρών. Θερμός προστάτης και υποστηρικτής των ομοφύλων του ο Παπάς είχε κερδίσει συγχρόνως και την εκτίμηση και τον σεβασμό των Τούρκων. Όταν όμως νέος διοικητής των Σερρών διορίστηκε Γιουσούφ μπέης, ο Παπάς αναγκάστηκε, μετά από έντονες συγκρούσεις να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη το 1817. Δύο χρόνια αργότερα μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Από τότε όλες του οι ενέργειες αποσκοπούσαν στην απελευθέρωση της πατρίδας του.

Στις 23 Μαρτίου 1821 αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη για την χερσόνησο του Άθω, μεταφέροντας πλήθος όπλων και άλλων πολεμοφοδίων. Το Άγιον Όρος, παρά τις τεράστιες οικονομικές δυσχέρειες που τότε αντιμετώπιζε, θεωρείτο το κατάλληλο ορμητήριο για την επανάσταση της Μακεδονίας, γιατί εκεί, χάρη στα προνόμια που του είχαν παραχωρηθεί από παλαιά, εξασφαλιζόταν σχετική αυτονομία και απαγορευόταν η είσοδος στα τουρκικά στρατεύματα.

Φθάνοντας λοιπόν ο Παπάς στον Άγιον Όρος άρχισε να οργανώνει την επανάσταση έχοντας πολύτιμη βοήθεια από τους μοναχούς και κυρίως από τον ηγούμενο της Μονής Εσφιγμένου, που ήταν ήδη μυημένος στην Φιλική Εταιρεία. Ο Παπάς πίστευε ότι η ώρα για την επανάσταση δεν είχε ακόμη φθάσει και μη θέλοντας να βρεθεί απομονωμένος ανάμεσα σε ισχυρό τουρκικό στρατό, περιοριζόταν σε πυρετώδεις προετοιμασίες. Δεν υπολόγισε όμως στην αντίδραση των Τούρκων, που τελικά εξεβίασαν την κατάσταση, και ανάγκασαν τους επαναστάτες να κινηθούν νωρίτερα από ό,τι προέβλεπαν.

Αμέσως μετά τα γεγονότα της Μολδοβλαχίας και την τρομοκρατία που εξαπολύθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ο Γιουσούφ μπέης της Θεσσαλονίκης, επειδή υποψιαζόταν ότι η κατάσταση ήταν επικίνδυνη, αποφάσισε να συλλάβει τους προκρίτους της Μακεδονίας σαν ομήρους προσκαλώντας τους να μεταβούν στην Θεσσαλονίκη. Οι πρόκριτοι που κατάλαβαν τις προθέσεις του έστειλαν άλλους στη θέση τους. Το γεγονός αυτό, όμως, επιβεβαίωσε τις υποψίες του Γιουσούφ μπέη που, μαντεύοντας ή ίσως και γνωρίζοντας, ότι λόγω των προνομίων του Αγίου Όρους εστία των επαναστατών ήταν η Χαλκιδική, αποφάσισε να δράσει κεραυνοβόλα. Απέστειλε αμέσως μικρή δύναμη στρατιωτική δύναμη για να φρουρήσει την περιοχή και συγχρόνως να αποκλείσει όσους βρίσκονταν εκεί, ενώ διέταξε τον αρχηγό της πολιτοφυλακής της Παζαρούδας και τον διοικητή των Χασικοχωρίων να επιτεθούν ταυτόχρονα κατά του Πολυγύρου και, αφού συλλάβουν τους προκρίτους και αφοπλίσουν τους κατοίκους, να καταστρέψουν την κωμόπολη.

Το σχέδιο όμως δεν πραγματοποιήθηκε όπως ακριβώς το είχε υπολογίσει ο Γιουσούφ μπέης, γιατί εν τω μεταξύ από τη μία πρόλαβαν οι πρόκριτοι να φύγουν και από την άλλη οι κάτοικοι του Πολύγυρου, μια μέρα πριν φθάσουν οι τουρκικές δυνάμεις, πιεζόμενοι από τις καταστροφές και τις λεηλασίες των Τούρκων της περιοχής, αποφάσισαν να αμυνθούν. Στις 17 Μαΐου όρμησαν εναντίον του διοικητηρίου και, αφού σκότωσαν τον Τούρκο υποδιοικητή και λίγους στρατιώτες, διαιρέθηκαν σε δύο σώματα και κινήθηκαν εναντίον των τουρκικών ενισχύσεων, που μόλις έφθαναν, και τις ανάγκασαν να υποχωρήσουν.

Οι συμπλοκές αυτές, που αποτέλεσαν το έναυσμα της επανάστασης στην Χαλκιδική, είχαν σαν συνέπεια να εξαπολύσει τρομοκρατία ο Γιουσούφ μπέης μόλις έμαθε τα γεγονότα. Αφού σκότωσε όσους ομήρους κρατούσε, διέταξε συλλήψεις και λεηλασίες σε ολόκληρη την περιοχή της Θεσσαλονίκης. Τότε ο Εμμανουήλ Παπάς, αφού συγκέντρωσε όλους τους ηγούμενους του Αγίου Όρους στις Καρυές, κήρυξε την Επανάσταση στις 17 Μαΐου και αναγορεύτηκε «Αρχηγός και Προστάτης της Μακεδονίας».

Ταυτόχρονα επαναστάτησε και η Κασσάνδρα, στα τέλη Μαΐου μερικά χωριά της Σιθωνίας και τα Μαδεμοχώρια στις 3 Ιουνίου, ενώ έφθασε και ενίσχυση από λίγα ψαριανά πλοία. Αμέσως σχηματίστηκαν δύο σώματα αντίστασης. Το πρώτο με τους ενόπλους της Κασσάνδρας και των Χασικοχωρίων είχε αρχηγό τον Χάψα και το δεύτερο με άνδρες από τα Μαδεμοχώρια και 2.000 περίπου μοναχούς του Άθω τον Παπά. Ο ενθουσιασμός των επαναστατών ήταν μεγάλος, αλλά ο αγώνας προμηνυόταν δύσκολος.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών

2 Σχόλια

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *