Η Φουστανέλα

Η φουστανέλα είναι παραδοσιακό ανδρικό ένδυμα, των ποιμενικών κυρίως ομάδων, στα Βαλκάνια. Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα φοριόταν συστηματικά στην Ελλάδα, οπότε και σταδιακά αντικαταστήθηκε από «τα φράγκικα», αυτό δηλαδή που σήμερα αποκαλούμε παντελόνι. Σήμερα διατηρείται ως μέρος της στρατιωτικής στολής της Προεδρικής Φρουράς, ενώ χρησιμοποιείται και σε εθνικές εορτές, επετείους και αλλού.

Η Φουστανέλα
Το ταφικό μνημείο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών

Πρόκειται για μια κοντή επί το πλείστον πολύπτυχη λευκή φούστα, η οποία κατασκευάζεται από πολλά ορθογώνια τρίγωνα τεμάχια υφάσματος, που ράβονται μεταξύ τους ίσιο με λοξό και μετά σουρώνονται στη μέση. Τις πιο πολλές φορές η φουστανέλα κατασκευάζεται σε δύο ξεχωριστά τμήματα και δένει στη μέση δεξιά και αριστερά. Το γεγονός ότι οι παλαιότερες φουστανέλες είχαν κορμί, ήταν λιγότερο πτυχωτές και μακριές ως τη μέση της γάμπας, κάνει πιο πιθανή την προέλευσή της από το πουκάμισο, ενώ ανάγει την ιστορική προέλευση της ως εξέλιξη ενδυμασίας ακόμη και την εποχή της αρχαιότητας και συγκεκριμένα από τον ανδρικό δωρικό χιτώνα, ωστόσο περί αυτού του θέματος υπάρχουν διάφορες απόψεις.

Το ρούχο χρησιμοποιήθηκε και από τους Βλάχου και από τους Αλβανούς, ιδίως από τους Τόσκηδες, ενώ στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τους Αρβανίτες καθώς και από Ηπειρώτες, Θεσσαλούς, Ρουμελιώτες και Πελοποννήσιους κυρίως. Βρετανοί συγγραφείς που καταγράφουν οδοιπορικό στην περιοχή της Σαμαρίνας (1914) θεωρούν ότι η Αλβανική φουστανέλα προέρχεται από παρόμοιο ένδυμα που φορούσαν οι Βλάχοι και πιστεύουν ότι η αλβανική φουστανέλα υιοθετήθηκε και από τους Έλληνες ως καθολικά εθνική ενδυμασία μετά την Επανάσταση του 1821.

Το όνομα της Φουστανέλας

Όπως αναφέρει η λαογράφος και ενδυματολόγος Ιωάννα Παπαντωνίου, το όνομά της το παίρνει από ένα ύφασμα, το οποίο στις ημέρες μας στην Ιταλία σημαίνει «Fustagno», δηλαδή βαμβακερό ύφασμα -απ΄όπου το Fustana, με υποκοριστικό το Fustanella- που στην ουσία προέρχεται από μια πόλη της Αιγύπτου, το Φουστάτ, που είναι προάστιο του Καΐρου. Εκεί κατασκευαζόταν ένα είδος τζιν, ένα δίμητο χοντρό ανθεκτικό ύφασμα, το οποίο χρησιμοποιείται για πανιά στα καράβια, τις λεγόμενες «φούστες». Πάντως, η ενετική λέξη fustagno προήλθε από το υστερολατινικό fustaneum που ήταν λέξη κατασκευασμένη από τους Λατίνους για να αποδώσουν στη γλώσσα τους την ελληνιστική λέξη «ξύλινο», επειδή έτσι αποκαλούσαν οι Έλληνες το βαμβακερό και άλλα υφάσματα που χρησιμοποιούνταν για φορεσιές. (Το λατινικό fustaneum προήλθε συγκεκριμένα από τη λέξη fustis που σήμαινε ξύλο.)

Η προέλευση της Φουστανέλας

Η Φουστανέλα
Λεπτομέρεια από την κύρια αίθουσα του Σπηλαίου Νυμφολήπτου, με το ανάγλυφο του Αρχέδημου, ο οποίος φοράει φουστανέλα (6 αιώνας π.χ.)

Το αρχαιότερο ανάγλυφο που απεικονίζει φουστανέλα, βρίσκεται στο Σπήλαιο Νυμφολήπτου. Η φουστανέλα είναι ουσιαστικά η εξέλιξη του ανδρικού δωρικού χιτώνα. Μελετητές αναφέρουν σχετικά με την φουστανέλα πως προέρχεται από μια σειρά αρχαίων ελληνικών ενδυμάτων, που έκαναν την εμφάνισή τους εκείνη την εποχή, όπως ο χιτώνας. Σε βυζαντινά όστρακα και αγγεία (κεραμική), πολεμιστές εμφανίζονται να φέρουν όπλα, φορώντας την βαριά πολύπτυχη φουστανέλα. Ο Τσαρούχης θεωρούσε πως η απώτερη καταγωγή εντοπίζεται στην Ινδία. Το λευκό ένδυμα των μαχαραγιάδων είναι κατασκευασμένο από βαμβακερή μουσελίνα και έχει φούστα από πολλά ισοσκελή τρίγωνα, προσαρμοσμένη σε μακρυμάνικο σταυρωτό μπούστο, που δένει στο πλάι. Οι φούστες που συντίθενται από ισοσκελή τρίγωνα είναι πολύ διαδεδομένες στην επαρχία Ράτζασταν στη Βορειοδυτική Ινδία, σε άνδρες και γυναίκες και ονομάζονται «ghari». Στο παλάτι του Μαχαραγιά του Μπενάρες σώζεται σε ελεφαντόδοτο παράσταση με τελετουργική πομπή στις αρχές του 20ου αιώνα. Στην παράσταση δεσπόζουν οι σπαχήδες, που δίνουν την εντύπωση ότι φορούν στολή με φουστανέλα, παρόμοια με των Ελλήνων του 1821. Κατά την Παπαντωνίου, ένας τέτοιος συσχετισμός είναι δύσκολο να γίνει δεκτός, επειδή η βασικότερη μεταξύ τους διαφορά είναι η κοπή των τριγώνων. Στην Ελλάδα έχουμε ορθογώνια ανισοσκελή τρίγωνα που ενώνονται λοξό με ίσο (η υποτείνουσα του ενός τριγώνου με την κάθετη πλευρά του άλλου), για να μην ξεχειλώνει ο ποδόγυρος.

Ο αρχαιολόγος Άρθουρ Έβανς, το 1885, θεωρούσε τη φουστανέλα που φορούσαν οι σλαβόφωνοι άντρες αλλά και οι γυναίκες (αυτές πάνω από τη σλαβική μπροστέλλα) χωρικοί που ζούσαν κοντά στα σημερινά σύνορα Βοσνίας-Μαυροβουνίου, ως ένα ιλλυρικό στοιχείο που επιβίωσε ανάμεσα στους σλαβόφωνους πληθυσμούς της περιοχής. Δεν έχουν σωθεί αρχαία ελληνικά ενδύματα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν τη σύνδεση της φουστανέλας με τους αρχαίους ελληνικούς χιτώνες.

Η ρωμαϊκή και βυζαντινή φουστανέλα

Αρχαιολογικά ευρήματα, και συγκεκριμένα θραύσματα βυζαντινών διακοσμημένων πιάτων που βρέθηκαν στην Κόρινθο και αλλού, δείχνουν ότι η φουστανέλα ήταν σε κοινή χρήση στην Ελλάδα ήδη από τον 11ο αιώνα. Σε ένα από αυτά, του 12ου αιώνα, διακρίνεται ότι η φουστανέλα ήταν αυτοτελές ένδυμα, ξεχωριστό από την φορεσιά του κορμού. Οι πολεμιστές που εικονίζονται στα ευρήματα αναγνωρίζονται ως ακρίτες ή «Διγενής», και η φουστανέλα τους διαφοροποιεί από τις απεικονίσεις του Αλεξάνδρου ή του Αγίου Γεωργίου. Κατά τον ελληνιστή Notopoulos, η φουστανέλα προέρχεται από τη ρωμαϊκή τόγκα, και για το λόγο αυτό συναντάται και στους σύγχρονους (19ο-20οαι.) λατινόφωνους Βλάχους.

Κατά τον Αντώνιο Κεραμόπουλο, η φουστανέλα κατάγεται από το ρωμαϊκό στρατιωτικό ένδυμα: το συγκεκριμένο ένδυμα φοριόταν από τους εκάστοτε μισθοφόρους των Ρωμαίων στο χώρο της Ηπείρου.

Από ενδυματολογική άποψη, αν αφαιρεθούν τα πολύ νεώτερα επίρραφα χρυσοκεντήματα από εξαρτήματα όπως τα γιλέκα και οι περικνημίδες, μένει ένα μεσαιωνικό ευρωπαϊκό ένδυμα. Στο αρχαιολογικό μουσείο της Επιδαύρου εκτίθεται ακέφαλο άγαλμα ρωμαίου αξιωματούχου, όπου φαίνεται καθαρά ότι φοράει μία φούστα πάνω από κοντό χιτώνα.

Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Φουστανέλα

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *