Η Φλώρινα είναι πόλη της Μακεδονίας. Η πόλη της Φλώρινας βρίσκεται σε υψόμετρο 687 μέτρων.
Η Φλώρινα κατοικείται τουλάχιστον από το 6.000 π.Χ. καθώς ευρήματα μαρτυρούν την πρώτη εγκατοίκηση. Ο παραλίμνιος προϊστορικός οικισμός του Αγίου Παντελεήμονα, που βρίσκεται 3 χλμ. δυτικά της σύγχρονης εγκατάστασης, παρουσιάζει εκτεταμένη διάρκεια κατοίκησης, η οποία καλύπτει χρονικά 5300 χρόνια και εκτείνεται στο σύνολο σχεδόν της Νεολιθικής Εποχής και Εποχής του Χαλκού (6500-1200 π.Χ.).
Η περιοχή κατακλύστηκε από ελληνόφωνα φύλα γύρω στο 19ο αιώνα π.Χ. όταν η βορειότερη Πελαγονία ήταν ένα από τα δύο κύρια κέντρα του ελληνόφωνου κόσμου (το δεύτερο ήταν η Χαονία). Τους αμέσως επόμενους αιώνες, ελληνόφωνα φύλα όπως οι Αχαιοί και οι Αιολείς μετανάστευσαν νοτιότερα, υπό την πίεση των Βρυγών. Η γη των Βρυγών αποτελούσε μέρος της αρχαίας Λυγκηστίδος (η περιοχή οφείλει την ονομασία της στον πρώτο μυθικό βασιλιά της, τον ήρωα και αργοναύτη Λυγκέα). Η νέα μετανάστευση έγινε νοτιότερα κατά τον 11ο αιώνα π.Χ. που έμεινε γνωστή ως κάθοδος των Δωριέων. Στο λόφο του Αγίου Παντελεήμονος, υπάρχει αρχαιολογικός χώρος οικισμού που κατοικούνταν αδιάλειπτα από το 16ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ. και από το 4ο έως τον 1ο αιώνα π.Χ.
Στα βυζαντινά χρόνια η πόλη Χλωρός, συνέχεια της οποίας θεωρείται η Φλώρινα. Το όνομα αυτό διασώζεται σε κείμενο περιηγητή του 12ου μ.Χ. αιώνα. Από τα βυζαντινά ακόμη χρόνια η πόλη δέχτηκε πλήθος επιδρομών. Στα 1313 καταλήφθηκε από τους Σλάβους ταυτόχρονα με την Έδεσσα και την Καστοριά.
Τη περίοδο της Τουρκοκρατίας μοιράστηκε σε φέουδα. Από τις πέντε χριστιανικές εκκλησίες που βρίσκονταν εκεί, οι τρεις μετατράπηκαν σε τζαμιά. Στα 1646, η Φλώρινα δέχθηκε συντονισμένη επίθεση κλεφτών στα πλαίσια του Βεντοτουρκικού πολέμου, αφού οι Βενετοί υπόσχονταν «απελευθέρωση».
Τον 18ο αιώνα η Φλώρινα υπέφερε από τη δράση συμμοριών που σχημάτιζαν λιποτάκτες του τουρκικού στρατού, ενώ η αυθαιρεσία των φοροεισπρακτόρων έκανε τους κατοίκους να αναζητήσουν την τύχη τους σε άλλες περιοχές. Για τη συγκράτηση του πληθυσμού η τουρκική ηγεσία προχώρησε σε μέτρα περιστολής της αυθαιρεσίας και σε μείωση των φόρων. Η επανάσταση που ξέσπασε και εκεί στα 1821, έσβησε μετά την καταστροφή της Νάουσας, ενώ στην περιοχή βρήκαν πρόσφορο έδαφος να δράσουν Αλβανοί Γκέγκηδες.
Στα 1862, με κατάλληλες ενέργειες Βουλγάρων, η τουρκική διοίκηση επέτρεψε τη εκεί δημιουργία βουλγαρικής κοινότητας και άνοιγμα βουλγαρικών σχολείων. Παρ’ όλα αυτά, η βουλγαρική διείσδυση στην περιοχή μικρά μόνο αποτελέσματα είχε: πριν το 1876, επτά μόνο χωριά της περιοχής προσχώρησαν στη βουλγαρική εξαρχία. Στα 1876ζήτησνα να επιστρέψουν στο πλήρωμα του πατριαρχείου.
Στο Μακεδονικό Αγώνα, η Φλώρινα ανέδειξε σημαντικούς οπλαρχηγούς, όπως ο Νικόλαος Πύρζας (1880 – 1947) και ο Πέτρος Χατζητάσης, ενώ ηγετική μορφή στην περιοχή ήταν ο Ξενοφών Πούσκας. Σε απογραφή των πατριαρχικών κατοίκων της πόλης που διενεργήθηκε το 1905 από το Μητροπολίτη Μογλενών και Φλωρίνης Άνθιμο για το χωρισμό τους σε ενορίες καταγράφονται 406 ελληνορθόδοξες οικογένειες.
Η πόλη απελευθερώθηκε τελικά από τον ελληνικό στρατό στις 8 Νοεμβρίου του 1912, ύστερα από 527 χρόνια σκλαβιάς (1385, κατακτητής Σουλτάνος Μουράτ ο Α’) η περιοχή ελευθερώνεται αλλά όχι για πολύ, καθώς ακολουθεί ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Το 1916 οι σύμμαχοι απελευθέρωσαν τη Φλώρινα, που για ένα περίπου μήνα κατείχαν οι Βούλγαροι. Στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η Πρώτη Νίκη του ’40 κατά των Ιταλικών στρατευμάτων από το 33ο Σύνταγμα της Φλώρινας γέμισε χαρά τους Έλληνες. Ακολούθησε η Γερμανική κατοχή, με μέρες δραματικές για τον τόπο που, δυστυχώς, έμελλε να συνεχιστούν για άλλα πέντε περίπου χρόνια, μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων το Νοέμβριο του ’44. Το 1949 λήγει η εμφύλια σύρραξη, που διαδραματίστηκε κυρίως σ’ αυτήν την περιοχή. Την περίοδο 1951-1954 ο Νομός Φλώρινας αποκτά τα σημερινά του όρια.
Οι σλαβόφωνοι της Φλώρινας
Η περιοχή της Φλώρινας την περίοδο της οθωμανοκρατίας διακρίνεται για την παρουσία σλαβόφωνων πληθυσμών, οι οποίοι υπάγονταν στην πνευματική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και ήταν μέρος του μιλλέτ (Γένους) των Ρωμιών.
Εντάσσοντας τους σλαβόφωνους στο ιστορικό πλαίσιο και στις συγκυρίες που διαδέχτηκαν η μία την άλλη, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως την περίοδο της οθωμανικής αυτοκρατορίας η συμβολή τους υπήρξε σημαντική, τόσο στην συντήρηση της ορθόδοξης παράδοσης, όσο και στην διάχυση του ορθόδοξου πολιτισμού. Και το κυριότερο, οι περισσότεροι σλαβόφωνοι στήριξαν τους αγώνες του Ελληνισμού στην Μακεδονία και για αυτόν τον λόγο προσδιορίζονταν ως φανατικοί Έλληνες, γκραικομάνοι.
Τα ελληνορθόδοξα πατριαρχικά σχολεία οδηγούσαν τους σλαβόφωνους πληθυσμούς στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και στην αφομοίωση της ελληνικής εθνο-πολιτισμικής ταυτότητας. Τα σχολεία αυτά στηρίζονταν από τον Σύλλογο προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, στον οποίο προήδρευε κυρίως ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος. Όφειλαν όμως την συγκρότησή τους πρώτα στις ελληνικές κοινότητες των πόλεων και των χωριών, της Φλώρινας.
Στην παραγωγή πλούτου η συμβολή των σλαβόφωνων οικογενειών υπήρξε καθοριστική. Με την μερική μετανάστευση στις υπερπόντιες χώρες και την στήριξη του ντόπιου εισοδήματος με εμβάσματα, με την οικοδόμηση εκλεκτικίστικων κατοικιών και ιδίως με την αγορά γαιών, οι σλαβόφωνοι άλλαξαν την οικονομία και την κοινωνία της ευρύτερης περιοχής. Και καθόρισαν το μέλλον της.
Με πληροφορίες από: https://www.orthodoxianewsagency.gr/istoria-ethnika-themata/i-symvoli-ton-slavofonon-ellinon-tis-florinas/
Με πληροφορίες από: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CE%BB%CF%8E%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1