Η συνθήκη των Σεβρών προέβλεπε την επέκταση των ηπειρωτικών συνόρων της Ελλάδας ως την Τσατάλτζα, στα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης και προσεπικύρωνε την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, με την προσθήκη της Ίμβρου και της Τενέδου. Η πόλη και η ενδοχώρα της Σμύρνης παρέμενε κάτω από την οθωμανική κυριαρχία. Η άσκηση, όμως, των κυριαρχικών δικαιωμάτων μεταβιβαζόταν στην ελληνική κυβέρνηση, ενώ μετά την πάροδο πέντε ετών προβλεπόταν η προσάρτηση της περιοχής στην Ελλάδα με απόφαση της ΚτΕ., ύστερα από πρόταση της πλειοψηφίας του τοπικού συμβουλίου και με απλά δυνητική την προσφυγή σε δημοψήφισμα. Η τύχη της Βορείου Ηπείρου δεν προσδιοριζόταν με το κείμενο της συνθήκης, ενώ στην Κύπρο και τα Δωδεκάνησα κατοχυρωνόταν το καθεστώς, αντίστοιχα, της αγγλικής και ιταλικής κυριαρχίας.
Δραστηριότητα πριν τη Συνθήκη των Σεβρών
Η προσπάθεια του Ελευθερίου Βενιζέλου για τη επέκταση της Ελλάδας στη Μικρά Ασία συνεχόταν με την άποψη ότι το γεωγραφικό κέντρο του ελληνισμού εντοπιζόταν στο χώρο του Αιγαίου, αλλά και με την αποτίμηση του νέου συσχετισμού των δυνάμεων στο ευρύτερο πεδίο των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής. Η κατάρρευση και ο αναπόφευκτος ήδη, διαμελισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παρείχε τις καλύτερες προϋποθέσεις για τη διασφάλιση του εθνικού μέλλοντος του μικρασιατικού ελληνισμού.
Ακόμη και η ενίσχυση των διεκδικήσεων προς την κατεύθυνση της Κωνσταντινούπολης ήταν -σύμφωνα με την αντίληψη του Έλληνα πρωθυπουργού- γεωστρατηγικά συνυφασμένη με την επιβολή της κυριαρχίας στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Αντίθετα η ενδεχόμενη προσάρτηση ευρωπαϊκών, αποκλειστικά, εδαφών της διαμελισμένης αυτοκρατορίας -λύση που φάνηκε να αντιμετωπίζεται εναλλακτικά με την παραχώρηση της Ιωνίας- θα απέκοπτε οριστικά τον μικρασιατικό ελληνισμό από την Ελλάδα για να τον εγκλωβίσει στους κόλπους ενός εθνικού τουρκικού κράτους.
Η υιοθέτηση των ελληνικών διεκδικήσεων ήταν μοιραίο να προσκρούσει όχι μόνο στην αναπόφευκτη τουρκική αντίθεση αλλά και σε σοβαρές ενδοσυμμαχικές αντιδράσεις. Οι Αμερικανοί εκπρόσωποι στην συνδιάσκεψη αμφισβητούσαν την επιθυμία των Ελλήνων της Ιωνίας να ενωθούν με το ελληνικό βασίλειο, υποστήριζαν την αναπόσπαστη γεωγραφική και οικονομική εξάρτηση της παράκτιας ζώνης από το εσωτερικό της Ανατολίας και προσανατολίζονταν στην επιβολή ενός καθεστώτος προστασίας κάτω από την κηδεμονία της ΚτΕ. Περισσότερο ωμή διαγραφόταν η ιταλική στάση, απότοκη της εμμονής στην ικανοποίηση ίδιων ιμπεριαλιστικών βλέψεων στο χώρο τη Μικράς Ασίας.
Το Μάιο του 1919 ταυτόχρονα με την αποβίβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη, θα αποσταλεί ως στρατιωτικός επιθεωρητής στις ανατολικές επαρχίες της Μικράς Ασίας, ο στρατηγός Μουσταφά Κεμάλ. Ενσαρκωτής του εθνικιστικού και ριζοσπαστικού πνεύματος των Νεοτούρκων, προικισμένος με έκτακτες στρατηγικές και πολιτικές αρετές, θα εμψυχώσει και βαθμιαία θα οργανώσει σε τακτικό στρατό τις διάσπαρτες ισχνές δυνάμεις των ένοπλων εθνικιστών.
Οι ενδοσυμμαχικές αλλά και οι πρώτες ενδοτουρκικές αντιδράσεις έμελλαν αντί να αποθαρρύνουν, να διευκολύνουν τον Βενιζέλο στην προώθηση των επιδιώξεων του. Η ένταση της απειλής των Τούρκων ατάκτων σε βάρος του χριστιανικού στοιχείου και η εμμονή της Ρώμης σε εκβιαστικές διεκδικήσεις είχε αποκορυφώσει τη δυσφορία στους κόλπους των Συμμάχων, ιδίως των Αγγλογάλλων. Στις 6 Μαΐου, ενώ η ιταλική αντιπροσωπεία απουσίαζε από τη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου της Συνδιασκέψεως, ο Λόυντ Τζωρτζ εισηγούνταν την κατάληψη της Σμύρνης από τα ελληνικά στρατεύματα. με σκοπό την εξασφάλιση της τάξης και την προστασία του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής. Η άμεση υιοθέτηση από τον Βενιζέλο ακολουθήθηκε από την ομόφωνη λήψη της τελικής διασυμμαχικής αποφάσεως. Στις 15 Μαΐου του 1919 τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάζονταν στην πρωτεύουσα της Ιωνίας μέσα σε ατμόσφαιρα εθνικού πανηγυρισμού.
Η συμμαχική ομοφωνία για την στρατιωτική κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό δεν προοριζόταν παρά προσωρινά και μόνο να επικαλύψει την ετερογένεια των ανταγωνιστικών επιδιώξεων των Μεγάλων Δυνάμεων στον ανατολικομεσογειακό και τον μεσανατολικό χώρο, ευαίσθητο στρατηγικό κόμβο και εστία πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Η τελική έκβαση των ελληνικών προσπαθειών θα κρινόταν, πράγματι, σε σημαντικό βαθμό από τη δυναμική διαμόρφωση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους ισχυρούς Ευρωπαίους συμμάχους. Η εξασφάλιση της εντολής για την απόβαση στη Σμύρνη ήταν απότοκη της επιτήδειας εκμετάλλευσης των παραγόντων της ανταγωνιστικής διαμάχης των Μεγάλων Δυνάμεων και την κατίσχυση της επιρροής τους στο χώρο της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η απόβαση των ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη δεν θα είναι αρκετή για να οδηγήσει στην καταστολή του τουρκικού εθνικιστικού κινήματος και στη διασφάλιση του συμμαχικού ελέγχου στον στρατηγικό τομέα της Μικράς Ασίας.
Η παρεμβολή ανασταλτικών παραγόντων ή η διατύπωση επιφυλάξεων δεν έμελλε να ματαιώσει ή να παρελκύσει απεριόριστα τη λήψη τελικών αποφάσεων. Σταθερός στην προβολή των εθνικών διεκδικήσεων και ευέλικτος στην αναζήτηση των μέσων επιβολής τους, ο Βενιζέλος κατόρθωνε να υπερκεράσει πολλαπλές διπλωματικές αντιξοότητες., συνυφασμένες και με την ενίσχυση των ανταγωνιστικών τάσεων ανάμεσα στις νικητήριες δυνάμεις και να υπαγορεύσει τους όρους της ειρήνης στην Τουρκία. Στις 10 Αυγούστου 1920 στο Δημαρχείο των Σεβρών υπογράφτηκε η Συνθήκη των Σεβρών από τους εκπροσώπους των συμμαχικών κρατών, ανάμεσα τους η Ελλάδα, και της Πύλης.
Αποδοχή της Συνθήκης των Σεβρών από τους Έλληνες
Στις 7 Σεπτεμβρίου 1920, η Βουλή των Ελλήνων, δια στόματος του προέδρου της, υποδεχόταν τον Ελευθέριο Βενιζέλο θριαμβευτή: «Αίσθημα πανηγυρικής χαράς συνενώνει ημάς σήμερον προς επανάληψιν των εργασιών της Βουλής κα αίσθημα ευλαβούς ευγνωμοσύνης, ότι ηυδόκησεν η Θεία Πρόνοια να ευλογήση δαψιλώς τους ηρωικούς αγώνας του ελληνικού λαού και τάς υπερανθρώπους προσπαθείας του ποδηγετούντος αυτόν κυβερνήτου».
Συγκρατημένος στους λόγους του, ο πρωθυπουργός προσέβλεπε ήδη σε μια τελική αποφασιστική αναμέτρηση με τους πολιτικούς αντιπάλους του: «Το έργον τούτο το όπερ αποτελεί την επίστεψιν της πολιτικής, ήτις ήγαγεν εις την συγκρότησιν κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης, ανήκει εις την ιστορίαν, θέλει δε κριθεί υπό του ελληνικού λαού».
Ο ίδιος και οι συνεργάτες του αντλούσαν από τα εντυπωσιακά επιτεύγματα στο διπλωματικό πεδίο αισθήματα εμπιστοσύνης και αισιοδοξίας για την έκβαση της εκλογικής μάχης. Εν τούτοις, η απόδοση της προτεραιότητας σε κριτήρια συνυφασμένα περισσότερο με την εσωτερική και λιγότερο με την εξωτερική πολιτική, φαινόμενο ευρύτερης ιστορικής εμβέλειας, επιβεβαιωνόταν πανηγυρικά την 1η Νοεμβρίου 1920, όταν το εκλογικό σώμα καταψήφισε τον θεμελιωτή της Ελλάδας των «δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών».
Πηγή: Η ελληνική εξωτερική πολιτική 1900-1945, Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας
[…] Γραμμή Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καρά Χισάρ | δρακοπουλιάδα στο Η Συνθήκη των Σεβρών (1920) […]
[…] από τη Συνθήκη των Σεβρών, στο τελευταίο τρίμηνο του 1920 και στις αρχές του 1921 […]
[…] Παγκόσμιο Πόλεμο με τις Συνθήκες του Νεϊγύ και των Σεβρών. Η ενσωμάτωση έγινε στις 14 Μαΐου […]
[…] στις 29 Ιουλίου του 1919 στις Σέβρες της Γαλλίας, στα πλαίσια της Συνδιάσκεψης Ειρήνης […]
[…] μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα. Με τη Συνθήκη των Σεβρών οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι νικήτριες του Α’ Παγκοσμίου […]