Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, επίσημα γνωστή ως Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρείται η σημαντικότερη και ιστορικότερη συνθήκη της Ευρωπαϊκής ηπείρου και η δεύτερη ομοίως σε παγκόσμια κλίμακα μετά εκείνης της ίδρυσης του ΟΗΕ. Ιστορικά δεν υπήρξε ποτέ στην παγκόσμια ιστορία παρόμοια συνθήκη με τόσο πλούσιο οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιεχόμενο, που να διατηρούσε ταυτόχρονα και το «ισότιμο» των συμμετεχόντων κρατών.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, που έλαβε το όνομά της από την πόλη Μάαστριχτ στην οποία υπεγράφη στις 7 Φεβρουαρίου του 1992, αποτελεί την τρίτη κατά σειρά θεμελιώδη συνθήκη με την οποία ολοκληρώθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύγχρονος θεσμός, ύστερα από τη Συνθήκη της Ρώμης και την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1986). Βέβαια στην εξέλιξη αυτή του θεσμού αυτού υπήρξαν και πολλές άλλες επιμέρους συνθήκες, που, αν και μη θεμελιώδεις, συνέβαλαν ουσιαστικά στην πορεία και την εξέλιξη της ΕΕ.
Εκ μέρους της Ελλάδας υπεγράφη από τον Υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά και τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας Ευθύμιο Χριστοδούλου.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ τροποποιήθηκε από μεταγενέστερες συνθήκες.
Προς τη Συνθήκη του Μάαστριχτ
- 1951: 18 Απριλίου. Συνθήκη των Παρισίων (1951). Έξι Ευρωπαϊκές Χώρες (η τότε Δυτική Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο) ιδρύουν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα – (ΕΚΑΧ).
- 1957: 25 Μαρτίου. Συνθήκη της Ρώμης (1957). Οι ίδιες παραπάνω Χώρες ιδρύουν και συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) καθώς και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ), γνωστότερη ως ΕΥΡΑΤΟΜ.
- 1962: Θεσπίζεται σε εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης της Ρώμης – 1957, η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) γνωστότερη ως Γεωργικό Ταμείο – FEOGA (που προκαλεί και την προσοχή της τότε ελληνικής Κυβέρνησης).
- 1965: 8 Απριλίου. Σύμβαση των Βρυξελλών – 1965 με την οποία και συγχωνεύονται τα όργανα των τριών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και γίνονται κοινά και για τις τρεις (ιδιαίτερα το Συμβούλιο και η Επιτροπή).
- 1968: Με την λήξη των προθεσμιών που ορίζονταν από την Συνθήκη της Ρώμης – 1957, πραγματοποιείται η Τελωνειακή Ένωση μεταξύ των παραπάνω έξι Χωρών μελών.
- 1970: 22 Απριλίου. Σύμβαση του Λουξεμβούργου – 1970. Πρόκειται για την 1η Σύμβαση καθορισμού προϋπολογισμού.
- 1972: 22 Ιανουαρίου. Συνθήκη των Βρυξελλών – 1972 δια της οποίας προσχωρούν στην ΕΟΚ το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία και η Ιρλανδία με έναρξη εφαρμογής από 1-1-1973.
- 1975: Ιδρύεται το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, γνωστότερο ως «Περιφερειακό».
- 1975: 22 Ιουλίου Σύμβαση των Βρυξελλών – 1975 που αφορά την 2η Σύμβαση προϋπολογισμού και την ίδρυση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
- 1976: 20 Σεπτεμβρίου. Πράξη που αφορά την εκλογή των μελών της Συνέλευσης (του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) με καθολική ψηφοφορία.
- 1979: Θέσπιση Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος (ΕΝΣ) και της Ευρωπαϊκής νομισματικής μονάδας (ΕCU).
- 1979: 28 Μαΐου Συνθήκη των Αθηνών – 1979 δια της οποίας προσχωρεί η Ελλάδα από 1-1-1981.
- 1985: Συνθήκη της Μαδρίτης. Προσχώρηση της Ισπανίας με έναρξη εφαρμογής από 1-1-1986.
- 1985: Συνθήκη της Λισαβόνας. Προσχώρηση της Πορτογαλίας με έναρξη εφαρμογής από 1-1-1986.
- 1985: Δεκέμβριος – Λουξεμβούργο. Διάσκεψη Κορυφής στο Λουξεμβούργο, όπου και εγκρίνεται το κείμενο της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης (ΕΕΠ). Η ΕΕΠ μαζί με τις σχετικές δηλώσεις υπογράφεται στο Λουξεμβούργο στις 17 Φεβρουαρίου του 1986 και στη Χάγη στις 28 Φεβρουαρίου 1986. Μετά την κύρωση αυτής ακολουθεί το πρώτο πακέτο Ντελόρ.
- 1988: Ιούνιος. Σύνοδος Ανοβέρου. Συστήνεται τριμελής επιτροπή από τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ προκειμένου να καταρτισθεί ένα σχέδιο για τα τρία στάδια της Νομισματικής και Οικονομικής Ένωσης (ΟΝΕ).
- 1989: Ιούνιος Μαδρίτη. Σύνοδος Κορυφής. Εγκρίνεται το Σχέδιο Ντελόρ για την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων με έναρξη εφαρμογής το 1990.
- 1989: Δεκέμβριος Στρασβούργο. Αποφασίζεται να συνέλθει διακυβερνητική διάσκεψη με κύριο σκοπό την προπαρασκευή της νέας συνθήκης για την ΟΝΕ.
- 1990: Δεκέμβριος Ρώμη. Αποφασίζεται η ετοιμασία των σχεδίων των συνθηκών για την ΟΝΕ και την πολιτική ένωση μέχρι τη Σύνοδο του Μάαστριχτ στην Ολλανδία το 1991.
- 1991: Ιούνιος, Λουξεμβούργο. Διεξάγονται συζητήσεις επί των προτεινομένων παραπάνω σχεδίων.
- 1991: Δεκέμβριος. Στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας συνέρχεται το Συμβούλιο Κορυφής (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) και εγκρίνει το κείμενο της νέας Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
- 1992: 7 Φεβρουαρίου Σύνοδος Μάαστριχτ. Υπογράφεται η νέα Συνθήκη του Μάαστριχτ, στην οπίια και ορίζεται ότι μέχρι το τέλος του 1992 θα πρέπει να έχει κυρωθεί από όλες τις Χώρες Μέλη, σύμφωνα με τα συνταγματικά για κάθε Χώρα Μέλος οριζόμενα.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ θέτει τα θεμέλια του ευρώ
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος, του ευρώ. Ήταν το αποκορύφωμα διαβουλεύσεων που διήρκεσαν αρκετές δεκαετίες σχετικά με την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας στην Ευρώπη. Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ επίσης ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών. Ο κύριος στόχος της ΕΚΤ είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών, δηλαδή η διαφύλαξη της αξίας του ευρώ.
Η ιδέα για ένα ενιαίο νόμισμα στην Ευρώπη διατυπώθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’60 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ωστόσο, το σχέδιο ανακόπηκε εξαιτίας του ασταθούς οικονομικού τοπίου τη δεκαετία του ’70.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες επανέφεραν την ιδέα του ενιαίου νομίσματος το 1986, ενώ το 1989 δεσμεύτηκαν να ακολουθήσουν μια διαδικασία μετάβασης τριών σταδίων. Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ καθορίστηκαν επισήμως αυτά τα στάδια:
- Πρώτο Στάδιο (από την 1η Ιουλίου 1990 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1993): εισαγωγή ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων μεταξύ κρατών μελών
- Δεύτερο Στάδιο (από την 1η Ιανουαρίου 1994 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998): ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών κεντρικών τραπεζών και μεγαλύτερη ευθυγράμμιση των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών
- Τρίτο Στάδιο (από την 1η Ιανουαρίου 1999 έως σήμερα): σταδιακή εισαγωγή του ευρώ σε συνδυασμό με την άσκηση ενιαίας νομισματικής πολιτικής, για την οποία είναι αρμόδια η ΕΚΤ.
Ευρώ-Προϋποθέσεις
Κάθε χώρα που επιθυμούσε να υιοθετήσει το νέο νόμισμα έπρεπε να πληροί τα λεγόμενα «Κριτήρια Σύγκλισης» που προέβλεπε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Τα κριτήρια συμπεριλάμβαναν τέσσερις προϋποθέσεις:
- Οι ισοτιμίες του νομίσματος της κάθε χώρας πρέπει να παραμείνουν μέσα στη ζώνη που ορίζει ο Μηχανισμός Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ΜΣΙ) για δύο τουλάχιστον χρόνια.
- Τα μακροπρόθεσμα επιτόκια δεν μπορούν να ξεπερνάνε κατά περισσότερες από δύο ποσοστιαίες μονάδες τα επιτόκια των τριών πιο αποδοτικών κρατών μελών.
- Ο πληθωρισμός πρέπει να είναι κάτω από μια τιμή αναφοράς (μέσα σε 3 χρόνια οι τιμές δεν πρέπει να ξεπερνάνε κατά περισσότερο από 1,5% τις αντίστοιχες του πιο αποδοτικού κράτους μέλους).
- Το δημόσιο χρέος πρέπει να είναι μικρότερο από το 60% του ΑΕΠ ή να βαίνει προς αυτόν το στόχο (δηλαδή μπορεί να είναι μεγαλύτερο το ποσοστό, αλλά να έχει πτωτική τάση και να τείνει προς αυτό) και τα ελλείμματα του προϋπολογισμού μικρότερα από 3% του ΑΕΠ.
Τα κριτήρια αυτά τέθηκαν με απώτερο σκοπό την ομαλή ενοποίηση-σύγκλιση των κρατών μελών. Πριν τη συνθήκη είναι λογικό η κάθε χώρα να είχε τη δική της ανεξάρτητη οικονομία, ανάλογα με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), το Μέσο Εισόδημα και το καταναλωτικό προφίλ. Έτσι κρίθηκε απαραίτητο να τεθούν ορισμένα κριτήρια τα οποία θα εξασφάλιζαν την ομοιογένεια των χωρών.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ επικυρώνεται
Η Συνθήκη υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1992 από τους εκπροσώπους των ακόλουθων 12 χωρών: Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ελλάδα, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Λουξεμβούργο και Πορτογαλία.
Τα κοινοβούλια αυτών των χωρών στη συνέχεια επικύρωσαν τη Συνθήκη, σε ορισμένες περιπτώσεις κατόπιν δημοψηφίσματος. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, με την οποία ιδρύθηκε επισήμως η Ευρωπαϊκή Ένωση, τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1993.
Έκτοτε, 16 ακόμη χώρες έχουν ενταχθεί στην ΕΕ και έχουν υιοθετήσει τους κανόνες της Συνθήκης του Μάαστριχτ ή των συνθηκών που ακολούθησαν.
Στην Ελλάδα η συνθήκη επικυρώθηκε από τη Βουλή. Υπέρ της συνθήκης τάχτηκαν τα κόμματα ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Συνασπισμός και ΠΟΛΑΝ ενώ κατά της συνθήκης τάχθηκε μόνο το ΚΚΕ.
Οι συνέπειες της Συνθήκης του Μάαστριχτ
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ είχε τρεις σημαντικές συνέπειες. Η πρώτη ήταν η απρόβλεπτη ώθηση στο ΝΑΤΟ. Επειδή οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης δεν πληρούσαν τους περιοριστικούς όρους της Συνθήκης, λόγω των ασθενικών οικονομιών τους ή των εύθραστων νομικών και χρηματοπιστωτικών οργανισμών τους, για να ενταχθούν άμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ήλθε σαν αντιστάθμισμα η επέκταση της αμυντικής κοινότητας του ΝΑΤΟ προς ανατολάς με την ένταξη μιας ομάδας κρατών της Κεντρικής Ευρώπης. Η δεύτερη συνέπεια ήταν η συνειδητοποίηση των Ευρωπαίων καθώς προκλήθηκε έντονο ενδιαφέρον των Ευρωπαϊκών λαών «για τις μέχρι τότε αφανείς λειτουργίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ανώνυμης γραφειοκρατίας της». Παρά την έγκριση της Συνθήκης σε όλες τις χώρες, για πρώτη φορά ετέθη θέμα Ευρώπης στην εσωτερική πολιτική ατζέντα αρκετών χωρών. Τέλος, άνοιξε ο δρόμος της συνένωσης τουλάχιστον του δυτικού τμήματος της Ευρώπης. Οι χώρες που μέχρι τότε ανήκαν στην παλιά Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (Σουηδία, Αυστρία, Φινλανδία) έκαναν αίτηση προσχώρησης αφού δεν περιορίζονταν από την δέσμευση της ουδετερότητάς τους.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Συνθήκη_του_Μάαστριχτ
Πηγή: https://www.ecb.europa.eu/explainers/tell-me-more/html/25_years_maastricht.el.html