Η Στρατιά της Μικράς Ασίας αποτελούνταν από τρία Σώματα Στρατού, και από την Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση. Το Γενικό Στρατηγείο (αρχιστράτηγος ο αντιστράτηγος Γεώργιος Χατζηανέστης, αρχηγός του επιτελείου του ο υποστράτηγος Γεώργιος Βαλέτας, υπαρχηγός και διευθυντής του 3ου γραφείου της Στρατιάς ο συνταγματάρχης Μιχαήλ Πάσσαρης) είχε την έδρα του στη Σμύρνη. Τα τρία σώματα υπάγονταν κατευθείαν στον αρχιστράτηγο.

Το Α’ Σώμα (διοικητής ο υποστράτηγος Νικόλαος Τρικούπης, επιτελάρχης ο συνταγματάρχης του πυροβολικού Αλέξανδρος Μερεντίτης) αποτελούνταν από τις μεραρχίες 1η, 4η, 5η και 12η και ήταν ενισχυμένο με δύο συντάγματα, το 59ο και το 5/42 Ευζώνων. Το Β’ Σώμα (διοικητής ο υποστράτηγος Κίμων Διγενής, επιτελάρχης ο συνταγματάρχης πεζικού Ι. Βασιλακόπουλος) από τις μεραρχίες 2η, 7η, 9η, και 13η και από τις Στρατιωτικές Διοικήσεις Κιουτάχειας και Ουσάκ. Το Γ’ Σώμα (διοικητής ο υποστράτηγος Πέτρος Σουμίλας, επιτελάρχης ο συνταγματάρχης Ν. Σπυρόπουλος) από τις Μεραρχίες 3η, 10η, 11η, και Ανεξάρτητη, και από τη Στρατιωτική Διοίκηση Εσκί Σεχίρ. Η Μεραρχία Ιππικού (διοικητής ο υποστράτηγος Ανδρέας Καλλίνσκης, επιτελάρχης ο αντσυνταγματάρχης Αλ. Παπάγος) ήταν υπό τις άμεσες διαταγές της Στρατιάς. Διοικητής της Ανωτέρας Γενικής Στρατιωτικής Διοικήσεως ήταν ο υποστράτηγος Ανδρέας Πλατής.
Η συνολική δύναμη τροφοδοτούμενων της Στρατιάς ανερχόταν σε 220.000. Στη ζώνη «των πρόσω» βρίσκονταν 140.000 και από αυτούς οι μάχιμοι ήταν 80.000. Η στρατιά διέθετε 980 πολυβόλα, 2.592 οπλοπολυβόλα και 264 πυροβόλα. Διέθετε επίσης αεροπορικό στόλο από 55 αεροσκάφη διαφόρων τύπων, τα περισσότερα αναγνωριστικά.
Η κατάσταση της Στρατιάς από την άποψη της πειθαρχίας και ιδίως του ηθικού των στρατιωτών δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητική. Το ηθικό του Ελληνικού Στρατού κατά την ανάληψη της Μικρασιατικής Εκστρατείας ήταν υψηλό. Προϊόντος όμως του χρόνου υπέστη κάμψη και τον Αύγουστο του 1922 βρισκόταν σε χαμηλό επίπεδο. Ο Διχασμός που ταλάνισε την κυρίως Ελλάδα είχε συνέπειες και στο ηθικό του στρατού που επιχειρούσε στη Μικρά Ασία.
Ακόμη οι επιχειρήσεις στην Άγκυρα το διάστημα πριν το καλοκαίρι του 1922 και η αποτυχία τους να συντρίψουν τον κεμαλικό στρατό και οι απώλειες στις επιχειρήσεις έκαμψαν ακόμη περισσότερο το ηθκό των Ελλήνων στρατιωτών. Η χρονίζουσα και αβέβαιη πολεμική κατάταση προκάλεσαν απειθαρχία στους στρατιώτες. Τα νέα που έρχονταν από την κυρίως Ελλάδα για μη τιμωρία των ανυπότακτων ή των λιποτακτών, προκάλεσαν μεγάλο αριθμό λιποταξιών στο στράτευμα της Μικράς Ασίας. Η Διοίκηση προσπαθούσε να λάβει μέτρα ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των στρατιωτών στη Μικρά Ασία, αλλά ως φάνηκε, δεν ήταν αρκετά.
Η κατάσταση του ηθικού ήταν διαφορετική από μονάδα σε μονάδα, καθώς επηρεάζονταν από πολλούς παράγοντες και ιδίως από την αξία των διοικητών τους και την κατηγορία των οπλιτών. Όπως αποδείχθηκε κατά τις μέρες σκληρής δοκιμασίας της Στρατιάς, 13 Αυγούστου 1922 και στις αμέσως επόμενες, υπήρξαν πολλές μονάδες, που, οδηγούμενες από ικανούς αξιωματικούς, παρουσίασαν αγωνιστική διάθεση είχαν εξαιρετική πολεμική απόδοση. Οπωσδήποτε ο μέσος όρος του ηθικού καθιστούσε τη Στρατιά ακατάλληλη για την ανάληψη επιθετικού αγώνα ευρείας κλίμακας.