Η παλαιοανακτορική περίοδος στην Κρήτη χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του «αστικού» βίου με τη μνημειώδη αρχιτεκτονική και την εκλεπτυσμένη ζωή. Τότε χτίζονται τα ανάκτορα στην Κνωσό, την Φαιστού, τα Μάλια και τη Ζάκρο. Μικρότερα ανάκτορα υπάρχουν στο Μοναστηράκι Αμαρίου και στην περιοχή των Χανίων. Τα ανάκτορα αυτά ακολουθούν παράλληλη εξέλιξη και η ζωή τους διαρκεί περίπου δύο αιώνες.
Στις πόλεις της Κρήτης αναπτύσσονται ισχυροί τοπάρχες, γόνοι μεγάλων γενών, μικροί τοπικοί βασιλείς. Οι σχέσεις των βασιλέων μεταξύ τους πρέπει να ήταν ειρηνικές. Η ειρήνη και η συνεργασία των Κρητών βασιλέων προέκυψε πιθανόν από εξωτερικούς κινδύνους λόγω της μετακίνησης λαών στις περιοχές του Αιγαίου και τα μικρασιατικά παράλια, που φόβισαν του βασιλείς της Κρήτης. Ο κύριος δυνάστης ήταν ο βασιλιάς της Κνωσού, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ότι οι υπόλοιποι βασιλείς ήταν υποταγμένοι σε εκείνον. Το πιθανότερο είναι να ήταν ο πρώτος μεταξύ ίσων. Η κοινωνική ιεραρχία ήταν ήδη εδώ, όπως και η σαφής διάκριση των τάξεων. Η δουλεία ήταν θεσμός και στην Κρήτη, όπως στην Αίγυπτο.
Η οικονομία της Κρήτης γνωρίζει μεγάλη ακμή κατά την παλαιοανακτορική περίοδο. Το εμπόριο κατέχει τη πρώτη θέση. Είχαν ήδη τεθεί οι βάσεις της «μινωικής θαλασσοκρατίας», κάτι που αναφέρει και ο Θουκυδίδης. Η τέχνη ακολουθεί τα βήματα της προανακτορικής περιόδου, με πιο περίτεχνα σχέδια. Συνδυάζεται η καλαισθησία με την καθημερινή χρήση των αγγείων στην κεραμεική. Η κοσμητική έφτασε σε μεγάλη δόξα, με έργα του γυναικείου καλλωπισμού.
Οι θρησκευτικές αντιλήψεις δεν φαίνεται να διαφέρουν από την προηγούμενη περίοδο. Λατρεύεται η προσωποποιημένη φύση με τη μορφή της Μεγάλης Θεάς Μητέρας. Προσωποποιείται επίσης και τιμάται ο βλαστικό κύκλος του έτους με τη μορφή νεαρού Θεού που πεθαίνει και ξαναγεννιέται. Ναοί δεν υπάρχουν και η λατρεία που είναι ανεικονική γίνεται σε σπήλαια ή σε κορυφές βουνών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει την εποχή αυτή η ταφή των νεκρών. Εγκαταλείπονται σιγά σιγά οι ομαδικοί τάφοι της προηγούμενης περιόδου και συνηθίζονται οι ατομικές ταφές σε λάρνακες ή σε πίθους. Παλαιοί θολωτοί τάφοι χρησιμοποιούνται ακόμη, ενώ χτίζονται και λίγοι νέοι.
Η παλαιοανακτορική περίοδος λήγει περίπου το 1700π.Χ., οπότε σημειώθηκε μια αιφνίδια καταστροφή των μινωικών ανακτόρων. Άλλοι αποδίδουν την καταστροφή στην εισβολή του πρωτοϊνδοευρωπαϊκού λαού, των Λουβίων, που ήρθε από την Ανατολία, άλλοι στην επιδρομή των Υκσώς της Αιγύπτου, άλλοι σε εσωτερική κρίση και έκρηξη εμφυλίου πολέμου, άλλοι σε σεισμό που έπληξε το νησί. Το πιο πιθανό είναι η έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης και ο σεισμός που προκάλεσε να είναι η αιτία για την καταστροφή των ανακτόρων.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών