Η ναυμαχία του Αρτεμισίου (480 π.Χ.)

Η Ναυμαχία του Αρτεμισίου, που διεξήχθη παράλληλα με τη μάχη των Θερμοπυλών, είναι θαλάσσια σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Περσών, κατά τη δεύτερη περσική εισβολή.

Οι Πέρσες ξεκίνησαν, υπό την ηγεσία του Ξέρξη Α’, εισβολή στην Ελλάδα, με στόχο να αποκαταστήσουν το γόητρο τους μετά την ήττα από τους Αθηναίους στον Μαραθώνα, το 490 π.Χ. Ο Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός Θεμιστοκλής πρότεινε στους Έλληνες να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες στους στενούς χώρους των Θερμοπυλών και του Αρτεμισίου.

Η Ναυμαχία του Αρτεμισίου, που διεξήχθη παράλληλα με τη μάχη των Θερμοπυλών, είναι θαλάσσια σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Περσών, κατά τη δεύτερη περσική εισβολή.
Ελληνικές και περσικές κινήσεις στη ναυμαχία του Αρτεμισίου

Τα γεγονότα πριν τη ναυμαχία του Αρτεμισίου

Το 480 π.Χ, συγκλήθηκε νέο συνέδριο. Μια αντιπροσωπεία από τη Θεσσαλία πρότεινε στους Έλληνες να σταματήσουν τον Ξέρξη στα Στενά των Τεμπών. Ωστόσο, οι Πέρσες έμαθαν από τον Αλέξανδρο Α’ της Μακεδονίας ότι η κοιλάδα θα μπορούσε να παρακαμφθεί μέσω του Περάσματος του Σαρανταπόρου, και λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους του περσικού στρατού, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν. Λίγο αργότερα, έμαθαν ότι ο Ξέρξης διέσχισε τον Ελλήσποντο. Τότε, ο Θεμιστοκλής πρότεινε μια διαφορετική στρατηγική στους συμμάχους. Ο Ξέρξης θα αναγκαζόταν να περάσει από τις Θερμοπύλες για να φτάσει στη Νότια Ελλάδα. Για αυτό, ο Θεμιστοκλής πρότεινε στους Έλληνες να κλείσουν το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών, όπου οι Πέρσες δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την αριθμητική υπεροχή τους. Παράλληλα, οι Αθηναίοι θα αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο στο Αρτεμίσιο. Αυτό το σχέδιο έγινε δεκτό από τους Έλληνες. Ωστόσο, οι πόλεις της Πελοποννήσου, σε περίπτωση αποτυχίας του σχεδίου, σχεδίαζαν να υπερασπιστούν τον Ισθμό της Κορίνθου, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά των Αθηναίων θα έφευγαν μαζικά στην Τροιζήνα.

Όταν έγινε γνωστή η προέλαση του περσικού στρατού κατά μήκος της ακτής του Ολύμπου (τέλη Ιουλίου ή αρχές Αυγούστου), οι Έλληνες έπλευσαν στο Αρτεμίσιο – από όπου μπορούσαν να φύγουν γρήγορα σε περίπτωση ανάγκης. Οι Έλληνες έστειλαν τρία πλοία στη Σκιάθο, με σκοπό να προειδοποιήσουν τους υπόλοιπους για την εμφάνιση του περσικού στόλου. Μετά από δύο εβδομάδες, δέκα τριήρεις από τη Σιδώνα έφθασαν στη Σκιάθο – οι υπόλοιποι Έλληνες έμαθαν για την παρουσία τους χάρη σε πυρσούς. Σε σύγκρουση που ακολούθησε, δύο από τα ελληνικά πλοία καταστράφηκαν με το τρίτο να υποχωρεί. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Έλληνες δεν ήταν σίγουροι ότι το μήνυμα του πυρσού εννοούσε την άφιξη του περσικού στόλου, για αυτό και οι Αθηναίοι έπλευσαν στο Αρτεμίσιο. Μόλις κατάλαβαν ότι ο περσικός στόλος δεν έφτασε εκείνη τη μέρα, οι Έλληνες κινήθηκαν στη Χαλκίδα, φυλάγοντας τον Εύριπον, και άφησαν ημεροσκόπους στα ψηλά της Εύβοιας.

Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι οι Έλληνες ερμήνευσαν λανθασμένα τα μηνύματα των πυρσών και πίστεψαν ότι οι Πέρσες έπλευσαν ανατολικά της Σκιάθου, με σκοπό να πλεύσουν στα ανατολικά της Εύβοιας – είτε οι Έλληνες κατάσκοποι, οι οποίοι έστειλαν τα μηνύματα, θεώρησαν ότι οι Πέρσες έπλευσαν ανατολικά της Σκιάθου. Ο περσικός στόλος μπορούσε να πλεύσει γύρω από την Εύβοια, να κινηθεί στην Αττική και να επιτεθεί στο Αρτεμίσιο, με αποτέλεσμα να παγιδεύσει τους Έλληνες και να μην τους επιτρέψει να υποχωρήσουν – ωστόσο, η υποχώρηση των Ελλήνων στη Χαλκίδα είχε ως αποτέλεσμα οι Έλληνες να γλιτώσουν από πιθανή παγίδα των Περσών στην Εύβοια και τους είχε δώσει τη δυνατότητα να επιστρέψουν στο Αρτεμίσιο.

Μετά από δέκα ημέρες, οι Πέρσες έφθασαν στις Θερμοπύλες – σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είχαν πολύ μεγάλο στρατό και στόλο. Ωστόσο, οι Πέρσες αποφάσισαν να μην επιτεθούν. Την επόμενη ημέρα, ο περσικός στόλος έφτασε κοντά στο Αρτεμίσιο (με κατεύθυνση τη Μαγνησία), αλλά λόγω καταιγίδας, κατέληξαν σε ορεινή ακτή. Μέσα σε δύο μέρες, οι Πέρσες έχασαν το ένα τρίτο των πλοίων τους (400 πλοία), ενώ το περσικό πεζικό συνέχιζε να περιμένει τους Έλληνες να διασκορπιστούν στις Θερμοπύλες.

Μια μέρα μετά τη λήξη της καταιγίδας, ο ελληνικός στόλος επέστρεψε στο Αρτεμίσιο. Αργότερα, οι Πέρσες ξεκίνησαν την επίθεση κατά των Ελλήνων στις Θερμοπύλες – παράλληλα, ο περσικός στόλος αγκυροβόλησε τα πλοία του απέναντι από το Αρτεμίσιο (ο Ηρόδοτος δίνει το όνομα Ἀφέται για την περιοχή αυτή – σήμερα εκεί βρίσκεται η Άφυσσος), αν και δεκαπέντε πλοία, που βρέθηκαν στις ελληνικές γραμμές, καταστράφηκαν. Παρ’ ολ’ αυτά, οι Πέρσες είχαν τρεις φορές περισσότερα πλοία από ό,τι οι Έλληνες, γι’ αυτό και οι τελευταίοι σχεδίαζαν να αποσυρθούν. 

Εκείνη την ημέρα, ένας δύτης και λιποτάκτης του περσικού στόλου, έφθασε στο ελληνικό στρατόπεδο – ενημέρωσε τους Έλληνες ότι οι Πέρσες έστειλαν διακόσια πλοία γύρω από την Εύβοια, με σκοπό να εμποδίσουν την υποχώρηση των Ελλήνων. Από την πλευρά τους, οι Πέρσες δεν ήθελαν να επιτεθούν στους Έλληνες, καθώς ήταν πεπεισμένοι ότι οι τελευταίοι θα υποχωρούσαν, γι’ αυτό επιχείρησαν να τους παγιδεύσουν. Οι Έλληνες αποφάσισαν να φύγουν κατά το σούρουπο, ώστε οι Πέρσες να μην μάθουν το σχέδιο τους.

Οι Έλληνες φαίνεται να κατάλαβαν ότι τους δινόταν η ευκαιρία να καταστρέψουν ένα μέρος του περσικού στόλου. Σύμφωνα με σύγχρονους ιστορικούς, οι Έλληνες σκόπευαν να παγιδεύσουν τους Πέρσες, αφού τα υπόλοιπα ελληνικά πλοία στην Αττική θα ακολουθούσαν τους Πέρσες, καθώς αυτοί θα έμπαιναν στα Στενά της Εύβοιας από τα νότια – είτε θα παγίδευαν τους Πέρσες, καθώς αυτοί θα περνούσαν από το Αρτεμίσιο, έχοντας σκοπό να φθάσουν στην Άφυσσο. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ήθελαν να δείξουν ότι θα έμεναν στο Αρτεμίσιο – ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι θα ήταν καλή ευκαιρία για αυτούς να αξιολογήσουν τον περσικό στόλο. Οι Έλληνες περίμεναν μέχρι αργά το απόγευμα, για να μην εμπλακούν σε σοβαρή σύγκρουση και υποστούν βαριές απώλειες – αυτό το γεγονός σήμαινε την αρχή της ναυμαχίας.

Στρατηγική και τακτική της ναυμαχίας του Αρτεμισίου

Όσον αφορά τη στρατηγική, η αποστολή των Ελλήνων ήταν απλή – να προστατεύουν τον στρατό στις Θερμοπύλες μέσω θαλάσσης χωρίς να διαλυθούν. Οι Πέρσες επίσης είχαν απλή στρατηγική – να ενισχύσουν τη θέση τους στις Θερμοπύλες ή στο Αρτεμίσιο ή να υπερφαλαγγίσουν τους Έλληνες (κάτι που στο Αρτεμίσιο ήταν πιο εύκολο). Οι Έλληνες είχαν διαλέξει το Αρτεμίσιο για να παρακολουθούν τέτοιες κινήσεις, καθώς αν είχαν ως καθοριστικό παράγοντα τη στενότητα του χώρου, μπορούσαν να είχαν διαλέξει την Ιστιαία.

Οι Πέρσες είχαν πλεονέκτημα, λόγω αριθμητικής υπεροχής και περισσότερων ποιοτικών πλοίων. Οι Πέρσες, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, είχαν καλύτερους ναυτικούς – τα περισσότερα αθηναϊκά πλοία (και κατ’ επέκταση το μεγαλύτερο μέρος του στόλου) είχαν δημιουργηθεί πρόσφατα και τα πληρώματα τους δεν ήταν έμπειρα. Η πιο κοινή θαλάσσια τακτική στην Μεσόγειο αυτό τον καιρό ήταν ο εμβολισμός (οι τριήρεις ήταν εξοπλισμένες με ένα έμβολο), ή η χρησιμοποίηση οπλιτών (επιβατών, όπως οι σημερινοί πεζοναύτες). Οι Πέρσες και οι Έλληνες της Μικράς Ασίας είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν έναν ελιγμό που ήταν γνωστός ως «διέκπλους». Κατά τον ελιγμό αυτόν, το πλοίο εισχωρούσε σε κενό μεταξύ πλοιών της εχθρικής παράταξης και έστρεφε απότομα, εμβολίζοντας το εχθρικό πλοίο στα πλευρά. Οι Πέρσες είχαν αρκετά έμπειρους ναυτικούς για τον ελιγμό αυτό, αλλά οι Έλληνες είχαν σχεδιάσει μια τακτική για να τον εξουδετερώσουν.

Υπήρξαν πολλές συζητήσεις σχετικά με το αξιόμαχο του ελληνικού και του περσικού στόλου. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι τα ελληνικά πλοία ήταν βαρύτερα, άρα και λιγότερο ευέλικτα. Σύμφωνα με σύγχρονους ιστορικούς, τα ελληνικά πλοία ήταν βαρύτερα εκ κατασκευής ή δεν είχαν στεγνώσει από τον χειμώνα. Άλλοι αναφέρουν ότι το μεγάλο βάρος των ελληνικών πλοίων προερχόταν από το βάρος των οπλιτών (επιβατών), είκοσι από τους οποίους φαίνεται να ζύγιζαν (με τον εξοπλισμό τους) δύο τόνους. Το μεγάλο βάρος θα μείωνε τις πιθανότητες των Ελλήνων να αποκρούσουν τον διέκπλουν. Παρ’ ολ’ αυτά, φαίνεται ότι οι Έλληνες είχαν περισσότερους από το κανονικό οπλίτες, γιατί η κύρια τακτική τους ήταν η επιβίβαση. Πράγματι, ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Έλληνες δεν βύθιζαν πλοία στο Αρτεμίσιο, αλλά τα αιχμαλώτιζαν.

Αποτελέσματα της ναυμαχίας του Αρτεμισίου

Οι Πέρσες έμαθαν για την υποχώρηση των Ελλήνων από την Ιστιαία, αλλά δεν πίστεψαν τους αγγελιαφόρους – τότε έστειλαν μερικά πλοία στην περιοχή, και έμαθαν ότι οι Έλληνες είχαν υποχωρήσει στην πραγματικότητα από το Αρτεμίσιο. Τότε, αποφάσισαν να καταστρέψουν την περιοχή. Ο στόλος των Ελλήνων κατευθύνθηκε στη Σαλαμίνα, με σκοπό να βοηθήσει την εκκένωση της Αττικής.

Μετά τη νίκη τους στις Θερμοπύλες, οι Πέρσες κατέστρεψαν τη Βοιωτία, τις Πλαταιές και τις Θεσπιές, ενώ αργότερα κινήθηκαν για να καταλάβουν την άδεια Αθήνα. Στη Σαλαμίνα, ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Ευρυβιάδης και οι υπόλοιποι Πελοποννήσιοι επέμεναν να προστατεύσουν τον Ισθμό της Κορίνθου, καταστρέφοντας τον μοναδικό δρόμο που οδηγούσε εκεί και χτίζοντας τείχος γύρω από αυτό. Παρ’ ολ’ αυτά, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους Έλληνες να παραμείνουν στη Σαλαμίνα, και τελικά οι Έλληνες πέτυχαν αποφασιστική νίκη.

Σημασία της ναυμαχίας του Αρτεμισίου

Η ναυμαχία του Αρτεμισίου δεν θεωρείται σημαντική, καθώς οι Έλληνες δεν κατάφεραν να σταματήσουν τον περσικό στόλο – από την άλλη, ούτε οι Πέρσες κατάφεραν να καταστρέψουν ή να αποδυναμώσουν τον ελληνικό στόλο. Κατά τον Ηρόδοτο, αποτελούσε την πρώτη εμπειρία για τα ελληνικά πληρώματα, η οποία αποδείχθηκε αποφασιστική στη ναυμαχία της Σαλαμίνας – οι Έλληνες είχαν μάθει τις τακτικές των Περσών.

Πηγή: https://www.ekdotikeathenon.gr/istopia-toy-ellhnikoy-ethnoys-p16.html

2 Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *