Η Νάξος, το μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων, είναι ορεινή. Πρωτεύουσα και λιμάνι είναι η Νάξος ή Χώρα. Άλλοι παράλιοι οικισμοί είναι οι Αγία Άννα, Άγιος Προκόπιος, ο Απόλλωνας, η Μικρή Βίγλα και η Μουτσούνα. Μεσόγειοι οικισμοί είναι οι Άγιος Αρσένιος, Απείρανθος, Εγγαρές, Κορωνίδα, Κόρωνος, Μέλανες, Σαγκρί, Τραγαία και Φιλότι.
Η Νάξος είναι μία από τις περιοχές που διεκδικούν την «ιθαγένεια» του θεού του κρασιού, καθώς η μυθολογία λέει ότι με εντολή του Δία ο θεός ανατράφηκε στο βουνό Νύσα. Εκτός από τη Νάξο, όμως, Νύσα υπάρχει και τις Μικρά Ασία, Βοιωτία, Παρνασσό, Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη, Εύβοια, Λιβύη, Αίγυπτο και αλλού.
Στα υπέρ της Νάξου είναι ο μύθος που συνδέει το Βάκχο με τον Θησέα και την Αριάδνη, την κόρη του Μίνωα. Ο Θησέας αφού σκότωσε το Μινώταυρο μπήκε στο πλοίο για να επιστρέψει στην Αθήνα και η Αριάδνη τον ακολούθησε. Έπιασαν λιμάνι στη Νάξο, την Αριάδνη την πήρε ο ύπνος στην ακρογιαλιά. Όταν ξύπνησε ανακάλυψε ότι ο αγαπημένος της την εγκατέλειψε στο νησί και αυτοκτόνησε. Άλλος μύθος λέει ότι την είδε ο Διόνυσος και ζήτησε από τον Θησέα να την αφήσει. Ο τελευταίος υπάκουσε στη θεϊκή εντολή. Ο θεός την πήρε μαζί του στον Όλυμπο. Κάποιοι υποστήριξαν ότι αυτήν την ιστορία με τον Διόνυσο την επινόησαν οι Αθηναίοι για να ξεπλύνουν την ντροπή του ήρωα τους.
Στα 3200π.Χ., στη Νάξο κατοικούσε ένας μικρόσωμος λαός που ανήκε στο λεγόμενο μεσογειακό υπόστρωμα. Οι κάτοικοι ζούσαν σε ανοχύρωτο παράλιο οικισμό και είχαν ανεπτυγμένη ναυτιλία. Γύρω στα 2500π.Χ., κάποιος εξωτερικός κίνδυνος τους ανάγκασε να αποσυρθούν στους λόφους, σε οχυρωμένους οικισμούς.
Τα επόμενα 600 χρόνια, γύρω στο 1900π.Χ., ήταν ναυτικοί, έμποροι και πειρατές. Η Νάξος γνώρισε ακμή και πλούτο. Στη μινωική εποχή, δέχτηκε αποίκους από την Κρήτη. Τον 14ο αιώνα π.Χ., υπήρχαν στη Νάξο εγκαταστάσεις Αχαιών. Στα μέσα του 13ου αιώνα είχαν συστήσει «κοινή» με τους κατοίκους της Αττικής και των γύρω νησιών. Τον 12ο αιώνα π.Χ. κοσμούσαν τα αγγεία τους με τη μυκηναϊκή εικονιστική διακόσμηση.
Οι Ίωνες έφτασαν στη Νάξο μετά το 1000π.Χ. Οικιστές του νησιού ήταν οι Τήλεκλος και Αρχέτιμος. Οι επόμενοι αιώνες για τη Νάξο αποδείχτηκαν δύσκολοι. Κάποιοι κάτοικοι της Νάξου μαζί με Χαλκιδείς ξενιτεύτηκαν στη Σικελία και έφτιαξαν αποικία που την ονόμασαν Νάξο.
Η Νάξος γνώρισε καινούργια ακμή ανάμεσα στα 700 και στα 500π.Χ., όταν ο ανταγωνισμό ς της με τη γειτονική Πάρο, και τη Μίλητο, στις θάλασσες, την κατέστησε πλούσια, ισχυρή και με τη δυνατότητα, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, να παρατάξει στρατό από 8.000 οπλίτες. Μηχανορραφίες όμως κατέστησαν το νησί υπόδουλο στους Πέρσες ως το 479π.Χ.
Η Νάξος αφού απαλλάχθηκε από τους Πέρσες εντάχθηκε στην Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία. Ως ισχυρή πόλη, δεν πλήρωνε «συμμαχικό φόρο» αλλά συνεισέφερε επανδρωμένα πλοία. Στα 469π.Χ. ήταν η πρώτη που αποστάτησε. Τρία χρόνια αργότερα και έπειτα από μακρά πολιορκία, οι Αθηναίοι την κατέλαβαν. Στα 454π.Χ., ο Περικλής έστειλε 500 κληρούχους να μοιραστούν στη Νάξο και στην Πάρο. Μετά από μισό αιώνα οι νικητές στον πελοποννησιακό πόλεμο εγκατέστησαν σπαρτιατική φρουρά στο νησί. Η κατοχή εξελίχθηκε σε συμμαχία. Συμμαχικός στόλος της Σπάρτης και της Νάξου προχώρησε σε επίθεση εναντίον της Αθήνας το 376π.Χ. Ο αθηναϊκός στόλος, όμως, εμφανίστηκε στη Νάξο και την κατέλαβε. Με διάλειμμα ενός χρόνου, όταν πέρασε στη επιρροή του επιρροή της Θήβας, η αθηναϊκή κατοχή κράτησε περίπου 40 χρόνια και οι κάτοικοι της Νάξου υποχρεώνονταν να πηγαίνουν στην Αθήνα για να δικαστούν.
Στα 338π.Χ. τους Αθηναίους υποδέχτηκαν οι Μακεδόνες και αυτούς οι Πτολεμαίοι της Αιγύπτου (315π.Χ.), ενώ το 41π.Χ. πέρασε στην κατοχή των Ρωμαίων. Τη βυζαντινή περίοδο, νέα πόλη χτίστηκε στα νότια του νησιού, το οποίο λεηλατήθηκε από Σαρακηνούς πειρατές (650μ.Χ.).
Στα 1204, ο δρόμος της 4ης σταυροφορίας με προορισμό τους Αγίους Τόπους περνά από τη Νάξο. Μετά τη άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι Βενετοί άρχισαν να διανέμουν τα εδάφη της πάλαι ποτέ Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο Μάρκος Σανούδος ανέλαβε να πάρει τα νησιά των Κυκλάδων. Τα κυρίευσε και έστησε το δουκάτο του Αιγαίου. Πρωτεύουσα του ορίστηκε η Νάξος. Ο ίδιος αναγορεύτηκε δούκας. Ο Μάρκος Σανούδος παντρεύτηκε την αδελφή του αυτοκράτορα της Νίκαιας, Θεόδωρου Α’ Λασκάρεως.
Η Βενετοκρατία στη Νάξο καταλύθηκε το 1537, χρονιά που ο Αλγερίνος ναύαρχος πειρατής Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα πήρε τη Νάξο. Στα 1566 ο Σελίμ τη χάρισε στον Εβραίο τραπεζίτη Ιωσήφ Νάζι. Μετά το θάνατο του τραπεζίτη η Νάξος εντάχθηκε στις επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ένα περίεργο καθεστώς με Φράγκους γαιοκτήμονες, βενετικά αξιώματα ανακατεμένα με τούρκικα και Έλληνες ελεύθερους και δουλοπάροικους ακολούθησε. Ταυτόχρονα, όμως, οι Έλληνες πρόκριτοι εξασφάλισαν από την αρχή πλήθος προνόμια. Στους επόμενους αιώνες Βενετοί και Γάλλοι, τυχοδιώκτες προσπάθησαν να κυριεύσουν το νησί, το οποίο βρέθηκε υπό ρωσική κατοχή στα 1770 με 1774.
Στην Επανάσταση του 1821 δεν μετείχε η Νάξος, καθώς οι Έλληνες εμποδίστηκαν από το λατινικό στοιχείο το οποίο ακόμη πλειοψηφούσε στο νησί. Στα 1824, έφτασαν να διώξουν τους αντιπροσώπους των Ελλήνων. Στα χρόνια των δικτατόρων (Μεταξά και Παπαδόπουλου) η Νάξος έγινε τόπος εξορίας των πολιτικών τους αντιπάλων.
[…] Φράγκους η Θήρα έγινε βενετική κτήση του δουκάτου της Νάξου. Την είπαν Σάντα Ειρήνη (Αγία Ειρήνη) και από εκεί […]