Η μεταπολίτευση του 411π.Χ. αφορά την αλλαγή του πολιτεύματος στην Αθήνα από δημοκρατία σε ολιγαρχία, μετά την συντριπτική ήττα της Αθηναϊκής συμμαχίας στην Σικελία στα πλαίσια του Πελοποννησιακού πολέμου. Το έδαφος θεωρήθηκε πρόσφορο από τους ολιγαρχικούς Αθηναίους, οι οποίοι σκόπευαν από καιρό ένα πραξικόπημα.
Οι αριστοκρατικές εταιρείες από χρόνια συνωμοτούσαν για να ανατρέψουν το δημοκρατικό πολίτευμα στην Αθήνα. Για την εκτέλεση των σχεδίων τους κατέφευγαν σε φανατισμένες ομάδες νέων που δεν δίσταζαν να φτάσουν ως τον φόνο, για να εξολοθρεύσουν επικίνδυνους πολιτικούς αντιπάλους. Πρώτο θύμα τους ήταν ο Ανδροκλής, αλλά και άλλοι αντίπαλοι τους. Με αυτόν τον τρόπο ενθάρρυναν τους φίλους τους και τρομοκράτησαν τους εχθρούς τους. Στράφηκαν προς τους πολλούς πολίτες, που παρακολουθούσαν διστακτικοί τα πράγματα και κυκλοφόρησαν το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων τους, που, κατά τη γνώμη τους, ήταν απαραίτητες για την σωτηρία της πόλης: να εισπράττουν μισθό μόνο εκείνοι που στρατεύονταν και να περιορισθεί ο αριθμός των ενεργών πολιτών σε αυτούς μόνο που «χρήμασι και σώμασι» ήταν σε θέση να ωφελούν περισσότερο την πόλη.
Παρ’ όλη την απροκάλυπτη ανταρσία των ολιγαρχικών το δημοκρατικό πολίτευμα συνέχιζε να λειτουργεί, τυπικά τουλάχιστον. Η Εκκλησία του δήμου μπορούσε να συνέρχεται και η Βουλή των πεντακοσίων να συνεδριάζει, αλλά μόνο οι ολιγαρχικοί τολμούσαν να αγορεύσουν και η τρομοκρατία των στασιαστών ασκούσε έλεγχο τόσο αποτελεσματικό ώστε τα νόμιμα όργανα της δημοκρατίας δεν διακινδύνευαν να αποφασίσουν τίποτα χωρίς την συγκατάθεση των συνωμοτών.
Η δύναμη των ολιγαρχικών βασιζόταν στη μυστικότητα της οργάνωσής τους. Κανείς δεν ήξερε ούτε ποιοι ούτε πόσοι ήταν. Επειδή η Αθήνα ήταν μια πολύ μεγάλη και πολυάνθρωπη πόλη όπου οι γνωριμίες ήταν επιπόλαιες και πρόσκαρες, ο καθένας υποπτευόταν τον γείτονα του και δεν εκδήλωνε την αγανάκτησή του. Έτσι η αμοιβαία δυσπιστία των δημοκρατικών οδήγησε στην πτώση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Την ημέρα που είχε ορισθεί συνήλθε ο δήμος, όχι στην Πνύκα, αλλά στον Κολωνό. Τότε οι συγγραφείς πρότειναν τα εξής: Οι πρυτάνεις να θέτουν σε ψηφοφορία όλες ανεξαιρέτως τις προτάσεις που θα κάνουν οι πολίτες για τη σωτηρία της πόλης, να μην κινδυνεύουν να διωχθούν με γραφές παρανόμων» όσοι προτείνουν μεταρρυθμίσεις που αντιβαίνουν στο υπάρχον πολίτευμα.
Αφού παραμερίζονταν τα νομικά κωλύματα της μεταπολίτευσης και επιβάλλονταν έκτακτα μέτρα οι συγγραφείς παρουσίασαν το ολιγαρχικό πρόγραμμα: Να απαγορευθούν όλες οι άλλες δαπάνες εκτός από τις πολεμικές. Όσο διαρκεί ο πόλεμος να καταργηθεί η «μισθοφορά» με εξαίρεση τους Εννέα άρχοντες και τους πρυτάνεις που θα εισπράττουν μόνο αυτοί τρεις οβολούς την ημέρα. Όλη η πολιτική εξουσία να ανατεθεί ως το τέλος του πολέμου σε 5.000 πολίτες σε αυτούς δηλαδή που «τοις τε χρήμασι και σώμασι ωφελείν οιοί τε ώσι». Αυτοί θα έχουν και απόλυτο δικαίωμα να συνάπτουν συνθήκες με όποιους θέλουν. Οι συγγραφείς πρότειναν και την εκλογή 100 «καταλογέων», δέκα από κάθε φυλή, που θα κατήρτιζαν τον οριστικό κατάλογο των 5.000 πολιτών.
Το νέο πολίτευμα που προτάθηκε καταργούσε τη μισθοφορά των βουλευτών, όριζε τους άρχοντες που θα εκλέγονταν από τη Βουλή και που θα ήταν μέλη της και τις άλλες κληρωτές αρχές. Οι ανώτατες αρχές, δηλαδή οι Εννέα άρχοντες και οι αξιωματούχοι του στρατού, στρατηγοί, ταξίαρχοι, ίππαρχοι, φύλαρχοι κλπ. θα εκλέγονταν στο εξής από τη Βουλή. Οι ενεργοί πολίτες θα κατανέμονταν ύστερα από κλήρωση σε ομάδες 400 μελών που κάθε χρόνο, εκ περιτροπής, θα αποτελούσαν τη Βουλή. Όποιος βουλευτής θα απουσίαζε χωρίς άδεια από τις συνεδριάσεις θα υποβαλλόταν σε πρόστιμο.
Αυτό θα ήταν το οριστικό πολίτευμα. Επειδή όμως η άμεση εφαρμογή του δεν ήταν δυνατή, οι εκατό προέβλεψαν την σύσταση της προσωρινής βουλής ως μεταβατικό τρόπο διακυβέρνησης; ο καθένας διάλεξε άλλους τρεις από πολίτες που προέκριναν οι φυλές για να συναποτελέσουν βουλή 400 μελών. Έτσι αποφασίστηκε: Κατά τα πάτρια να λειτουργεί Βουλή των τετρακοσίων, αφού κάθε φυλή επιλέξει 40 μέλη της άνω των τριάντα ετών, οι τετρακόσιοι να εκλέξουν τους άρχοντες που θα διοικούσαν την πόλη χωρίς όμως να μεταβάλουν τους νόμους που θεσπίστηκαν, προσωρινά οι στρατηγοί να εκλέγονται από όλους τους ενεργούς πολίτες, αλλά από το επόμενο έτος να τους εκλέγει η Βουλή σύμφωνα με το οριστικό πολίτευμα. Τέλος, κανείς να μην έχει δικαίωμα να ασκήσει περισσότερο από μία φορα το ίδιο αξίωμα εκτός από εκείνο του στρατηγού και του βουλευτή.
Όλη η εξουσία περιήλθε τυπικά στις τρεις πρώτες τάξεις, αλλά ουσιαστικά σε ανεξέλεγκτο σώμα τετρακοσίων ολιγαρχικών. Αφού κυρώθηκαν οι προτάσεις δεν έμεινε για να συμπληρωθεί το έργο των στασιαστών παρά να καταλυθεί η υπάρχουσα δημοκρατική Βουλή. Οι ολιγαρχικοί άφησαν το πλήθος να καταλάβει τις θέσεις του στα τείχη και στις φρουρές, ενώ οι ίδιοι έμειναν στο κέντρο της πόλης, έτοιμοι να πάρουν τα όπλα και να πατάξουν κάθε αντίσταση.
Οι τετρακόσιοι οπλισμένοι με εγχειρίδια και ακολουθούμενοι από τους αφοσιωμένους πολίτες που έφεραν από τις συμμαχικές πόλεις και 120 νεαρούς συνωμότες, που διακρίθηκαν κατά τους φόνους των πολιτικών αντιπάλων, παρουσιάστηκαν στο Βουλευτήριο όπου συνεδρίαζε η Βουλή των πεντακοσίων. Στάθηκαν στην είσοδο και κάλεσαν τους βουλευτές να φύγουν παίρνοντας τον μισθό τους. Στον καθένα που έβγαινε έδιναν και αποζημίωση για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του. Τότε οι τετρακόσιοι εγκαταστάθηκαν στο βουλευτήριο, προσέφεραν τις επιβαλλόμενες θυσίες και κλήρωσαν μεταξύ τούς τους πρυτάνεις. Έτσι, χωρίς αντίδραση καταλύθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα το εκατοστό έτος μετά την έξωση των Πεισιστρατιδών.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους