Η Δ’ Εθνική Συνέλευση άρχισε τις εργασίες της στις 11 Ιουλίου 1829 στο αρχαίο θέατρο του Άργους που είχε διασκευασθεί για αυτό το σκοπό, ύστερα από υπόδειξη του Κολοκοτρώνη. Προηγήθηκε δοξολογία στο ναό της Παναγίας από τον πρώην μητροπολίτη Ηλιουπόλεως Άνθιμο Κομνηνό, στην οποία παρευρέθηκαν οι πληρεξούσιοι και ο Κυβερνήτης.

Η Δ’ Εθνική Συνέλευση εκτός από την προκαταρκτική συνεδρίαση πραγματοποίησε άλλες 20, κατά το χρονικό διάστημα από 12 Ιουλίου έως 5 Αυγούστου 1829, στις οποίες συζητήθηκαν αρκετά ζητήματα. Πρώτα όρισε μια επταμελή επιτροπή της Συνέλευσης, αποτελούμενη από τους Δημ. Περρούκα, Δημ. Πλαπούτα, Ρήγα Παλαμήδη, Τάτση Μαγγίνα, Γεώργιο Αινιάνα, Γεώργιο Μαυρογέννη και Μιχ. Ναύτη για τις επαφές του σώματος με τον Κυβερνήτη, και μια πενταμελή, αποτελούμενη από τους Χρήστο Οικονομίδη, Γεώργιος Γρηγοριάδη, Παναγιώτη Δημητρακόπουλο, Αναστάσιο Λιδωρίκη και Γεώργιο Λέλη, επί των αναφορών.
Σπουδαιότερο έργο της Δ’ Εθνική Συνέλευσης του Άργους υπήρξε η έγκριση δεκατριών ψηφισμάτων που αναφέρονταν κυρίως στην οργάνωση της δημόσιας διοίκησης του κράτους. Η συνέλευση βέβαια δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το να εγκρίνει τα σχέδιο ψηφισμάτων που είχε συντάξει ο ίδιος ο Καποδίστριας.
Με το Α’ ψήφισμα της 22ας Ιουλίου εγκρίθηκε η έως τότε εξωτερική πολιτική του Καποδίστρια και του δόθηκε η εξουσιοδότηση να συνεχίσει και στο μέλλον τις ενέργειες του στον τομέα των διαπραγματεύσεων με τις Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ με το Β’ ψήφισμα της ίδιας μέρας στη θέση του «Πανελληνίου» που είχε αυτοδικαίως καταργηθεί, ιδρύθηκε η Γερουσία, με 27 μέλη και καθορίστηκαν οι βάσεις της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Στις 26 Ιουλίου εγκρίθηκαν τα υπ’ αριθ. Γ’ και Δ’ ψηφίσματα. Με το πρώτο από αυτά προβλεπόταν ο έλεγχος όλων των λογαριασμών της Επιτροπής της Οικονομίας και του Γενικού Φροντιστηρίου, η προικοδότηση με εθνικά κτήματα της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας, η αίτηση εγγυήσεως των Μεγάλων Δυνάμεων για τη σύναψη εξωτερικού δανείου 60.000.000 φράγκων, η απαλλαγή της χώρας από τα αγγλικά δάνεια του 1824 και 1825, η αναθεώρηση των φορολογικών διατάξεων, απογραφή των εθνικών κτημάτων και άλλα. Το δεύτερο απέβλεπε στην οργάνωση των ενόπλων δυνάμεων, στη στρατολογία και την τακτοποίηση διαφόρων αιτημάτων στρατιωτικών και ναυτικών.
Το Ε’ ψήφισμα της 29ης Ιουλίου αναφερόταν στις οφειλόμενες αποζημιώσεις, στη σύσταση κώδικα δημοσίου χρέους, στη διανομή 200.000 στρεμμάτων εθνικής γης, αλλά με προσωρινούς τίτλους ως την οριστική τακτοποίηση του Ελληνικού Ζητήματος, και στην αγορά πλοίων των ναυτικών νησιών για τη συγκρότηση εθνικού στόλου. Την επόμενη ημέρα εγκρίθηκε το ΣΤ’ ψήφισμα που ρύθμιζε τον τρόπο εξόφλησης των χρεών των διαφόρων κοινοτήτων επί τουρκοκρατίας.
Την τελευταία μέρα του Ιουλίου η Συνέλευση ενέκρινε τα υπ’ αριθ. Ζ’ και Η’ ψηφίσματα. Το πρώτο όριζε την κοπή εθνικού νομίσματος, με μονάδα τον φοίνικα, υποδιαιρούμενο σε 100 λεπτά, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση σε όλους τους παρισταμένους, ιδίως όταν τους μοιράσθηκαν τα πρώτα νομίσματα που είχαν κοπεί δοκιμαστικά, ενώ το δεύτερο προνοούσε για τη μελλοντική ανέγερση, στην έδρα της Κυβέρνησης ναού προς τιμή του Σωτήρος.
Το Η’ ψήφισμα προέβλεπε την αποστολή πρεσβειών στις Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και Βαυαρία για να εκφράσουν ευγνωμοσύνη για τη στήριξη τους προς το ελληνικό έθνος και την ανέγερση δύο μνημείων, ένα στο Ναβαρίνο για την ανάμνηση της γνωστής ναυμαχίας, και δεύτερο στο Πεταλίδι, όπου πρωτοαποβιβάστηκαν οι πρώτες στρατιώτες του Μαιζόν. Στο ίδιο ψήφισμα προβλεπόταν ακόμη η ίδρυση του Τάγματος του Σωτήρος, και η ανέγερση μνημείου για τους φιλέλληνες.
Στις τελευταίες συνεδριάσεις εγκρίθηκαν και άλλα ψηφίσματα υπ’ αριθ. Θ’ και Ι’-ΙΓ’. Το Θ’ από έγγραφη πρόταση του Κολοκοτρώνη όριζε αμοιβή για τον Κυβερνήτη 180.000 φοινίκων, τα οποία ο Καποδίστριας αρνήθηκε. Το Ι’ απαγόρευε την εξαγωγή αρχαιοτήτων από τη χώρα, το ΙΑ’ θέσπιζε μέτρα για την εξασφάλιση πόρων με σκοπό τη βελτίωση του κλήρου, του ορφανοτροφείου και της παιδείας, το ΙΒ’ κανόνιζε τον τρόπο εκδικάσεως των ποινικών διαφορών των Ελλήνων, που ανέκυψαν κατά τα χρόνια της Επανάστασης. Τέλος, το ΙΓ’ ψήφισμα όριζε ότι η παρούσα Συνέλευση θα συνεδριάσει, όταν θα χρειαζόταν να επικυρωθούν από τους πληρεξουσίους συμφωνίες του Κυβερνήτη με τις Δυνάμεις σχετικά με την εφαρμογή των όρων της Συνθήκης του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου 1827.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών