Η Γέννηση του Ιησού Χριστού είναι η αρχή της Καινής Διαθήκης. Αυτό αφορά τον «βιβλικό» Ιησού Χριστό. Μας διαφεύγει, όμως, ο «ιστορικός» Ιησούς Χριστός. Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε.

Η Γέννηση του Ιησού Χριστού αποτελεί θέμα διήγησης από όλους τους Ευαγγελιστές. Ως σημαντικότερα από τα στοιχεία που μας παραδίδονται θεωρούνται ο χρονικός προσδιορισμός, ο καθορισμός του τόπου, οι παρατηρήσεις σχετικά με τις αντιδράσεις του Ηρώδη, το σκηνικό της απογραφής και η αναφορά σε αυτόπτες μάρτυρες.
Όντως ο Ιησούς γεννήθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ηρώδη του Μεγάλου. Όσον αφορά τον τόπο καταγωγής του, αυτός ήταν από τη Ναζαρέτ και όχι από τη Βηθλεέμ. Η αναφορά βέβαια στην τελευταία -αν και δεν είναι ιστορικά ορθή- δηλώνει την ανάγκη που ένιωθαν οι ευαγγελιστές να εντάξουν την γέννηση του Ιησού Χριστού τοπικά, όπως άλλωστε θα έκανε κάθε ιστορικός για οποιοδήποτε πρόσωπο. Φυσικά, η Βηθλεέμ υπηρετεί κάτι πολύ περισσότερο.
Την ιστορική ευσυνειδησία των ευαγγελιστών πιστοποιεί και η συμπερίληψη των Αυγούστου και Κυρηνίου για το θέμα της απογραφής. Επίσης τα όσα λέγονται περί του Ηρώδη ανταποκρίνονται στα όσα γνωρίζουμε για τον δολοπλόκο και σκληρό χαρακτήρα του -ασχέτως αν μπορούν να συσχετιστούν ή όχι με τη γέννηση του Ιησού Χριστού. Τέλος, η επίκληση αυτοπτών μαρτύρων αποσκοπεί στο να δείξει ότι τα σχετικά με τη γέννηση περιστατικά μπορούν να επαληθευτούν ή να διασταυρωθούν και εκτός της κοινότητας των πιστών.
Τα μυθικά στοιχεία των διηγήσεων λειτούργησαν ως αναγκαία θρησκευτική επένδυση. Πρώτον, οι «μάγοι των Ανατολών», προσκύνηση και τα δώρα τους. Δεύτερον, το άστρο του Ιησού «εν τη Ανατολή», και καθοδηγητική του δύναμη. Τρίτον, οι «κατ’ όναρ» αποκαλύψεις στους μάγους και στον Ιωσήφ. Τέταρτο, η εμφάνιση της αγγελικής στρατιάς, τα υπερφυσικά σημεία που τη συνόδευαν και η ουράνια δοξολογία.
Τα ανωτέρω στοιχεία εντάσσονται, πράγματι, σε ένα μυθικό πλαίσιο αναφοράς. Οι σοφοί σπεύδουν να προσέλθουν για να βεβαιώσουν τη μεγαλοσύνη του γεννηθέντος και να διαμηνύσουν εκ των προτέρων τη μελλοντική του χαρισματική πορεία. Επίσης, τα άστρα ή και άλλα ουράνια φαινόμενα πλαισιώνουν την εικόνα του εξαιρετικού γεγονότος. Τέλος, η μυστηριώδης, μεθοριακή σφαίρα του ονείρου ή οράματος, οι άγγελοι ή άλλα θεϊκά όντα, οι φωνές από το υπερπέραν και οι ελλάμψεις θεϊκού φωτός έρχονται για να προσδώσουν στις σχετικές αφηγήσεις την απαραίτητη αύρα του άλλου, του υπερφυσικού, που είναι τόσο αναγκαία για να συγκροτηθεί ο ιεροφανειακός τους χαρακτήρας.
Η ψιλή παράθεση προσώπων, συμβάντων και χωροχρονικών προσδιορισμών, όπως είναι ευνόητο, δεν αρκεί -στο επίπεδο του θρησκευτικού προστάγματος- για να κινητοποιήσει τη ζωή και τη συνείδηση των πιστών μιας κοινότητας. Οι τελευταίοι χρειάζονται κάτι παραπάνω, γεγονός που νομιμοποιεί -τουλάχιστον θρησκευτικά- την ύπαρξη του μυθικού και στις εν λόγω διηγήσεις της γέννησης του Ιησού Χριστού.
Μια τρίτη ερμηνευτική διέξοδος είναι η συνθετική διαλεκτική ενός επιπρόσθετου παράγοντα, ο οποίος επιτρέπει την οργανική διασύνδεση και υπέρβαση τόσο του μύθου όσο και της Ιστορίας. Αυτός ο παράγοντας είναι δυνατόν να εντοπιστεί στις διηγήσεις της Γέννησης. Στον Ματθαίο, οι προφητείες επιστρατεύονται τέσσερις φορές για να επικυρώσουν τη διήγηση: η παρθένος, η Βηθλεέμ, η Αίγυπτος και η Ραμά-Ραχήλ γίνονται ο πυρήνας του λόγου. Συγκεκριμένα μοτίβα: παρθένος=παρουσία του Θεού, Βηθλεέμ=μεσσιανικό αξίωμα, Αίγυπτος=Νέος Νόμος, Ραμά-Ραχήλ=κρίση του κόσμου.
Στον Λουκά εμφανίζεται η «ομολογία πίστεως»: «μη φοβείσθε, ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαρά μεγάλην ήτις έσται παντί τω λαώ, ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ ος εστίν χριστός κύριος… δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». Τα συγκεκριμένα λόγια δικαιολογούν το πώς τόσο κοινές ιστορικές λεπτομέρειες συνδέονται με τόσο έκτακτα μυθικά συμβάντα. Ο «ευαγγελισμός» του Λουκά διαθέτει και αυτός την προφητική του υφή, εφόσον κάλλιστα θα μπορούσε να έχει βγει από το στόμα ενός εκ των δεκάδων προφητών της πρωτοχριστιανικής κοινότητας.
Ο Ιησούς δεν είναι ούτε ένα απλό ιστορικό πρόσωπο ούτε ένα απλό μυθικό μοτίβο. Είναι ένα σύμβολο, μία κλήση, μία εικόνα ενός κόσμου που μέλλει να πραγματωθεί στο πλήρωμα του. Δίχως να εξαφανίζεται από την Ιστορία και δίχως να απορροφάται από το μύθο, ο Ιησούς προβάλλει στις διηγήσεις της Γέννησης -και σε αρκετές άλλες των Ευαγγελίων, όπως η Βάπτιση, η Μεταμόρφωση, το Πάθος και η Σταύρωση- ως παραδείγματα μεταμόρφωσης του ιστορικού. Ο Ιησούς ως «εσχατολογικός Λόγος» εξεικονίζει αυτό που οι πιστοί πρέπει να ενσαρκώνουν: την αισθητική και το ήθος ενός κόσμου που δεν είναι ακόμη εδώ!
[…] Το έτος 1 | δρακοπουλιάδα στο Η Γέννηση του Ιησού Χριστού […]
[…] Η Γέννηση του Ιησού Χριστού 25 Δεκεμβρίου 2020 […]