Η ανατολική πύλη της Ελλάδας είναι η Περιφερειακή Ενότητα Έβρου, που πήρε το όνομα της από τον ποταμό Έβρο. Η πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου είναι η Αλεξανδρούπολη, η οποία πήρε το όνομα αυτό προς τιμήν του βασιλιά Αλέξανδρου το 1919, μετά την επικράτηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, την έξωση του Κωνσταντίνου και την είσοδο της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. «Σάλη» ήταν το όνομα της πόλης που βρισκόταν στο ίδιο σημείο κατά την αρχαιότητα, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο. Σήμερα, τα ευρήματα της αρχαίας πόλης είναι λίγα.
Η ανατολική πύλη και η ιστορία της
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας δημιουργήθηκε εκεί ένα μικρό χωριό ψαράδων, με το όνομα Δεδεαγάτς που σημαίνει Καλογερόδεντρο. Φημολογείται ότι στην περιοχή είχε χτιστεί ένα μουσουλμανικό μοναστήρι και ότι ένας από τους δερβίσηδες που ζούσαν εκεί συνήθιζε να κάθεται στη σκιά του δέντρου. Κάτω από αυτό το δέντρο έθαψαν και το σώμα του όταν εγκατέλειψε τα εγκόσμια. Η νέα πόλη χτίστηκε από τους Ρώσους το 1876. Τη σχεδίασαν Ρώσοι αρχιτέκτονες που συνόδευαν τον τσαρικό στρατό που νικηφόρα πολεμούσε τους Τούρκους.
Το Διδυμότειχο οφείλει την ονομασία του στο δίδυμο τείχος που το περιέβαλλε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Το Σουφλί λέγεται ότι πήρε το όνομα του από τους Σουλιώτες και ότι είναι παραφθορά της λέξης «Σούλι». Άλλωστε οι Σουλιώτες ήτα οι πρώτοι κάτοικοι του Διδυμοτείχου. Στην υπόγεια φυλακή του κάστρου του Διδυμοτείχου έμεινε κλεισμένος επί ενάμισυ χρόνο ο βασιλιάς της Σουηδίας Κάρολος ΙΒ’, αιχμάλωτος του σουλτάνου Αχμέτ Γ’ μετά την ήττα του στη μάχη της Πολτάβας. Η Ορεστιάδα χτίστηκε μετά την καταστροφή του 1922 και φιλοξένησε πρόσφυγες από την ανατολική Θράκη.
Η ιστορία της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου είναι αναπόσπαστα δεμένη με την ευρύτερη ιστορία της Θράκης. Σ’ αυτόν κατέληγε, επί ρωμαιοκρατίας η Εγνατία Οδός που ένωνε την περιοχή με τη Αδριατική Θάλασσα. Η ύπαρξη της διευκόλυνε την επικοινωνία με τη Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι, την Αχρίδα και το Δυρράχιο. Είχε μήκος 800χλμ και κατέληγε στα Κύψελα (αρχαία πόλη) στην όχθη του ποταμού Έβρου. Αργότερα, προέκταση της Εγνατίας Οδού ένωνε τον ποταμό Έβρο με την Κωνσταντινούπολη.
Στη Βυζαντινή εποχή η περιοχή γνώρισε άνθηση, ενώ στο βουνό Παπίκιο ιδρύθηκαν πολλά μοναστήρια. Νωρίτερα, είχε ακμάσει η πόλη Δύμη, την οποία στις αρχές του 2ου αιώνα μ.Χ.ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊανός μετονόμασε σε Πλωτίνη, για να τιμήσει την ομώνυμη σύζυγό του. Δίπλα σε αυτήν την πόλη υψώθηκε το Διδυμότειχο (9ος αιώνας). Ο τσάρος των Βουλγάρων Ιωαννίτσης το κυρίευσε και το κατέστρεψε το 1206, ενώ το 1360 το πήραν οι Τούρκοι.
Στα τέλη του 19ου-αρχές 20ου αιώνα η ευρύτερη περιοχή δοκιμάστηκε από τις μάχες και την παρουσία τουρκικών, ρωσικών, βουλγάρικων και συμμαχικών της Αντάντ δυνάμεων. Η Περιφερειακή Ενότητα Έβρου αποδόθηκε μαζί με τις άλλες δύο, Ροδόπης και Ξάνθης, σύμφωνα με τους ορισμούς της Συνθήκης του Νεϊγύ. Το νησιωτικό τμήμα του νησιού ενώθηκε με την Ελλάδα μερικά χρόνια νωρίτερα τον Οκτώβριο του 1912, από τον απελευθερωτή του Αιγαίου ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη.
Ο ποταμός της ανατολικής πύλης
Κατά τη μυθολογία, ο Έβρος ήταν γιος του Αίμου και της Ροδόπης και λατρεύτηκε από τους παρέβριους Θράκες ως θεός, όπως μαρτυρεί αναθηματική επιγραφή των αυτοκρατορικών χρόνων. Σύμφωνα με άλλη μυθολογική παράδοση, ο ποταμός παλιότερα ονομαζόταν Ρόμβος και αργότερα μετονομάστηκε Έβρος, από τον γιο του Κάσσανδρου, μυθικού βασιλιά της Θράκης, που είχε πνιγεί σε αυτόν. Στην αρχαιότητα ο ποταμός άσκησε μεγάλες επιδράσεις στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ζωή των Θρακών. Πρώτα απ’ όλα πρόσφερε ένα φυσικό παραποτάμιο (χερσαίο) δρόμο, που συνέδεε το Αιγαίο με τη θρακική ενδοχώρα, αλλά κι έναν υδάτινο δρόμο, καθώς ήταν ναυσίπορος, τουλάχιστον στον κάτω ρου του, δηλαδή από τις εκβολές του ως το σημερινό Διδυμότειχο. Έπειτα, η κοιλάδα του υπήρξε πεδίο έντονης οικιστικής δραστηριότητας και ήταν η πιο αστικοποιημένη περιοχή της Θράκης.
Πηγάζει από τα όρη Ρίλα, πρώην Σκόμιο, της δυτικής Βουλγαρίας και κυλά σε βουλγαρικό έδαφος νοτιοανατολικά, διασχίζοντας την Ανατολική Ρωμυλία, σχηματίζοντας κοιλάδα ανάμεσα στις οροσειρές της Ροδόπης και του Αίμου απ’ όπου και διέρχεται από τις πόλεις Πάζαρτζικ, Φιλιππούπολη, Σβίλεγκραντ. Στη συνέχεια, συναντώντας τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, κοντά στο χωριό Ορμένιο, εισέρχεται για λίγα χιλιόμετρα σε τουρκικό έδαφος, σχηματίζοντας το τρίγωνο του Καραγάτς, κοντά στην Αδριανούπολη, απ’ όπου η συνέχεια του ρου του αποτελεί το γεωγραφικό σύνορο μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, χωρίζοντας και γεωγραφικά τη Δυτική από την Ανατολική Θράκη. Διέρχεται κοντά στις ελληνικές κωμοπόλεις Πύθιο, Φέρες, Διδυμότειχο, Σουφλί, Λάβαρα, Τυχερό, Νέα Βύσσα και στις τουρκικές Μερίτς (Meriç), Κεσάν(η) (Keşan). Εκβάλλει στο βόρειο Αιγαίο Πέλαγος, στο λεγόμενο Θρακικό πέλαγος. Το μήκος του στο ελληνικό έδαφος από τη Νέα Βύσσα μέχρι τις εκβολές του φθάνει τα 206 χιλιόμετρα. Οι κυριότεροι παραπόταμοί του είναι ο Τόνζος, ο Εργίνης, ο Άρδας και ο Ερυθροπόταμος.
Με πληροφορίες από: https://el.wikipedia.org/wiki/Έβρος_(Θράκη)