Σύμβολο της αρχιτεκτονικής της Μεσοποταμίας με σημασία αντίστοιχη αυτή των πυραμίδων στην Αίγυπτο, το ζιγκουράτ στηρίχθηκε σε προϋπάρχουσες δομές, αλλά απέκτησε την ολοκληρωμένη του μορφή στη διάρκεια της Τρίτης Δυναστείας της Ουρ. Τα κύρια δείγματα της πρώτης αυτής φάσης είναι τα ζιγκουράτ της Ουρ και της Ουρούκ. Πρόκειται για επιβλητικά κτίρια τετράγωνου σχήματος, κατασκευασμένα από ωμόπλινθους, που αποτελούνται από τρία κλιμακωτά επίπεδα και ένα ναό στην κορυφή τους. Ακόμα και οι Βαβυλώνιοι και οι Ασσύριοι ηγεμόνες που ακολούθησαν συνέχισαν να χρησιμοποιούν αυτή την κτιριακή τυπολογία μέχρι και την κατασκευή του ζιγκουράτ της Βαβυλώνας, από τους βασιλείς της Νέας Βαβυλωνιακής Περιόδου, που έμεινε στην ιστορία ως Πύργος της Βαβέλ.
Με την άνοδο της Τρίτης Δυναστείας, η Ουρ έφτασε στο απόγειο της ακμής της. Το μεγαλύτερο επίτευγμα των αρχιτεκτόνων του ηγεμόνα Ουρ-Ναμού ήταν η διαμόρφωση των πρωτοσουμερικών άνδηρων, που ήταν αφιερωμένα στους θεούς της πόλης, σε πραγματικούς πύργους, με κλιμακωτά επίπεδα, τα ζιγκουράτ.
Το ζιγκουράτ της Ουρ, που ήταν αφιερωμένα στο θεό Νάνα, αποτελείται μια ψηλή τετραγωνική βάση με τοίχους που παρουσιάζουν μια ελαφριά κλίση. Πάνω της υπάρχουν δύο ακόμα μικρότερα σε μέγεθος επίπεδα, ενώ στην κορυφή βρίσκεται ο ναός, η πρόσβαση στον οποίο γίνεται από μια σκάλα, που το ύψος του πρώτου επιπέδου περίπου χωρίζεται σε δύο πλάγιες ράμπες. Στο τέμενος που περιβάλλεται από το ζιγκουράτ υπήρχαν ανοίγματα που χρησίμευαν ως κατοικίες των ιερέων και ως καταστήματα ή διοικητικοί χώροι. Στο εσωτερικό του ιερού που βρίσκεται κοντά στο ζιγκουράτ υπήρχαν εκείνη της εποχή ο ναός της θεάς Νινγκάλ, της συντρόφου του Νάνα, και τα διαμερίσματα των ιέρειων.
Κοντά στην ιερή εκείνη περιοχή είχε χτιστεί ένα τετράγωνο οικοδόμημα που πιθανόν ήταν το παλάτι του Ουρ-Ναμού και του γιου του, Σουλγκί. Από τον κατασκευαστικό αυτό οργασμό σήμερα διατηρούνται μόνο ορισμένα ερείπια κτιρίων, κυρίως τα επονομαζόμενα «καρφιά θεμελίων», αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες των μεγάλων έργων των ηγεμόνων της Τρίτης Δυναστείας. Είναι αναθηματικά αγαλματίδια, σε σχήμα καρφιού, τα οποία θάβονταν στο έδαφος κατά την ανέγερση των κτιρίων. Ορισμένα από τα αγαλματίδια αυτά απεικονίζουν τον ηγεμόνα με ένα καλάθι στο κεφάλι, που περιέχει δομικά υλικά. Η θεματολογία αυτή παραπέμπει σε μια εικόνα ιδιαίτερα διαδεδομένη στις πινακίδες της Πρώιμης Δυναστικής Περιόδου, του ηγεμόνα που ανοικοδομεί ναό ή πόλη. Στο αγαλματίδιο χαρασσόταν επίσης μια επιγραφή που ανέφερε για ποιον προοριζόταν.
Κατά την βασιλεία του Ουρμπάμπα (2000π.Χ. περίπου), ιδρυτή της Δυναστείας της Λαγκάς, και κυρίως του διαδόχου του Γκουντέα, η πόλη αυτή της Μεσοποταμίας αναδείχθηκε κέντρο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Οι ηγεμόνες έδειχναν προτίμηση στον νεφρίτη, ένα σκληρό και δύσκολο στην επεξεργασία υλικό.
Από νεφρίτη είναι πολλά έργα που απεικονίζουν τον Γκουντέα. Ο ηγεμόνας απεικονίζεται είτε όρθιος είτε καθιστός με τα χέρια σε θέση δέησης. Τα αγάλματα του Γκουντέα δεν αποτελούν πιστές απεικονίσεις του ηγεμόνα, αλλά περισσότερο εξιδανικευμένες αναπαραστάσεις. Έχει δοθεί μεγάλη προσοχή στην απόδοση του καλύμματος της κεφαλής που μοιάζει με καπέλο χωρίς γείσο, αλλά και στα χείλη, στα φρύδια και στο περίγραμμα των ματιών. Σε γενικές γραμμές τα αγάλματα αυτά συνοδεύονται από εκτεταμένα εγκάρσια κείμενα. Τα κείμενα αυτά έχουν σωθεί στην σουμερική γλώσσα και αποτελούν πολύτιμες ιστορικές και λογοτεχνικές πηγές.
Από θραύσματα άλλων αγαλμάτων εξάγονται συμπεράσματα σχετικά με το γυναικείο ντύσιμο της εποχής: οι φιγούρες παρουσιάζονται φορώντας ένα ένδυμα σταυρωτό στην πλάτη και ένα μανδύα που πέφτει στο μπροστινό μέρος του σώματος σχηματίζοντας δύο φαρδιές λωρίδες. Στο λαιμό φορούν περιδέραια με πολλές σειρές, ενώ τα μαλλιά τους είναι μαζεμένα σε κότσο και συγκρατούνται στο μέτωπο και στους κροτάφους με μια κορδέλα.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic