Σχεδόν καθημερινά κάνουμε εκδρομές στη στεριά. Πότε επισκεπτόμαστε αρχαία ερείπια προσπαθώντας να μαντέψουμε το σχέδιο δόμησης και τη χρήση του, πότε διασχίζουμε τις πλέον απομακρυσμένες κοιλάδες, όπου η φύση παρουσιάζει ποικίλες εκδοχές, μορφές άγριες ή τοπία ειδυλλιακά.
Πήγαμε αρκετές φορές στη Μονεμβασία να μελετήσουμε τα ήθη και τα έθιμα των κατοίκων. Τέλος, το βράδυ, με τη βάρκα πλέαμε κατά μήκος των ακτών, οι οποίες άκουγαν τα τραγούδια μας, ενώ το ρυθμικό χτύπημα των κουπιών έδινε το μέτρο. Όταν ένα ελαφρό αεράκι αγριεύει τη θάλασσα, αφηνόμαστε στην ώθηση των πανιών και καούμε σιωπηλοί τη γλυκιά μελωδία των ύμνων που απευθύνουν στην Παναγία οι Έλληνες. Αυτά τα θρησκευτικά τραγούδια έχουν κάτι το συγκινητικό μέσα στην απλότητα τους, μας δίνουν για το τι ήταν οι αρχαίες ελληνικές μελωδίες, των οποίων ίσως διατηρούν το ύφος, όπως επίσης και η ελληνική λαϊκή γλώσσα κράτησε εν μέρει τον τονισμό και τη γλυκύτητα της γλώσσας του Δημοσθένη και του Πινδάρου. Αυτή η γοητεία οφείλεται περισσότερο στη μελωδία παρά στην αρμονία. Οι Έλληνες σπάνια τραγουδούν μόνοι, και να το κάνουν το θέμα της μελωδίας δεν το πνίγει ο πλούτος της συνοδείας.
Παρόμοια θέματα συνάντησα αρκετές φορές στην Ιταλία, ακόμη και στην πατρίδα μας: είναι που χαράζονται στη μνήμη μας ευκολότερα, επειδή η μελωδία τους είναι απλή και εκφράζουν συναίσθημα.
Να το ομολογήσω: όταν στη Ελλάδα, σε κάποιες εκδρομές μου στην εξοχή, στη δύση μιας ηλιόλουστης μέρας, άκουγα από μακριά τις φωνές νεαρών χωριατοπούλων, που γονατισμένες μπροστά σε κάποιο εκκλησάκι απόμακρο και στολισμένο με φεστόνι γιασεμιού και ανθοδέσμες με λουλούδια που μόλις έκοψαν, καθυστερούσαν το βήμα μου, από φόβο μην ταράξω τη θρησκευτική αυτή κατάνυξη και στεκόμουν παράμερα.
Αυτές οι συμφωνίες που μόνο η φύση εμπνέει, αυτοί οι ευλαβείς ήχοι που έμοιαζε να διασχίζουν το αέρινο κύμα για να φτάσουν στο αιώνιο μου παρουσίαζαν τις ορχήστρες των αγγέλων. Τρυφερά και νοερά τις συνόδευα στις προσευχές μου.