Οι Δωριείς ήταν άγνωστοι στην Ιλιάδα. Στην Οδύσσεια αναφέρονται ως ένα από τα φύλα της Κρήτης. Αλλά η παρουσία τους στην Στερεά Ελλάδα, συγκεκριμένα στη Δωρίδα, πριν από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής μαρτυρείται από απηχήσεις παραδόσεων και εξάγεται από συνδυασμό άμεσων δεδομένων.

Η σιωπή της Ιλιάδας δεν αποτελεί απόδειξη για το αντίθετο γιατί το ίδιο το έπος αγνοεί ένα μεγάλο μέρος της Στερεάς που αρχίζει από την Ανατολική Λοκρίδα και τη Φωκίδα και φτάνει ως το Αντίρριο, την Τριχωνίδα και την Ακαρνανία. Αυτή η άγνοια αντανακλά ίσως την έλλειψη επαφών ανάμεσα στα φύλα που κατοικούσαν γύρω από αυτή την περιοχή και τα φύλα που κατοικούσαν μέσα σε αυτή. Το όνομα των Δωριέων είναι ολοφάνερα τυπικό εθνικό σε -εύς που παράγεται από ένα τοπωνύμιο Δωρι-. Δηλώνει τους κατοίκους της Δωρίδας. Άρα το εθνικό δημιουργήθηκε στη Δωρίδα.
Οι ιστορικοί Δωριείς είναι χωρισμένοι σε τρεις φυλές που ονομάζονταν: Υλλείς, Δυμάνες, Πάμφυλοι. Οι επώνυμοι ήρωες των Δυμάνων και των Παμφύλων θεωρούνταν γιοι του Αιγιμιού που είχε οδηγήσει τους Δωριείς στην Δωρίδα. Ο επώνυμος των Υλλέων, ο Ύλλος, θεωρείτο γιος του Ηρακλή, που πίστευαν ότι απέκτησε δικαιώματα στο 1/3 του κράτους του Αιγιμιού, βοηθώντας τον εναντίον των Λαπίθων.
Πίσω από αυτήν την μυθική διατύπωση διακρίνεται μια ιστορική ανάμνηση που ξεχώριζε δύο συστατικά στοιχεία στους Δωριείς: ένα που έφθασε στην κεντρική Στερεά Ελλάδα προερχόμενο από αλλού και ένα που ήταν εγκατεστημένο εκεί νωρίτερα. Αλλά αυτή η ανάμνηση συμπληρώνεται από αλλού: το όνομα των Παμφύλων μας δείχνει ότι η φυλή που το έφερε είχε συγκροτηθεί από την ένωση πολλών εθνικών στοιχείων.
Παραδόσεις που επέζησαν μεταξύ των Δωριέων και έφθασαν ως την εποχή μας διαμέσου των κειμένων του Πινδάρου, του Ηρόδοτου και άλλων συγγραφέων ανέφεραν ότι οι απώτεροι πρόγονοι τους ήταν «Μακεδνοί», δηλαδή Μακεδόνες, που μετανάστευσαν στη Δωρίδα από την Πίνδο, από την περιοχή της Λάκμου. Οι Δωριείς πήραν αυτό το τελευταίο όνομα στην Δωρίδα, όπου και συγκροτήθηκαν σε μία νέα εθνική μονάδα με την ένωση ενός τοπικού στοιχείου και επήλυδων. Άρα το όνομα των Μακεδνών και η καταγωγή από την Πίνδο αφορούσε στην πραγματικότητα όχι το σύνολο των Δωριέων, αλλά ένα από τα συστατικά στοιχεία τους, που σίγουρα δεν ήταν οι Υλλείς, γιατί αυτοί ήταν εγκατεστημένοι νωρίτερα στη Στερεά Ελλάδα.
Από μία ομάδα κειμένων που απηχούν μια επική αφήγηση σχετική με την άλωση των Θηβών από τους Επιγόνους προκύπτει ότι εκείνη την εποχή, μέσα του 13ου π.Χ. αιώνα, ένα τμήμα Δωριέων ήταν εγκατεστημένο στη Βοιωτία, και συγκεκριμένα στην περιοχή της Ομόλης. Η χρήση αυτού του εθνικού, που σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι καταχρηστική, προϋποθέτει ότι ήδη είχε συντελεσθεί η σύντηξη των Μακεδνών, των Υλλέων και άλλων ακόμη στοιχείων στο νέο έθνος των Δωριέων.
Καθώς ένα τμήμα Μακεδόνων εισέδυσε στην Στερεά Ελλάδα, τμήματα Μολοσσών προχωρούσαν ως την Αττική, την Σικυωνία και την Αρκαδία. Ο ήρωας Αφείδας, που παρουσιάζεται ως απόγονος του Θησέα και το αττικό γένος των Αφειδαντιδών συνάπτονται με τους Αφειδαντίδες, μια υποδιαίρεση των Μολοσσών. Από την άλλη, ο Μούνιχος, βασιλιάς των Μολοσσών σε άδηλη χώρα είναι ομώνυμος με τον επώνυμο ήρωα της Μουνιχίας, με έναν σύντροφο του Θησέα και με έναν εγγονό του Θησέα.
Ο πρώτος Μούνιχος, θεωρείται πατέρας του Φιλαίου, που είναι ομώνυμος με τον αττικό δήμο Φιλαίο, επώνυμο του γένους των Φιλαϊδών. Αυτός ο τελευταίος εμφανιζόταν ως γιος ή εγγονός του Αίαντα. Το όνομα Αίας δινόταν στον ποταμό που είναι γνωστός ως Αώος και που γύρω του κατοικούσαν οι Μολοσσοί πριν επεκταθούν στην κεντρική Ήπειρο. Ο Άλκων, ήρωας του Φαλήρου, κοντά στη Μουνιχία, είναι συνώνυμος με ένα ευγενή Μολοσσό. Τέλος, οι λατρείες της Αρτέμιδος στη Μουνιχία και στη Βραυρώνα, κοντά στον δήμο Φιλαϊδών, είχαν κοινό στοιχείο την τέλεση της αρκτείας (μεταμφίεση κοριτσιών σε αρκούδες).
Οι κύριοι όγκοι των Μακεδόνων και των Μολοσσών καθώς και άλλα ελληνικά φύλα που έμειναν βόρεια και βορειοδυτικά από τη Θεσσαλία θα αρχίσουν να προχωρούν στο ιστορικό προσκήνιο μετά το τέλος της Χαλκοκρατίας.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους