Η δυναστεία των Αγγέλων περιλαμβάνει τέσσερις αυτοκράτορες του Βυζαντίου, τον Ισαάκιο Β’ Άγγελο, τον Αλέξιο Γ’ Άγγελο, τον Αλέξιο Δ’ Άγγελο και τον Αλέξιο Ε’ Μούρτζουφλο. Είναι η τελευταία δυναστεία πριν την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους τον 1204. Η δυναστεία των Αγγέλων βασίλεψε από το 1185 έως το 1204. Η δυναστεία των Αγγέλων εκπροσωπούσε τη μεγάλη φεουδαρχική αριστοκρατία και οδήγησε την αυτοκρατορία στην κατάρρευση και στην υποταγή στους Λατίνους.
Ισαάκιος Β’ Άγγελος (1185-1195 και 1203-1204)
Ο διάδοχος του Ανδρονίκου Ισαάκιος Β’ Άγγελος ανήκε στην οικογένεια των Αγγέλων, η οποία καταγόταν από τη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας και συγγένευε με την οικογένεια των Κομνηνών. Ο Ισαάκιο Β’ είναι ο ιδρυτής της δυναστείας των Αγγέλων. Ο Ισαάκιος Β’ ήταν μετριότατος σε ικανότητες. Ενώ ανήλθε στον θρόνο με τους καλύτερους οιωνούς αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων. Ήταν άνθρωπος επιπόλαιος και σπάταλος. Θεωρούσε την Αυτοκρατορία ως προσωπική ιδιοκτησία και διοικούσε το κράτος όπως ο φεουδάρχης το φέουδό του.
Κύριο χαρακτηριστικό της εσωτερικής του πολιτικής ήταν η κακή διαχείριση και στην κεντρική και στην επαρχιακή διοίκηση. Η εξαγορά των αξιωμάτων, η δωροδοκία των υπαλλήλων και η καταπίεση του λαού από τους φοροεισπράκτορες προσέλαβαν απεριόριστες διαστάσεις.
Ο Ισαάκιος κατήργησε όλες τις μεταρρυθμίσεις που είχε εφαρμόσει ο Ανδρόνικος προς όφελος του των λαϊκών τάξεων. Επέβαλε νέους φόρους εξαιτίας των οποίων οι πληθυσμοί των επαρχιών άρχισαν λιμοκτονούν. Από την άλλη πλευρά όμως οι μεγαλογαιοκτήμονες όχι μόνο διατήρησαν τα προνόμια τους, αλλά και τα αύξησαν.Τίποτα σχεδόν δεν έμεινε από το σύστημα των θεμάτων, το οποίο κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο αποτελούσε τη σπονδυλική στήλη της βυζαντινής διοίκησης και του στρατεύματος.
Τα έτη 1187-1189 πραγματοποιήθηκε η Γ’ Σταυροφορία, η οποία κατέληξε σε αποτυχία για τη Δύση και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στο Βυζάντιο. Συγχρόνως η Γ’ Σταυροφορία διεύρυνε το χάσμα ανάμεσα στην Δύση και την Αντολή. Όπως γράφει ο Δ. Ζακυθηνός «η Τρίτη Σταυροφορία παρασκεύασε την Τέταρτην».
Τον Μάρτιο του 1195 ο Ισαάκιος ανέλαβε εκστρατεία κατά των Βλαχοβουλγάρων. Ενώ προχωρούσε εναντίον των εχθρών, ο αδελφός του Αλέξιος οργάνωσε συνομωσία, ανέτρεψε και τύφλωσε τον Ισαάκιο, εν συνεχεία τον έκλεισε στη φυλακή και ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας (αρχές Απριλίου 1195) ως Αλέξιος Γ’.
Αλέξιος Γ’ Άγγελος (1195-1203)
Ο Αλέξιος Γ’ Άγγελος ήταν ένας από τους πιο ανίκανους αυτοκράτορες του Βυζαντίου. Ήταν κατώτερος από τον αδελφό του. Άνθρωπος σπάταλος, αυτάρεσκος, ματαιόδοξος και μαλθακός. Ονομάστηκε από τον λαό «Βαμβακοράμβης», λόγω του χαύνου και μαλθακού χαρακτήρα του. Ο Αλέξιος Γ’ συνέβαλε στην πτώση της Αυτοκρατορίας.
Για να ικανοποιήσει τους συνεργάτες και φίλους του σπατάλησε τεράστια ποσά. Το στρατό που είχε έτοιμο ο Ισαάκιος για να αντιμετωπίσει τους Βούλγαρους κα τους Βλάχους τον διέλυσε αδιαφορώντας για τις επιδρομές των εχθρών. Εξαιτίας της ανικανότητας του Αλεξίου Γ’ ξέσπασαν πολλές στάσεις και ολόκληρες περιοχές αποσπάστηκαν από την Αυτοκρατορία.
Ο άρχοντας του Ναυπλίου, Λέων Σγουρός, έγινε ανεξάρτητος άρχοντας στην περιοχή του Άργους κια της Κορίνθου. Επίσης, φεουδάρχες της Τραπεζούντας, οι οποίοι από καιρό είχαν εξεγερθεί κατά της κεντρικής βυζαντινής διοίκησης, κατόρθωσαν να απαλλαγούν από την κεντρική βυζαντινή διοίκηση και να σχηματίσουν ανεξάρτητο κράτος. Έγιναν, επίσης, ανεξάρτητοι οι άρχοντες Μελισσηνοί στην Φωκίδα και τη Μεσσηνα, οι Καματεροί στη Λακωνία, οι Βρανάδες και οι Καντακουζηνοί στην Αιτωλία.
Το τέλος του Αλεξίου Γ’ υπήρξε επαίσχυντο. Τον Ιούλιο του 1203 οι Σταυροφόροι επανέφεραν στον θρόνο του Βυζαντίου τον Ισαάκιο Β’ Άγγελο, ενώ πέτυχε να διαφύγει, μετά από πολλές περιπέτειες κατέφυγε στον ξαδελφό του Μιχαήλ Α’ Κομνηνό Δούκα, ηγεμόνα της Ηπείρου. Αργότερα, βρέθηκε στην μικρά Ασία, στη αυλήτου σουλτάνου των Σελτζούκων τον οποίο έπεισε να τον βοηθήσει να ανακτήσει το στέμμα από τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Α’ Λάσκαρι. Συνελήφθη το 1210 και κλείστηκε σε μοναστήρι της Νίκαιας όπου και πέθανε.
Αλέξιος Δ’ Άγγελος
Το 1201 άρχισαν οι συνεννοήσεις των Σταυροφόρων με τους Ενετούς για την διεξαγωγή της Σταυροφορίας και τη συντήρηση του στρατεύματος. Οι Ενετοί ζήτησαν σαν αντάλλαγμα για την οικονομική ενίσχυση την κατάληψη της πόλης Ζάρα στην Ουγγαρία, πράγμα το οποίο έγινε. Αυτό το γεγονός δείχνει ότι οι πραγματικοί ηγέτες της Δ’ Σταυροφορίας ήταν οι Ενετοί και ότι η Σταυροφορία δεν ήταν τόσο έντιμη.
Τότε εμφανίστηκε στο προσκήνιο και ο Αλέξιος Δ’, γιος του Ισαάκιου Β’ Άγγελου. Ο Αλέξιος δραπέτευσε από τη φυλακή όπου είχε κλειστεί με τον πατέρα του και κατέφυγε στη Δύση, αναζητώντας βοήθεια για την αποκατάσταση του στον βυζαντινό θρόνο. Κατέφυγε στην αυλή του γαμπρού του (συζύγου της αδελφής του), του Γερμανού αυτοκράτορα Φιλίππου του Σουηβού, ο οποίος προθυμοποιήθηκε να στηρίξει τον κουνιάδο του. Επειδή όμως ήταν απασχολήμένος με τον ανταπαιτητή του θρόνου Όθωνα της Βρουνσβίκης έστειλε αντιπροσώπους του στη Ζάρα για να πείσει τους σταυροφόρους και τους Ενετούς να βοηθήσουν τον Αλέξιο και τον πατέρα του Ισαάκιο να ανακτήσουν τον βυζαντινό θρόνο.
Σε αντάλλαγμα ο Αλέξιος, ο οποίος είχε φτάσει αυτοπροσώπως στο στρατόπεδο της Ζάρας, υποσχόταν α) στους σταυροφόρους διακόσιες χιλιάδες μάρκα αργύρου, εκστρατευτικό σώμα δέκα χιλιάδων ανδρών για την επιχείρηση της Αιγύπτου και άλλα ανταλλάγματα, β) στον Πάπα την υποταγή της ελληνικής Εκκλησίας. Στους Ενετούς δεν χρειαζόταν να υποσχεθεί τίποτα μιας και ήταν ολοφάνερα τα οφέλη γι’ αυτούς αν πετύχαινε η επιχείρηση.
Με την προδοτική συνδρομή των Αγγέλων (Αλεξίου και Ισαάκιου) ο Δάνδολος, ηγέτης της Βενετίας, πετύχαινε ό,τι δεν μπορούσε προηγουμένως να ονειρευτεί. Οι σταυροφόροι θα μετέβαιναν πρώτα στην Κωνσταντινούπολη για να αποκαταστήσουν στον θρόνο τον Ισαάκιο Β’ Άγγελο και έπειτα θα προχωρούσαν στην Αίγυπτο, που ήταν ο τελικός προορισμός τους. Στις 24 Ιουνίου 1203 ο στόλος των σταυροφόρων έφθασε στην Κωνσταντινούπολη. Οι σταυροφόροι βοηθούμενοι από τους οπαδούς του Ισαάκιου αφού κατέλαβαν τα οχυρώματα του Γαλατά, εισέδυσαν στον Κεράτιο και στις 17 Ιουλίου 1203 κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη. Ο τότε αυτοκράτορας Αλέξιος Γ’ κατέφυγε στη Δεβέλτο.
Οι σταυροφόροι αποκατέστησαν στον θρόνο τον Ισαάκιο Β’ με συναυτοκράτορα τον γιο του, Άλέξιο Δ’. Οι δύο αυτοκράτορες όμως δεν κατόρθωσαν, παρά τη βαριά φρολογία που επέβαλαν, να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους σταυροφόρους. Ο νεαρός Αλέξιος Δ’ ζητούσε συνεχώς από τους σταυροφόρους αναβολή έως ότου να εξοικονομήσει τα υπεσχημένα. Οι σταυροφόροι και οι Βενετοί αξίωναν τεράστιες χορηγίες και απέκρουαν ανελέητα τις παρακλήσεις του Αλέξιου Δ’.
Ταυτόχρονα ο λαός της πρωτεύουσαν ήταν αγανακτισμένος κατά των δύο αυτοκρατόρων γιατί παρέδωσαν την πόλη στους σταυροφόρους. Η αγανάκτηση αυτή ενισχύθηκε και από μια πυρκαγιά που εξερράγη στην Κωνσταντινούπολη. Εν τω μεταξύ η εχθρική στάση των σταυροφόρων προς τον ελληνικό πληθυσμό επέτεινε ακόμη περισσότερο τη δυσαρέσκεια τους, με αποτέλεσμα στα τέλη Ιανουαρίου του 1204 να ξεσπάσει στην Κωνσταντινούπολη μια επανάσταση της αντιλατινικής παράταξης με επικεφαλής τον Αλέξιο Δούκα Μούρτζουφλο. Οι επαναστάτες ανέτρεψαν τους δύο αυτοκράτορες, εκ των οποίων ο μεν Αλέξιος Δ’ απαγχονίστηκε κατά διαταγή του Αλέξιου Δούκα, ο δε Ισαάκιος φυλακίστηκε και πέθανε λίγο αργότερα. Στον αυτοκρατορικό θρόνο ανήλθε ο Αλέξιος Δούκας Μούρτζουφλος ως Αλέξιος Ε’, ο οποίος ήταν γαμπρός του Αλεξίου Γ’.
Αλέξιος Ε’ Δούκας (28 Ιανουαρίου 1204-13 Απριλίου 1204)
Ο Αλέξιος Ε’ Δούκας ο επονομαζόμενος Μούρτζουφλος (επειδή τα φρύδια του ήταν ενωμένα), ήταν ικανός άνδρας, αρχηγός της αντιλατινικής κια φιλοπολεμικής παράταξης. Δεν ήταν καθόλου διατεθειμένος να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των σταυροφόρων. Η σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων κια σταυροφόρων ήταν αναπόφευκτη. Ο νέος αυτοκράτορας προσπάθησε να οργανώσει την άμυνα της Κωνσταντινούπολης ενισχύοντας τις οχυρώσεις κυρίως από τη πλευρά της θάλασσας που ήταν ευπρόσβλητη από τον βεντικό στόλο.
Οι σταυροφόροι και οι Βενετοί επειδή συνειδητοποίησαν ότι δεν θα εισέπραττταν ότι ο Αλέξιος Δ’ αποφάσισαν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη, αυτή τη φορά όχι για να εγκαταστήσουν μια βυζαντινή κυβέρνηση αλλά για να εγκαθιδρύσουν δική τους αυτοκρατορία πάνω στα ερείπια της βυζαντινής. Έτσι λοιπόν σταυροφόροι και Βενετοί κατέστρωσαν τα σχέδια τους για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Προφασίζονταν μάλιστα ότι ήθελαν να εκδικηθούν για τον θάνατο του Αλεξίου Δ’.
Τον Μάρτιο του 1204 οι σταυροφόροι και οι Βενετοί μπροστά στα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας υπέγραψαν με κάθε λεπτομέρεια μια συνθήκη σχετικά με τον διαμελισμό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την κατάλυση της και την κατανομή των λαφύρων.
Η πρώτη επίθεση έγινε στις 9 Απριλίου. Στις 13 Απριλίου οι σταυροφόροι εισέβαλαν στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ε’ Δούκας Μούρτζουφλος φοβούμενος μήπως συλληφθεί διέφυγε κατά τη νύχτα της 12ης Απριλίου στη Μοσυνούπολη της Θράκης, όπου τυφλώθηκε από τον πεθερό του Αλέξιο Γ’.