Οι Πέρσες είχαν δημιουργήσει ένα καλά οργανωμένο οδικό δίκτυο. Οι δρόμοι της Περσικής Αυτοκρατορίας ήταν οι πρώτοι στην ιστορία που κατασκευάστηκαν. Εκτός όμως από την οδοποιία, οι Πέρσες υπήρξαν πρωτοπόροι και στην οργάνωση, την συστηματοποίηση και στην αποτελεσματική διαχείριση ενός ήδη ανεπτυγμένου και περίπλοκου οδικού δικτύου που είχε κατασκευαστεί από τις προηγούμενες αυτοκρατορίες των Ασσυρίων και Βαβυλωνίων.

Το δίκτυο αυτό επέτρεπε την επικοινωνία ανάμεσα σε όλες τις σατραπείες της αυτοκρατορίας μέσα σε ένα καλά δομημένο δίκτυο «βασιλικών οδών», που ξεκινούσαν από το κέντρο της Περσίας και έφταναν μέχρι και τις πιο απομονωμένες γωνιές της αυτοκρατορίας. Κατά μήκος των οδών αυτών οι Πέρσες είχαν οργανώσει ένα λειτουργικό σύστημα φρούρησης, ενώ οι ταξιδιώτες μπορούσαν να σταματήσουν σε πανδοχεία να ξεκουραστούν ή να αλλάξουν άλογο, σε περίπτωση ανάγκης.
Οι υπηρεσίες αυτές παρέχονταν σε αξιωματούχους και λειτουργούς του κράτους, οι οποίοι έπρεπε να μετακινούνται στο εσωτερικό της χώρας. Έπρεπε να φέρουν μαζί τους ένα έγγραφο με την βασιλική σφραγίδα, το οποίο επιβεβαίωνε τη ταυτότητα και την αποστολή τους.
Πάνω σε αυτήν την βάση οι Πέρσες ανέπτυξαν και το πρώτο ταχυδρομικό δίκτυο στην ιστορία, καθώς οι βασιλικές οδοί προσφέρονταν για την μεταφορά επίσημων εγγράφων διαφόρων χρήσεων που προορίζονταν για τη διοίκηση είτε για ιδιώτες. Οι δρόμοι της Περσικής Αυτοκρατορίας έθεσαν τις βάσεις για το ταχυδρομικό σύστημα που ανέπτυξαν σε μεγαλύτερο και πιο ανεπτυγμένο βαθμό οι Ρωμαίοι και το οποίο εκτεικόταν στην Ευρώπη, στην Αφρική και την Ασία.
Οι δρόμοι της Περσικής Αυτοκρατορίας βοηθούν την οικονομία
Η αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών ήταν μια πολυεθνική αυτοκρατορία, αφού την αποτελούσαν διάφοροι λαοί. Ως εκ τούτου οι δρόμοι της Περσικής Αυτοκρατορίας έφερναν στην αυτοκρατορία μεγάλες ποσότητες πολύτιμων και περίτεχνων εμπορευμάτων που παράγονταν στις πιο απομακρυσμένες γωνίες της χώρας και βοηθούσαν στην οικονομία του κράτους.

Στην Αυλή του μεγάλου Βασιλέως έφταναν αγαθά τόσο από την Ανατολία και τη Μαύρη Θάλασσα όσο και από την Αίγυπτο και τη Νουβία. Από τις ακτές της Συρίας και της Παλαιστίνης εισέρρεαν στο κράτος προϊόντα από τη δυτική Μεσόγειο και το Αιγαίο, χάρη στην έντονη δραστηριότητα των Φοινίκων εμπόρων, που είχαν εξαπλωθεί μέχρι τις ιβηρικές και ιταλικές ακτές. Από τις αραβικές χώρες έφταναν μπαχάρια και αρώματα, ενώ από την κεντρική Ασία πολύτιμοι λίθοι, όπως το λάπις λάζουλι. Και η κοιλάδα του Ινδού όμως συνεισέφερε στην αυτοκρατορία με τα δικά της προϊόντα.
Για να κατασκευάσουν τα ανάκτορα οι ηγεμόνες συγκέντρωναν υλικά από διάφορα σημεία της αυτοκρατορίας. Το ξύλο από το οποίο κατασευάζονταν οι οικίες στα Σούσα και την Περσέπολη προέρχονταν από τα πλούσια δάση του Λιβάνου, ενώ οι πλίνθοι από άργιλο από την Βαβυλωνία. Οι πέτρες που είχαν χρησιμοποιηθεί στην Περσέπολη προέρχονταν από σπήλαια που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από την πόλη. Κάποιες πέτρες προέρχονταν και από το Ελάμ, στο νοτιοδυτικό Ιράν. Δεν αποκλείεται οι πέτρες που χρησιμοποιούνταν για το φινίρισμα των παλατιών να εισάγονταν από μακρινές χώρες.
Οι συναλλαγές στην οικονομία της Εγγύς Ανατολής γίνονταν σχεδόν αποκλειστικά με ράβδους αργύρου, σύμφωνα με ένα καλά κωδικοποιημένο σύστημα που ήδη χρησιμοποιούνταν στην εποχή της Ασσυριακής και της Νεοβαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας.
Ο Δαρείος ήταν ο πρώτος που εισήγαγε στην περιοχή ανατολικά της Μεσογείου την νομισματοκοπία. Μετά την κοπή των πρώτων νομισμάτων στην Λυδία τον καιρό της βασιλείας του Κροίσου, τον 6οπ.Χ. αιώνα, και ύστερα από την εκτεταμένη χρήση των αθηναϊκών νομισμάτων, που κατά τη διάρκαια του 5ου π.Χ. αιώνα έγινε το κύριο μέσο συναλλαγών στην ευρύτερο ελληνικό κόσμο, και το νομισματοκοπείο της Αυλής εξέδωσε το δικό του νόμισμα από χρυσό, δαρεικός, (προφανώς από το όνομα του Δαρείου) και από ασήμι, σίγλος (από τη μονάδα μέτρησης της ασημένιας ράβδου στη Βαβυλώνα).
Η αθηναϊκή κουκουβάγια, ιερό ζώο της θεάς Αθηνάς, που χρησιμοποιούνταν ως σύμβολο στα ελληνικά νομίσματα, στην περίπτωση των Περσών έδωσε τη θέση της στους Πέρσες τοξότες. Τα νομίσματα του Δαρείου έφεραν την εικόνα ενός εστεμένου άνδρα που εκτοξεύει ένα βέλος από το τόξο του. Προφανώς είναι ο ίδιος ο βασιλιάς, καθώς αυτός ήταν επικεφαλής των τοξοτών του μεγάλου θεού Αχούρα Μάζντα, που επίσης απεικονίζεται κρατώντας τόξο και βέλη.
Το περσικό νόμισμα δεν γνώρισε ποτέ την ευρεία χρήση που είχε το ελληνικό τετράδραχμο, παρ’ όλα αυτά το γεγονός ότι ο βασιλιάς αποφάσισε την κοπή αποδεικνύει τις επιδιώξεις του για την αυτοκρατορία. Επιθυμούσε να την μετατρέψει σε κεντρικό κόμβο συναλλαγών με τον υπόλοιπο κόσμο και δεν αρκούνταν στη διοίκηση ενός φεουδαρχικού κράτους, εγκλωβισμένου στην Ανατολή και ανίκανου να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στην Μεσόγειο.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic