Δρόμοι της Αθήνας

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι υπήρχαν δύο δρόμοι που οδηγούσαν από τα λιμάνια στην Αθήνα. Κοντά στο Φάληρο υπήρχε ένας ναός και ένα άγαλμα της Ήρας. Αυτό το οικοδόμημα, καμένο κατά το ήμισυ, τότε δεν είχε ούτε πόρτα, ούτε οροφή και έμενε, όπως και ένας ναός της Δήμητρας κοντά στο λιμάνι, εγκαταλελειμμένο και ανεπισκεύαστο, να διαιωνίζει την ανάμνηση της οργής των βαρβάρων που κατέκλυσαν αυτή τη χώρα με την καθοδήγηση του Μαρδόνιου.

Δρόμοι της Αθήνας
Παζάρι της Αθήνας

Ο τάφος της Αμαζόνας Αντιόπης βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από την είσοδο της πόλης και στον άλλο δρόμο που πήγαινε από τον Πειραιά στην Αθήνα βλέπαμε τα ερείπια των τειχών που ανηγέρθησαν από τον Κόνωνα και τάφους μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν ιδιαίτερα του Μενάνδρου και του Ευρυπίδη. Ο τάφος αυτού του τελευταίου ποιητή δεν ήταν παρά ένα κενοτάφιο ή καλύτερα ένα απλό ανάχωμα που δεν περιείχε καν τις στάχτες του. Βλέπαμε απέναντι από την πύλη της πόλης έναν τάφο πάνω στον οποίο ο Πραξιτέλης είχε αναπαραστήσει έναν όρθιο πολεμιστή, δίπλα στο άλογο του. Τα περιφράγματα που κατασκεύασαν στους δύο αυτούς δρόμους επέφεραν κάποιες αλλαγές στην πορεία τους. Αλλά μπορούμε να βεβαιώσουμε πως οι δρόμοι είχαν σχεδόν την ίδια κατεύθυνση και ότι ήταν ελάχιστα απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλον.

Αφού είχαμε περάσει το σημείο που καταλάμβανε το θέατρο και την άκρη της βραχώδους χερσονήσου, βρήκαμε στα δεξιά μας ένα έδαφος ενιαίο και λιθόστρωτο που αποτελούσε πιθανόν την Αγορά, το πιο απομακρυσμένο σημείο του Πειραιά. Λίγο πριν, στην άκρη του δρόμου, έχει μια όμορφη αυλή που περιβάλλεται από έναν τοίχο ελάχιστα υψωμένο και φτιαγμένο αναμφίβολα με τα ερείπια του τείχους του ναού της Ήρας. Στη συνέχεια μπήκαμε στους αμπελώνες, ελαιώνες, και βαμβακοκαλλιέργειες. Είδα πάνω σε ένα δέντρο ένα είδος κρεβατιού προστατευμένο από κλαδιά που εξυπηρετούσε τη φρουρά, η οποία είχε εγκατασταθεί εκεί για να επιτηρεί κατά τη διάρκεια του τρύγου.

Ο άσχημος καιρός που υποστήκαμε στη θάλασσα ήταν το ίδιο αισθητός στην Αττική, όπου τις ισχυρές βροχοπτώσεις συνόδευαν βροντές και τρομερές αστραπές. Η γη είχε πλημμυρίσει, με αποτέλεσμα πολλές απώλειες και καταστροφές. Ένας Αλβανός χωρικός περίμενε την επιστροφή του άρχοντα για να του παρουσιάσει τα υπέροχα σταφύλια του, που με τη σειρά του είχε την καλοσύνη να μας προσφέρει. Οι άρχοντες είναι οι πρόκριτοι, που σήμερα αποκαλούνται επίτροποι. Συναντήσαμε έναν άλλον Αλβανό, ενώ γύριζε με ένα ασκί στην πλάτη. Μας το δάνεισε για να τραβήξουμε νερό από ένα πηγάδι, περίπου στα μισά του δρόμου από το λιμάνι στην πόλη.

Πέρα από τα αμπέλια υπάρχουν οι δημόσιες δεξαμενές, από όπου διανέμεται νερό αναγκαίο για να ποτιστούν οι κήποι και οι ευρισκόμενοι χαμηλότερα μπαξέδες. Στους ιδιοκτήτες αφήνεται η πρωτοβουλία να δώσουν στο νερό την πορεία που κρίνουν κατάλληλη, έναντι ορισμένου ποσού ανά ώρα, τιμή που κατεβαίνει ή ανεβαίνει ανάλογα με την αφθονία ή την έλλειψη του νερού. Μπροστά υπάρχει μία κλαίουσα. Κοντά της τοποθέτησαν ένα μάρμαρο που φέρει μία επιτάφια επιγραφή, αρχαία και με ωραίους χαρακτήρες. Πέρα από τις δεξαμενές και μπροστά από το φρούριο υψώνεται το βουνό, που από παλιά ονομάζεται Λυκαβηττός. Αυτό το βουνό, φημισμένο κατά το παρελθόν για τις ελιές του, είναι σήμερα καλυμμένο από άγριες φασκομηλιές και άλλα φυτά, εκτός από τα σημεία όπου δεν υπάρχει αρκετό χώμα. Είδαμε πίσω από τις δεξαμενές ένα μαρμάρινο άγαλμα, πιστέψαμε πως αναπαριστά ένα φιλόσοφο, καθιστό. Ήταν χωμένο μες στη γη και το πρόσωπο του είχε υποστεί ζημιές πρόσφατα, αφού, όπως μας είπαν, ήταν ακέραιο όταν το ανακάλυψαν πριν μερικά χρόνια.

Ο δρόμος κόβεται από τις δεξαμενές και σχηματίζει πολλούς παραδρόμους που διασχίζουν τον κάμπο από κάθε του πλευρά και του οποίου η όψη δεν δείχνει καθόλου εύφορη. Ο δρόμος αριστερά του Λυκαβηττού, που άλλοτε οδηγούσε στην πύλη του Πειραιά, τώρα περνάει ανάμεσα από τον απομονωμένο ναό του Θησέα και το γυμνό βράχο του Αρείου Πάγου, από όπου αρχίζει η πόλη. Επίσης στην ίδια πλευρά βρίσκεται ένα μονοπάτι που οδηγεί πάνω στο Λυκαβηττό. Πήραμε το δεξιό δρόμο από τον οποίο, σε κάποια απόσταση  από τις δεξαμενές δια μέσου ενός περάσματος του βουνού, ξεκόβει ένα μονοπάτι βραχώδες, φθαρμένο από ίχνη τροχών, που χωρίζει το λόφο του Μουσείου από αυτόν του Λυκαβηττού. Αυτός ο δρόμος οδηγούσε άλλοτε στην πύλη Μελίτη, ευρισκόμενη απέναντι από το φρούριο.

Συνεχίσαμε την πορεία μας στον κάμπο και διασχίσαμε τον Ιλισό, που τότε ήταν στεγνός. Στα αριστερά μας φαίνονταν οι πόρτες αρχαίων τάφων, φτιαγμένων μέσα στο βράχο, το Μουσείο και από πάνω, το μαρμάρινο μνημείο του Φιλοπάππου και επιτέλους η αγέρωχη Ακρόπολη, κάτω από την οποία περάσαμε. Είδαμε μπροστά μας έναν ναό κτισμένο στην απέναντι όχθη του Ιλισού και μερικούς πανύψηλους στύλους, εκπληκτικού μεγαλείου, μεγαλοπρεπή ερείπια του ναού του Ολυμπίου Διός. Φθάσαμε στο γαλλικό μοναστήρι, που βρίσκεται στο άκρο της πόλης. Η επιβλητική κατάσταση, η υπεροχή αυτού του οικοδομήματος, η φήμη και η μεγαλοσύνη των ερειπίων που μόλις συναντήσαμε, το όλον μας ενέπνεε ανάμικτα συναισθήματα ευχαρίστησης, θαυμασμού και θλίψης, που είναι αδύνατον να αποδοθούν σωστά.

Richard Chandler

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *