Διάσκεψη του Πότσνταμ (1945)

Η Διάσκεψη του Πότσνταμ (17 Ιουλίου-12 Αυγούστου 1945) είναι η τρίτη, μετά τη Διάσκεψη της Τεχεράνης και τη Συνδιάσκεψη της Γιάλτας, και τελευταία συνάντηση των ηγετών της Βρετανίας, των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Διεξήχθη ακριβώς μετά τη άνευ όρων παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας και στη διάρκεια της συνέβησαν σημαντικά γεγονότα:

Διάσκεψη του Πότσνταμ (1945)
Κλέμεντ Άτλι, Χάρι Τρούμαν και ΙωσήφΣτάλιν στο Πότσνταμ
  • 17 Ιουλίου: η πρώτη επιτυχής δοκιμαστική έκρηξη ατομικής βόμβας στις ΗΠΑ στις 16 Ιουλίου είχε σαν αποτέλεσμα τη λήψη απόφασης να χρησιμοποιηθεί εναντίον της Ιαπωνίας.
  • 26 Ιουλίου: ήττα του Τσώρτσιλ στις εκλογές της Μεγάλης Βρετανίας και ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Κλέμεντ Άτλι.
  • 6 Αυγούστου: ρήψη της πρώτης ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα.
  • 8 Αυγούστου: ρήψη της δεύτερης ατομικής βόμβας στο Ναγκασάκι. Κήρυξη πολέμου από την ΕΣΣΔ στην Ιαπωνία και επίθεση των Σοβιετικών στη Μαντζουρία.

Η Διάσκεψη του Πότσνταμ πραγματοποιήθηκε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν, τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας ως την 26 Ιουλίου, οπότε αντικαταστάθηκε από τον Κλέμεντ Άτλι και τον Ιωσήφ Στάλιν από την ΕΣΣΔ. Επίσημα, ο σκοπός της Διάσκεψης ήταν «η εφαρμογή των δηλώσεων της Γιάλτας σε σχέση με τη Γερμανία».

Οι δηλώσεις της Γιάλτας αφορούσαν στη διαίρεση της Γερμανίας σε ζώνες κατοχής, σε διαίρεση του Βερολίνου και στον κοινό έλεγχο του από τους συμμάχους. Τα κυριότερα σημεία της πολιτικής αυτής ήταν:

  • Η ίδρυση Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών με αποστολή τις διαπραγματεύσεις ειρήνης με τους πρώην συμμάχους της Γερμανίας
  • Το πολιτικό μέλλον της Γερμανίας
  • Οι γερμανικές επανορθώσεις και το σχετικό με αυτό ζήτημα των συνόρων της Γερμανίας
  • Το ζήτημα των Γερμανών εγκληματιών πολέμου
  • Οι όροι εισδοχής της Ιταλίας στον ΟΗΕ
  • Το μέλλον της στρατιωτικής οργάνωσης της Γερμανίας
  • Η ομαλή επιστροφή των γερμανικών πληθυσμών στα εδάφη της Γερμανίας.

Στις 17 Ιουλίου, λίγο πριν την έναρξη της Διάσκεψης ο Τρούμαν πληροφορήθηκε την επιτυχή δοκιμαστική πυροδότηση του πρώτου πυρηνικού όπλου στην έρημο του Νέου Μεξικού και ενημέρωσε σχετικά τον Τσώρτσιλ. Στη συνέχεια, αποφάσισαν να ενημερώσουν σχετικά τον Στάλιν. Όπως αποδείχτηκε το μόνο «νέο» για τον Στάλιν σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ ήταν η επιτυχία της δοκιμής.

Στο Πότσνταμ αποφασίστηκε από τον Τρούμαν, με συγκατάβαση του Τσώρτσιλ, να χρησιμοποιηθεί το νέο όπλο για να επιταχυνθεί η παράδοση της Ιαπωνίας, με τη δικαιολογία ότι θα σώζονταν ζωές, Αμερικανών και Ιαπώνων, που διαφορετικά θα θυσιάζονταν μέχρι να επιτευχθεί ο αντικειμενικός σκοπός. Εκεί συντάχθηκε και η επιστολή-τηλεσίγραφο προς την ιαπωνική κυβέρνηση, η οποία υποτίθεται ότι θα τους προειδοποιούσε για το τι τους περίμενε.

Εισάγονταν νέα ήθη στις μέχρι τότε συνήθειες του πολέμου: στο όνομα της «σωτηρίας ζωών» μπορούσε στο μέλλον κάθε εμπόλεμος να χρησιμοποιήσει κάθε είδους μέσα, άσχετα πόσο καταστροφικά ήταν και άσχετα με τις συνέπειες που μπορούσαν να έχουν.

Η πρώτη επίσημη συνεδρίαση στο Πότσνταμ έγινε στις 17 Ιουλίου υπό τη προεδρία του Τρούμαν. Ακολούθησαν και άλλες συνεδριάσεις, στις οποίες τα μέλη φάνηκαν απρόθυμα να δώσουν λύσεις στα προβλήματα που εξετάζονταν. Ο Τσώρτσιλ μάλιστα αναφέρει με κυνισμό στα απομνημονεύματα του ότι άφηνε να συσσωρευθούν προβλήματα για να επιβάλει τη λύση τους μετά τα αποτελέσματα των εκλογών στη πατρίδα του. Φαίνεται ότι συμμεριζόταν την αισιοδοξία του Στάλιν, ο οποίος σε ιδιαίτερη συνομιλία τους του είχε πει ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Σοβιετικών θα κέρδιζε άνετη πλειοψηφία στις επικείμενες εκλογές.

Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίστηκε ήταν το θέμα των συνόρων της μεταπολεμικής Γερμανίας και των επανορθώσεων. Το δεύτερο αυτό θέμα ο Τσώρτσιλ το είχε συνδέσει με το θέμα των συνόρων της Γερμανίας για να κάμψει την επιμονή του Στάλιν και των Πολωνών. Στη Γιάλτα, οι τρεις δυνάμεις είχαν αποφασίσει να πάρει η Πολωνία γερμανικά εδάφη σε αντιστάθμισμα για τα εδάφη της Ρωσίας, τα οποία είχε πάρει το 1921 και τα οποία τώρα ζητούσε πίσω. Ύστερα από μακρές συνομιλίες μεταξύ των τριών ηγετών αποφασίστηκε να ληφθεί ως βάση καθορισμού των συνόρων η Γερμανία του 1937.

Επειδή η Ρωσία είχε φέρει τα σύνορα της μέχρι τη λεγόμενη γραμμή «Κόρζον», η Πολωνία έχανε πλούσια, καλλιεργήσιμα εδάφη γύρω από τη Βίλνα, σημαντικές δασικές εκτάσεις και τις πετρελαιοπηγές της Γαλικίας. Το πιο σοβαρό πρόβλημα ήταν ότι από την περιοχή εκείνη θα έφευγαν περίπου 3.000.000 Πολωνοί, οι οποίοι α έπρεπε να εγκατασταθούν σε γερμανικά εδάφη. Οι Πολωνοί με την υποστήριξη, αν όχι την προτροπή, του Στάλιν ζητούσαν να τους παραχωρηθούν γερμανικά εδάφη μέχρι το δυτικό ποταμό Νάισε, γεγονός με το οποίο διαφωνούσε ο Τσώρτσιλ.

Μάλιστα, όταν κλήθηκε στην διάσκεψη πολωνική αντιπροσωπεία, τους υπενθύμισε ότι η Μεγάλη Βρετανία για χάρη της Πολωνίας είχε βγει στον πόλεμο. Τους είπε επίσης ότι ήταν υπέρ της αποζημιώσεως τους σε εδάφη, αλλά ότι αυτά που ζητούσαν ήταν πάρα πολλά, γιατί έπαιρναν το πλουσιότερο τμήμα της Γερμανίας, η οποία, αντιμετωπίζοντας εκτός από το πρόβλημα του ανεφοδιασμού της σε τρόφιμα και κάρβουνο και το πρόβλημα των γερμανικών πληθυσμών που μετακινούνταν, δεν θα είχε δυνατότητα επανορθώσεων.

Οι συνομιλίες συνεχίστηκαν και μετά την αντικατάσταση του Τσώρτσιλ από τον Άτλι, αλλά καμία σταθερή συμφωνία δεν επετεύχθη. Πολλά θέματα μεταφέρθηκαν στη Διάσκεψη της Ειρήνης ή στο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών. Πολλοί από τους όρους που της όποιας συμφωνίας που επετεύχθη αποτέλεσαν αίτια σοβαρής διαμάχης μεταξύ ΗΠΑ, Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας από τη μια πλευρά και ΕΣΣΔ από την άλλη. Μετά το τέλος του πολέμου η Σοβιετική Ένωση απλώς παραχώρησε στην Πολωνάι κάποια γερμανικά εδάφη ανατολικά του Όντερ και του δυτικού Νάισε εκτ΄ςο από την ανατολική Πρωσία, την οποία κράτησε για τον εαυτό της (το μόνο εδαφικό κέρδος της Ρωσίας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο). Οι Δυτικές Δυνάμεις διαμαρτυρήθηκαν, αλλά μάταια. Τα σύνορα αυτά διατηρήθηκαν de facto μέχρι το 1973, οπότε και αναγνωρίστηκαν από την κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας.

Η ιστορία δεν γράφεται με «αν», αλλά με γεγονότα. Ένα τέτοιο γεγονός ήταν η ήττα του Τσώρτσιλ στις εκλογές του 1945, στα μέσα της διάσκεψης, και η αντικατάσταση του από τον Άτλι. Είναι πια παιχνίδι σκέψης να αναρωτηθεί κανείς τι θα είχε συμβεί αν ο έμπειρος Τσώρτσιλ είχε παραμείνει αντιπρόσωπος της Μεγάλης Βρετανίας σε όλη τη Διάσκεψη του Πότσνταμ.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *