Τον Σεπτέμβριο του 1828 έλαβε χώρα διάσκεψη στον Πόρο μεταξύ των πρεσβευτών των τριών Δυνάμεων, Στράτφορντ Κάνινγκ της Αγγλίας, Γκιγιεμινό της Γαλλίας και Ριμπωπιέρ της Ρωσίας. Σκοπός της διάσκεψης ήταν η ρύθμιση του Ελληνικού Ζητήματος.
Οι οδηγίες προς τους πρεσβευτές, ιδιαίτερα για τον καθορισμό των συνόρων δεν ανταποκρίνονταν στις επιδιώξεις της ελληνικής κυβέρνησης. Εξάλλου, η ίδια συνθήκη της 6ης Ιουλίου 1827 έπρεπε να ερμηνευθεί ελαστικώτατα, ώστε να εφαρμοσθεί με τρόπο ικανοποιητικό για τα ελληνικά συμφέροντα, πολύ πέρα από τις αρχικές προθέσεις των τριών Δυνάμεων.
Ο Καποδίστριας έκρινε τη στιγμή εύθετη να προβάλεις τις ελληνικές διεκδικήσεις τολμηρότερα, ενθαρρημένος από τη βελτιωμένη για τους Έλληνες κατάσταση, ύστερα προπάντων και από την έναρξη ενός νέου ρωσοτουρκικού πολέμου και από την άφιξη στην Πελοπόννησο γαλλικών στρατευμάτων. Έτσι υπέβαλε στους τρεις πρεσβευτές στον Πόρο «Υπόμνημα εμπιστευτικόν της Α.Ε του Κυβερνήτη της Ελλάδος προς τους αντιπροσώπους των Τριών Συμμάχων Δυνάμεων», όπου ανέπτυσσε τις γνώμες της ελληνικής κυβέρνησης «περί του προς εκτέλεσιν της Συνθήκης προσφοροτέρου τρόπου».
Ο Κυβερνήτης στο Υπόμνημα δικαιολογεί την διεκδίκηση των συνόρων αυτών για την Ελλάδα. Επικαλείται ειδικά το απόρρητο άρθρο της συνθήκης «καθ΄ ό οι πληρεξούσιοι επετρέποντο να προνοήσωσι τα περαιτέρω, αν η μεσιτεία απερρίπτετο», για να προβάλει το συμπέρασμα, ότι η ίδια η συνθήκη προβλέπει μετατροπή, αναπροσαρμοστική, των όρων της, αφού η Τουρκία δεν αποδέχτηκε τη μεσολάβηση των Δυνάμεων, και ότι δικαιούται η Ελλάς, που αποδέχτηκε τη μεσολάβηση τους, ευνοϊκότερη μεταχείριση και αποτελεσματικότερη προστασία.
Υποστηρίζει επίσης ότι πρέπει οι Δυνάμεις να μην έχουν εμπιστοσύνη στην Τουρκία ύστερα από την αντίθετη προς την ειρήνευση του ελληνικού χώρου πολιτική της και να κατοχυρώσουν την ειρήνευση αυτή με την παραχώρηση ορίων ικανοποιητικών στο ελληνικό κράτος, ώστε να είναι ικανό για τη ματαίωση επιβουλών της Τουρκίας εναντίον του και εναντίον της ειρήνης.
Για να στηρίζει τη διεκδίκηση της συνοριακής γραμμής από τον Θερμαϊκό κόλπο ως το λιμένα του Παλέρμο, χρησιμοποιεί και άλλα επιχειρήματα, όπως οι ελληνικοί τίτλοι, από τις νίκες «εις τα στενά της Πίνδου και τους Ολύμπου», και από τη δημογραφική σύνθεση των περιλαμβανομένων επαρχιών, «το πλείστον και χρησιμότερο μέρος των κατοίκων εχουσών εξ Ελλήνων», και όπως ο κίνδυνος διαταραχής της ειρήνης από τους Έλληνες, αν μείνουν έξω από τα όρια του νέου κράτους οι πατρίδες των Μακεδόνων, των Θεσσαλών και Ηπειρωτών Ελλήνων αγωνιστών. Ειδικότερα για τη συμπερίληψη της Κρήτης στο ελληνικό κράτος, εμφανίζει ως ισχυρό λόγο το κίνδυνο αν μείνει έξω από τα σύνορα της Ελλάδας η μεγαλόνησος αυτή να αποτελέσει βάση επιθέσεων των Τούρκων εναντίον της Πελοποννήσου ή των νησιών και ορμητήριο για δράση πειρατών και πάλι στο Αιγαίο.
Ο Καποδίστριας απέφυγε να αποκηρύξει ακόμη την επικυριαρχία του σουλτάνου, που η συνθήκη της 6ης Ιουλίου προέβλεπε για την Ελλάδα, ούτε όμως αναφέρεται σε αυτή και μάλλον τη αποκρούει σιωπηρά. Εξάλλου στις 11Νοεμβρίου ο Κυβερνήτης υπέβαλε άλλα δύο υπομνήματα στους τρεις πρεσβευτές, που αφορούσαν και τα δύο την οικονομική ενίσχυση της Ελλάδας.
Η διάσκεψη στον Πόρο των πρεσβευτών των τριών Δυνάμεων απέδωσε ικανοποιητικότερο αποτέλεσμα για τη ρύθμιση του Ελληνικού Ζητήματος, προπάντων σχετικά με την «οριοθεσία» του ελληνικού κράτους. Η γνωμάτευση των πρσβευών για τον καθορισμό της συνοριακής γραμμής κόλπου Βόλου-κόλπου Άρτας εξασφάλιζε στο νέο ελληνικό κράτος ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα. Ακόμη η ίδια γνωμάτευση προέβλεπε τη ένταξη στο ελληνικό κράτος και της Εύβοιας και συνηγορούσε για τη συμπερίληψη σ εαυτό της Σάμου και της Κρήτης.
Η ελληνική επιτυχία κατορθώθηκε με την αυτοπρόσωπη στον Πόρο παρουσία του Κυβερνήτη και με τη φιλελληνική πρωτοβουλία των πρεσβευτών, διαίτερα του Στράτφορντ Κάνινγκ, εξαδέλφου του Γεωργίου Κάνινγκ και φίλο του Καποδίστρια από το 1814.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών
[…] της 4/16ης Νοεμβρίου 1828. Ενώ εξακολουθούσε ακόμη η διάσκεψη στον Πόρο, ο Άμπερτην, υπουργός των Εξωτερικών της Αγγλίας, στο […]