Στα πρώτα χρόνια του 6ου π.Χ. αιώνα, εκτός από την ζωγραφική γνωρίζει άνθηση και η γλυπτική. Σε αυτήν την εποχή ανάγεται ένα λίθινο γλυπτό που χρονολογείται στην τελική φάση της Ανατολίζουσας Περιόδου είτε στην Πρώιμη Αρχαϊκή. Πρόκειται για έναν κένταυρο από ηφαιστειακό πέτρωμα, που προέρχεται από το Βούλτσι και λειτουργούσε ως έμβλημα σε τάφο. Πιθανότατα βρισκόταν εκεί για να απομακρύνει το κακό, δηλαδή χρησίμευε ως ένα είδος μαγικής προστασίας για τον νεκρό.
Το γλυπτό ακολουθεί τις αρχές του «δαιδαλικού» ρυθμού (από το όνομα του μυθικού εφευρέτη της γλυπτικής): το χαμηλό μέτωπο, το κάλυμμα κεφαλής σφιχτό, ενώ το πρόσωπο πλαισιώνεται από βαριές πλεξούδες και η κόμμωση είναι κλιμακωτή. Η στάση του ανθρώπινου σώματος του κένταυρου μοιάζει με εκείνη των αρχαίων κούρων με τα χέρια σφιγμένα κατά μήκος του κορμού και το ένα πόδι με ελαφριά κλίση προς τα εμπρός.
Τα πρώτα σημάδια της νέας τεχνοτροπίας είναι φανερά σε ένα λίγο μεταγενέστερο άγαλμα που βρέθηκε στο Βούλτσι. Πρόκειται για το άγαλμα μιας γυναίκας που συμμετέχει σε προσφορά και προέρχεται από τον Τάφο της Ίσιδας. Και εδώ είναι παρόντα πολλά δαιδαλικά στοιχεία, όπως το μέτωπο, τα μεγάλα μάτια και τα σφραγισμένα χείλη, αλλά αρχίζουν να εκδηλώνονται και οι νέες τάσεις στην απόδοση του μακριού ενδύματος που καλύπτεται από έναν μανδύα και πέφτει μποστά σε δύο ουρές.
Η εξέλιξη είναι ολοφάνερη σε ένα κομψό άγαλμα ενός νεαρού πάνω σε έναν ιππόκαμπο, όπου διαφαίνονται οι ιωνικές επιρροές: τα μάτια έχουν αμυγδαλωτό σχήμα, τα χείλη μεγαλώνουν και αποκτούν το λεγόμενο «ιωνικό χαμόγελο», ενώ τα μαλλιά αποδίδονται χωρίς λεπτομέρειες. Και αυτό το άγαλμα χρησίμευε ως φύλακας ενός τάφου και πιθανότατα, ο νέος πάνω στο θαλάσσιο τέρας συμβολίζει το ταξίδι του νεκρού προς τον κόσμο του σκότους.
Στην Αρχαϊκή Περίοδο γνωρίζει μεγάλη άνθηση η γλυπτική με πηλό, κατά την οποία παράγονται τα πρώτα αριστουργήματα. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής προοριζόταν για τη διακόσμηση ναών: Φιλοτεχνούσαν ακροκέραμους για να προστατεύονται τα δοκάρια της οροφής, ή αγάλματα αετωμάτων που επίσης τοποθετούνταν στην οροφή. Εξαιρετικό είναι το έργο που αναπαριστά τη φτερωτή θεά Ηώ να πετά πάνω από τα κύματα έχοντας στα χέρια της τον Κέφαλο και σήμερα εκτίθεται στο Βερολίνο.
Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διακοσμήσεις του ναού του Πορτονάτσιο στους Βηίους. Από θραύσματα που βρέθηκαν κατά τις ανασκαφές έχουν ανακατασκευαστεί τέσσερα μεγάλα πήλινα αγάλματα που είχαν αρχικά τοποθετηθεί στη κορυφή της στέγης και χάρη στο μέγεθος τους θα πρέπει να ήταν ορατά ακόμη και από απόσταση. Ένα από αυτά αναπαριστά τον Απόλλωνα με μακριά με βοστρύχους, που φορά μακρύ χιτώνα και μανδύα με πτυχώσεις. Το άγαλμα είναι σε στάση βαδίσματος και μάλλον ήταν στραμμένο προς εκείνο του Ηρακλή που απεικονίζεται να κρατά στα χέρια το ελάφι της Κερύνειας.
Εκτός από τα αγάλματα ο ναός διέθετε πλούσια διακόσμηση, η οποία είχε στόχο να υπογραμμίζει τη μεγαλοπρέπεια του κτιρίου. Εξαιρετικής τεχνικής είναι οι ακροκέραμοι σε σχήμα κεφαλιού μαινάδας και Γοργόνας. Ιδιαίτερα το τελευταίο είναι πολύ εντυπωσιακό: το τέρας αναπαρίσταται με ορθάνοιχτο στόμα ενώ η κόμμωση του αποτελείται από φίδια που ορθώνονται απειλητικά και περιστοιχίζονται από μία πολύχρωμη δέσμη ακτίνων ώστε να αυξάνεται ο οπτικός αντίκτυπος.
Ένας ακόμη τομέας στον οποίο οι τεχνίτες άγγιξαν πολύ υψηλά επίπεδα ήταν εκείνος των πήλινων σαρκοφάγων. Πολύ διάσημη η επονομαζόμενη Σαρκοφάγος των Συζύγων, γνωστή από δύο αντίγραφα που φιλοξενούνται στο Μουσείο Βίλα Τζούλια, στη Ρώμη, στο Λούρο, στο Παρίσι. Στην πραγματικότητα αποτελούν τμήμα μιας γνωστής κατηγορίας τεφροδόχων που έχουν την αναπαράσταση του νεκρού στο κάλυμμα, αλλά διακρίνονται για τις επιβλητικές διαστάσεις τους.
Απεικονίζεται ένα ζευγάρι, η γυναίκα και ο άνδρας, στη διάρκεια συμποσίου, πλαγιασμένοι σε μία κλίνη. Και οι δύο στηρίζουν τους αγκώνες τους στα μαξιλάρια και πιθανότατα κρατούσαν στα χέρια τους αντικείμενα από το τραπέζι του συμποσίου. Ο άνδρας έχει μακριά μαλλιά, μυτερή γενειάδα, γυμνό στήθος, ενώ η γυναίκα φορά κάλυμμα κεφαλής, ένα μακρύ χιτώνα έως τους αστραγάλους και χαρακτηριστικά μυτερά παπούτσια.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic