Σύμφωνα με τις επιγραφές, ο Γιασαβαρμάν Α’ γιόρτασε το 889 τα 11 χρόνια της βασιλείας του χτίζοντας 100 κέντρα πνευματικής περισυλλογής για τους βουδιστές μοναχούς. Αμέσως μετά ο μονάρχης επικεντρώθηκε στη Χαριχαραλάγια: προχώρησε στην ανέγερση ναού Λολέι, που ήταν αφιερωμένος στους προγόνους και αποτελούνταν από τέσσερις ογκώδεις πλίθινους πύργους που στηρίζονταν σε μια πλατφόρμα από το ίδιο υλικό. Ο ναός χτίστηκε στη νησίδα που βρισκόταν στη μέση του Μπαρέι Ιντρατατάκα, που είχε οικοδομήσει ο πατέρας του.
Επιπλέον ο Γιασαβαρμάν έστρεψε την προσοχή του στις πεδινές περιοχές και στη δύση: ήταν αυτός που πήρε την απόφαση να ιδρύσει μια νέα πρωτεύουσα στην Άνγκορ. Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτό ήταν στρατηγικοί (καθώς μπορούσε να ασκεί αποτελεσματικότερα έλεγχο στις θαλάσσιες και επίγειες εμπορικές οδούς), θρησκευτικοί (λόγω της ιερότητας που από την αρχαιότητα είχε αποδοθεί στην περιοχή), αλλά και πρακτικοί (η αφθονία υδάτων και οι πεδινές εκτάσεις).
Η νέα πρωτεύουσα που ονομάστηκε Γιασονταραπούρα («ένδοξη πόλη»), αναπτύχθηκε γύρω από το Πνομ Μπακένγκ, το ναό-όρος πάνω σε ένα λόφο ωοειδούς σχήματος, τοποθεσία που είχε επιλεγεί για να ενισχύσει τη συμβολική δύναμή του. Η υπερυψωμένη θέση ανέδειξε και άλλους δύο ναούς που είχαν χτιστεί έξω από το κατοικημένο κέντρο: τον Πνομ Μποκ, που οικοδομήθηκε κατά μήκος της νοητής γραμμής που συνδέει το Πνομ Μπακένγκ με το Πρασάτ Ρονγκ Τεσν στην Πνομ Κουλέν, και το Πνομ Κρομ στο νότο, που δέσποζε στην Τονλέ Σαπ.
Ο ναός Μπακένγκ ο οποίος πιθανότατα ανεγέρθηκε το 907, βρίσκεται στο κέντρο μια περιοχής που περιβάλλεται από τείχη και διαθέτει πολλές θέσεις για αγάλματα και βωμούς. Μοιάζει με μια μεγάλη πυραμίδα πέντε επιπέδων, με μικρά ιερά σε καθένα από αυτά (συνολικά 108, μαγικό νούμερο για τον ινδουισμό). Στη μεγάλη πλατφόρμα υπάρχουν πέντε πύργοι. Οι τέσσερις εξ αυτών είναι στραμμένοι προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και είναι λίγο πιο υπερυψωμένοι συγκριτικά με το κέντρο της κατασκευής, οριοθετώντας τη συμβολική δομή μαντάλα και συνιστώντας υπενθύμιση του μυθικού Μερού.
Το Μπακένγκ θεωρείται ένα από τα καλύτερα δείγματα αρχιτεκτονικής των Χμερ, καθώς και το σπουδαιότερο θρησκευτικό τους οικοδόμημα – η είσοδος βρίσκεται στην ανατολική πλευρά, ενώ τα αγάλματα με μορφές λιονταριού είναι τοποθετημένα ως φρουροί στην είσοδο και στις «βιβλιοθήκες» (μονόχωρα χαμηλά κτίρια που προορίζονταν για τη φύλαξη βουδιστικών εγγράφων και πολύτιμων αντικειμένων των μοναστικών κοινοτήτων, και ενδεχομένως για την τέλεση ινδουιστικών τελετών), κατά μήκος της εισόδου του ναού.
Δείχνοντας σεβασμό στην παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο νέος μονάρχης έπρεπε να ασχοληθεί με την κατασκευή ενός δημόσιου έργου πριν οικοδομήσει ένα ναό αφιερωμένο στους προγόνους του, ο Γιασαβαρμάν έφτιαξε ένα υδραγωγείο μήκους 7,5 χιλιομέτρων και πλάτους 1,8: το ανατολικό Μπαρέι ή Γιασονταρατατάκα. Ευρισκόμενο ανατολικά του ναού-όρους, το ανατολικό Μπαρέι, είχε ταυτόχρονα πρακτική και τελετουργική χρήση, αλλά, όπως σε όλα τα άλλα μπαρέι, δεν έχουν διασωθεί τα ανάγλυφα που απεικόνιζαν την καθημερινή ζωή στο βασίλειο.
Μετά τον θάνατο του βασιλιά, περίπου το 900, στο θρόνο ανέβηκαν τα αδέλφια του, Χαρσαβαρμάν Α (910-923) και Ισαναβαρμάν Α΄(923-928). Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την περίοδο της δικής τους βασιλείας. Στον πρώτο αποδίδεται το Μπακσέι Τσαμρόνγκ, ένας μικρός πυραμιδοειδής ναός από τούβλα που χτίστηκε βορειοανατολικά του Πνομ Μπακένγκ και το Πρασάτ Κραβάν («Ιερό του Κάρδαμου»), με τους τρεις πλίθινους πύργους του, ο κυριότερος εκ των οποίων φιλοξενεί τα εκπληκτικά αγάλματα του Βισνού και της συζύγου του, Λάκσμι.
Το 928 ο διεκδικητής Τζαγιαβαρμάν Β’ μετέφερε την πρωτεύουσα την τοποθεσία Κοχ Κερ, περίπου 90 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Άνγκορ. Δεν είναι γνωστό για ποιο λόγο το έκανε αυτό, όπως, επίσης, σκοτεινές είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες βασίλεψε. Σε αυτήν την περίοδο χρονολογούνται μεγάλα λίθινα αγάλματα που χαρακτηρίζονται από κομψότητα και κίνηση.
Αρκετά δείγματα έχουν σωθεί όπως το διάσημο ζευγάρι ανθρώπων-πιθήκων που παλεύουν. Το μεγάλο ανάκτορο και η δεξαμενή που το περιβάλλει, σκαμμένη πάνω σε βράχο, είναι δημόσια έργα διακοσμημένα με ανάγλυφα. Ωστόσο, αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι ο ναός Πρασάτ Τομ. Η κατασκευή βρίσκεται ανατολικά του ανακτόρου και αποτελείται από μια πυραμίδα επτά επιπέδων που δεσπόζει σε ένα βωμό του Σίβα, στον οποίο υπήρχε μια τεράστια λίγκα.
Μετά τον θάνατο του Τζαγιαβαρμάν Β’, το 941, υπό την απειλή της διάλυση του βασιλείου του, ανέβηκε στο θρόνο ο εγγονός του, Ρατζεντραβαρμάν Β’, ο οποίος το 944 επανέφερε την πρωτεύουσα στην Άνκγορ, και συγκεκριμένα στην περιοχή Γιασονταραπούρα. Επομένως, το κέντρο βασίλειου του έπαψε να είναι η περιοχή που είχε οικοδομηθεί γύρω από το Πνομ Μπακένγκ, αλλά μια εγκαταλελειμμένη περιοχή νότια του ανατολικού Μπαρέι.
Ενώ ανεγέρθηκαν οι δύο ναοί-όροι, ο ένα σε ένα νησί στο μέσο του ανατολικού Μπαρέι και ο άλλος στο Πρέα Ρουπ, που καθαγιάστηκε το 961. Επρόκειτο για ένα τυπικό συγκρότημα αφιερωμένο στον Σίβα, με τη γνωστή διάταξη, των πέντε πύργων (τέσσερις στις πλευρές και ένας υπερυψωμένος στη μέση), κατασκευασμένο από πέτρα και τούβλα. Στο Μέμπον ο συμβολισμός του Μερού – το μυθικό όρος, κατοικία των θεών και κέντρο του σύμπαντος – επεκτείνεται από την τοποθέτηση του συγκροτήματος στο κέντρο της μεγάλης λεκάνης, που, ενώ σήμερα έχει μετατραπεί σε έκταση στην οποία καλλιεργείται ρύζι, κάποτε χωρούσε 40 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού που κατέληγαν απευθείας στον ποταμό Σιέμ Ρεάπ.
Χαρακτηριστικά του συγκροτήματος είναι ο γωνιακός διάκοσμος του πρώτου και του δεύτερου επιπέδου με το επαναλαμβανόμενο θέμα των ελεφάντων, που αναπαρίστανται με ιδιαίτερο ρεαλισμό, ωστόσο για μια ακόμα φορά τα ανάγλυφα των πύργων είναι πιο αντιπροσωπευτικά του κοσμικού-μυθολογικού ορίζοντα των Χμερ.
Το Πρέα Ρουπ υψώνεται σε ένα ελαφρώς ανορθωμένο σημείο στο ανατολικό Μπαρέι, αλλά, καθώς ήταν πάντα συνδεδεμένο με νεκρικές τελετές, δεν απέκτησε ποτέ μεγάλη σημασία. Υψηλού επιπέδου είναι οι δύο «βιβλιοθήκες» πλευρικά της ανατολικής εισόδου στο δεύτερο επίπεδο, στις οποίες δεσπόζουν ψηλοί πύργοι και η διακόσμηση τους διαφέρει από των άλλων οικοδομημάτων, για παράδειγμα, οι ανάγλυφες πλάκες είναι εμπνευσμένες από τους εννέα πλανήτες του αστρολογικού σύμπαντος των Χμερ.
Αντί να χτίσει ένα καινούργιο ναό ο Ρατζεντραβαρμάν επέλεξε να ξαναχρησιμοποιήσει τον Μπασκέι Τσαμκρόνγκ, το ταπεινό πυραμιδοειδές κτίριο στους πρόποδες του λόφου που υψώνεται το Πνομ Μπακένγκ, τοποθετώντας στο βωμό στην κορυφή του ένα χρυσό άγαλμα του Παραμεσβαρά («Ανώτατος Άρχοντας» ή Σίβα).
Ο ναός σήμερα διατηρεί τα αρχικά χαρακτηριστικά του, σχεδόν ανέπαφα, ξεκινώντας από τις διαστάσεις: 27 μέτρα διαγώνιος στη βάση και 15 στην κορυφή, με ύψος 13 μέτρα μοιρασμένα σε τέσσερις ορόφους οι οποίοι συνδέονται με τέσσερις στενές κλίμακες ευθυγραμμισμένες με τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Το επιβλητικό ιερό στην κορυφή διαθέτει μόνο μια πραγματική είσοδο στην ανατολική πλευρά. Οι υπόλοιπες ψευδόθυρες, από ψαμμίτη, είναι πλούσια διακοσμημένες, με επιγραφές που παρέχουν πληροφορίες για τη γενεαλογία του βασιλιά και τη σχέση του με το μυθικό Καμπού, στον οποίο ο Σίβα είχε δώσει για σύζυγο μια ουράνια νύμφη.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic